ΑΣ ΜΙΛΗΣΟΥΜΕ, ΛΟΙΠΟΝ, για εκπαίδευση τον καιρό του Covid-19. Σχολεία σε συμπληγάδες, ανάμεσα σε ανορθολογικές δοξασίες, θεωρίες συνωμοσίας και εφηβικούς ψευτοτσαμπουκάδες: η μισοφορεμένη μάσκα, γκάτζετ μαγκιάς και πρόκλησης. Η αιώνια λιακάδα της εφηβείας δεν κωλώνει αλλού, θα κώλωνε στη μάσκα; Πρέπει να κρατήσουν οι δάσκαλοι, κόντρα στην «ψεκασμένη» ανοησία, την άγνοια και την κουτοπονηριά. Πρέπει να πείσουν τα παιδιά, με λόγο και με πίεση. Πρέπει να απομονώσουν συναδέλφους με αντίστοιχες απόψεις. Εδώ δεν χωράει επαγγελματική ή συντεχνιακή αλληλεγγύη.
Η μάσκα δεν είναι αρκετή υγειονομική προστασία. Οι εκπαιδευτικοί παλεύουν με σχολικό υπερπληθυσμό, ελλείψεις υποδομών, μια καθαρίστρια για μιάμιση σχολική μονάδα, κενά δασκάλων, προγράμματα με τρύπες, παιδιά που περιφέρονται ασκόπως ή σχολάνε κάποτε από τις 11.
Η μάσκα είναι μονόδρομος, αναγκαίο κακό. Αλλά είναι ανηφορικός, κακοτράχαλος μονόδρομος. Άγνωστος τόπος φέτος οι τάξεις. Πώς μπαίνει κανείς στην αίθουσα μια Δευτέρα πρωί, στέκεται μπροστά σε άγνωστους ανθρώπους, οικοδομεί σχέση εμπιστοσύνης χωρίς να βλέπει τα δύο τρίτα του προσώπου τους; Τι εχέγγυο δίνει το δικό του κρυμμένο πρόσωπο;
«Κοιτάξτε εμένα, δείτε τα χείλη μου»: συνηθισμένες φράσεις στη διδασκαλία νηπίων ή μαθητών με γλωσσικές διαταραχές τώρα μένουν μετέωρες. Γενικότερα απρόβλεπτες οι αλλαγές. Εξαερώθηκε η μη λεκτική επικοινωνία που κανονικά μεταφέρει ως και 55% του συναισθηματικού περιεχομένου των μηνυμάτων. Χάνονται πληροφορίες, χάνεται το δοκιμασμένο πλαίσιο, η διαμόρφωση περιβάλλοντος εμπιστοσύνης και μάθησης.
Η μάσκα είναι μονόδρομος, αναγκαίο κακό. Αλλά είναι ανηφορικός, κακοτράχαλος μονόδρομος. Άγνωστος τόπος φέτος οι τάξεις. Πώς μπαίνει κανείς στην αίθουσα μια Δευτέρα πρωί, στέκεται μπροστά σε άγνωστους ανθρώπους, οικοδομεί σχέση εμπιστοσύνης χωρίς να βλέπει τα δύο τρίτα του προσώπου τους;
Η «μασκοφόρος διδασκαλία» γίνεται βιωμένη πραγματικότητα. Προτού γράψω αυτές τις σκέψεις, μίλησα με φίλους και φίλες που διδάσκουν στο δημοτικό και στη μέση εκπαίδευση. Έμπειροι εκπαιδευτικοί με καλές σπουδές, με καινοτομίες, με ισχυρό κώδικα επικοινωνίας με τα παιδιά, άνθρωποι σε διαρκή ανησυχία, μακριά από επανάπαυση και εφησυχασμό. Ήθελα να διασταυρώσω την εμπειρία μου με τις δικές τους.
«Δεν ακούω τα παιδιά όταν μιλάνε, είναι το πιο σοβαρό» μου είπε μια φίλη. Ο κίνδυνος είναι απλώς να σταματήσουν να προσπαθούν. Όταν χαθεί η επαφή με τα συναισθήματα των άλλων, όταν η δυνατότητα εμπλοκής και ενθάρρυνσης από τον δάσκαλο κοπεί, τα πράγματα γίνονται ζόρικα. Για αδύναμους και εσωστρεφείς μαθητές, ακόμα πιο ζόρικα. Πριν, ο δάσκαλος τους «έπαιρνε από το χέρι», τώρα μοιάζει άθλος.
Κάθε μέρα κάποια παιδιά «κρύβονται» πίσω από τη μάσκα, κρύβουν εκεί το ίδιο το συναίσθημα συνολικά. Η εξατομίκευση της διδασκαλίας επιμένει, αλλά χάνει τη μάχη. Προϋποθέτει να ξέρουμε τα παιδιά. Ποια εξατομίκευση, όταν βλέπεις μόνο μάτια και μαλλιά; Δεν ξέρουν οι καθηγητές τους μισούς μαθητές φέτος, κακά τα ψέματα. Δεν μαθαίνουν τους καινούργιους, μπερδεύουν τους παλιούς. Αυτή είναι η αλήθεια. Και ο χρόνος μετράει αντίστροφα.
Μάθηση είναι η πολιορκία του αγνώστου. Θέλει δουλειά, θέλει και παιχνίδι, γέλιο, πείραγμα. Είναι άσκηση γοητείας, είναι αναζήτηση περασμάτων ανάμεσα στις αντιστάσεις. Αυτά λείπουν. Ψάχνει ο δάσκαλος τη χαρά της κοινής ανακάλυψης, τη δραματοποίηση, τον έρωτα της διδασκαλίας. «Εάν κάποιος κάτι μαθαίνει μέσα στο σχολείο είναι διότι, διαδοχικά, έναν καθηγητή σε κάποια τάξη –και στο πανεπιστήμιο ακόμη– τον ερωτεύεται και τον ερωτεύεται διότι βλέπει ότι αυτός ο ίδιος ο καθηγητής είναι ερωτευμένος με αυτό που διδάσκει». Θα το έλεγε ο Καστοριάδης φέτος;
Φέτος απειλεί τον καθηγητή η διαχείριση του άγνωστου φόβου. Πιέζεται να ακούσει, φωνάζει να ακουστεί, μιλάει διαρκώς για να καλύψει το κενό που αφήνει ο χαμένος διάλογος. Κάνει βεβιασμένο χιούμορ, χωρίς ανταπόκριση. Μέρα τη μέρα η φωνή πέφτει, η ανάσα πίσω από τη μάσκα μειώνεται. Οι αντοχές λιγοστεύουν. Είδαμε κόπωση από την πρώτη βδομάδα.
Και τα παιδιά; Προχτές, στη Γ' Λυκείου έλεγαν ότι φοβούνται πως θα τελειώσουν το σχολείο και δεν θα τους θυμόμαστε, δεν θα αφήσουν αποτύπωμα. «Κύριε, ούτε πενθήμερη, ούτε γιορτή Πολυτεχνείου, ούτε συναυλία; Τι μένει;» Μένει η στεγνή ύλη. Ολική επαναφορά, ιδίως στο λύκειο, όπου η πολιτική ιδεοληψία σάρωσε φέτος από το πρόγραμμα όσες δράσεις και μαθήματα άνοιγαν ανάσες δημιουργικότητας.
Το υπουργείο μια ευθύνη είχε: να διασφαλίσει στοιχειώδεις όρους υγιεινής με αραίωση στις τάξεις. Αρνήθηκε πεισματικά. Ούτε μάσκες ήθελε να δώσει. Όταν η κυβέρνηση πιέστηκε, διένειμε «μεγκα-μάσκες», υπονομεύοντας την ελάχιστη σοβαρότητα και εμπιστοσύνη. Οι μάσκες αυτές έγιναν η χαρά των «ψεκασμένων». Πέραν τούτου δεν έπραξε ουδέν.
Το εν πολλοίς γερασμένο μόνιμο εκπαιδευτικό δυναμικό της χώρας φοβάται για την υγεία του. Νέοι υπάρχουν, αλλά ως αναπληρωτές τριγυρίζουν σαν τρελοί σε δύο και τρία σχολεία μέσα στην εβδομάδα. Σχολεία εκτεθειμένα στον ιό και σε γονείς (όχι πολλούς) σε αντιμασκική παράκρουση. Και στα ΜΜΕ οι γνωστές ομιλούσες κεφαλές κάνουν ασκήσεις κοινωνικού αυτοματισμού, έτοιμοι να μιλήσουν πάλι για «λουφαδόρους εκπαιδευτικούς με μεγάλες διακοπές».
Οι καιροί είναι κόντρα. Τα σχολεία δίνουν μάχη οπισθοφυλακής. Πρέπει να αντέξουν. Το μάθημα σε αυτές τις συνθήκες είναι διπλή καταξίωση της γνώσης και της παιδείας. Πρέπει οι δάσκαλοι να υπερβούν τη συνωμοσιολογία των μασκομάχων και την απαξίωση της πολιτείας. Να βγάλουν φωνή, παρά την εξάντληση. Να ανοίξουν άλλους δρόμους επαφής. Να βγάλουν πέρα τη χρονιά, να σταθούν πυλώνες κοινωνικής αντοχής.
Αν τα σχολεία φέτος τα καταφέρουν, αυτό θα γίνει μόνο χάρη σε δασκάλους, παιδιά και γονείς που εξακολουθούν να πιστεύουν στο σχολείο. Κόντρα στους καιρούς. Μόνο κόντρα στους καιρούς.
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO.
σχόλια