ΟΡΙΑΚΑ ΠΡΟΛΑΒΑ ΩΣ ΜΑΘΗΤΗΣ το big bang του θεσμού των μαθητικών συμβουλίων, σε εποχές που δεν υπήρχε ακριβώς συνείδηση «μαθητικού κινήματος» ούτε και Συντονιστικό Όργανο Μαθητών Αττικής, παρότι ήταν φανερή η απόπειρα διείσδυσης των κομματικών νεολαιών (του ΚΚΕ και της ΝΔ κυρίως) στον κόσμο του σχολείου. Ψαρωμένοι από την ανέλπιστη αυτή πολιτική χειραφέτηση που μας πρόσφερε η κυβέρνηση της Αλλαγής, προσπαθούσαμε άγαρμπα να διαχειριστούμε αυτό το ενήλικο προνόμιο που μας έκανε να νιώθουμε σαν δόκιμοι πολίτες, σαν να είχαμε ενταχθεί επίσημα σε ένα προπαρασκευαστικό στάδιο για την ορθή χρήση του δικαιώματος ψήφου στα 18.
Η αλήθεια είναι ότι κατά βάθος οι περισσότεροι αντιμετωπίζαμε μάλλον ως πρόωρη και μικρομέγαλη αυτή την εισαγωγική διαδικασία ανάμειξης στα κοινά, από την άλλη μας άρεσε η ιδέα μιας φοιτητικής κατάστασης (εκλογές, συνελεύσεις, ψηφοφορίες, κινητοποιήσεις, αντιπαραθέσεις, χάος, πλάκα, αντιπερισπασμοί, εξωσχολικός χρόνος σε σχολικό πλαίσιο) προτού καν δώσουμε Πανελλήνιες.
Όπως συνέβη και σε πολλά άλλα σχολεία ‒και τότε και πάντα‒, πρόεδρος του 15μελούς στο σχολείο μας σ' εκείνη την πειραματική φάση του θεσμού ανεδείχθη παμψηφεί ο πιο δημοφιλής και συγχρόνως ο πιο καλός μαθητής από τους «σεσημασμένους» κνίτες του λυκείου, κυρίως επειδή ήταν ο πιο πρόθυμος –σαν έτοιμος από καιρό, σαν να συναντούσε επιτέλους το πεπρωμένο– αλλά και ο πιο κατάλληλος για τον ρόλο.
Εύκολο να χάσεις το δίκιο σου (και κανείς δεν μπορεί σοβαρά να αρνηθεί ότι στην τρέχουσα έκτακτη περίσταση έχουν όλο το δίκιο με το μέρος τους οι «καταληψίες») όταν κάνεις τόσο κραυγαλέα χρήση μιας αορίστως αγωνιστικής ρητορικής.
Αντίθετα από τους περισσότερους από εμάς, είχε κατοχυρώσει ήδη στο λεξιλόγιό του στοιχεία πολιτικής ορολογίας και φαινόταν αρκετά στεγνός και συγκροτημένος ώστε να μπορεί να μας εκπροσωπήσει επιτυχώς σε τυχόν «διαπραγματεύσεις» μας με τη διεύθυνση του σχολείου ή/και με τον σύλλογο γονέων για μια σειρά από «κρίσιμα ζητήματα που μας απασχολούσαν» (κάποια απ' αυτά υπήρχαν, κάποια θα έπρεπε να τα εφεύρουμε).
Τελικά, δεν χρειάστηκε. Απ' όσο θυμάμαι, και παρά τις σποραδικές απόπειρες του «προεδρείου» να τοποθετήσει στην ατζέντα και κάποια ζητήματα ευρύτερων κοινωνικών προεκτάσεων που ξεπερνούσαν τη στενή λειτουργία του σχολείου, με διαφορά τα πιο «καυτά» θέματα που απασχόλησαν τη συνέλευση της μαθητικής μας κοινότητας είχαν να κάνουν με χορούς και με την πενταήμερη. Όποτε αναζητήθηκε κάποιο ιδανικό momentum που θα δικαιολογούσε μια μεγαλύτερης κλίμακας κινητοποίηση/παρέμβαση, το πράγμα έμεινε στο επίπεδο των ζυμώσεων, υπό το ειρωνικό μειδίαμα των καθηγητών, παρότι αρκετοί εξ αυτών ήταν ενταγμένοι στην αριστερά (εννοείται ότι γνωρίζαμε τις πολιτικές πεποιθήσεις ολόκληρου σχεδόν του εκπαιδευτικού προσωπικού, δεν τις έκρυβαν άλλωστε).
Θέμα κατάληψης πάντως, με οποιαδήποτε αφορμή, δεν τέθηκε ποτέ σε ψηφοφορία. Πήγαμε πενταήμερη, δώσαμε Πανελλήνιες και ακολούθως είχαμε όλο τον χρόνο μπροστά μας για να εκτονώσουμε την όποια αγωνιστική μας προδιάθεση στη μεγάλη πίστα των φοιτητικών αμφιθεάτρων. Το περίεργο ίσως είναι ότι η μοναδική κατάληψη την οποία βίωσα ως μαθητής είχε συμβεί όταν ήμουν ακόμη στο γυμνάσιο, λίγο πριν από την επίσημη θεσμοθέτηση των μαθητικών κοινοτήτων. Είχε αποφασιστεί η διά παντός αποβολή από το σχολείο κάποιων μαθητών της Β' Λυκείου που σε μια εκδρομή, τελούντες εν ευθυμία, είχαν υβρίσει εν χορώ από τα βάθη της γαλαρίας του πούλμαν μια συνοδό καθηγήτρια, παραφράζοντας το ρεφρέν του κομματιού «Just an Illusion». Τέλεια είχαμε περάσει εκείνες τις μέρες της κατάληψης, μέχρι που ξεθύμανε η αγωνιστική διάθεση (και η υπομονή των γονιών) και η τιμωρία επιβλήθηκε οριστικά και αμετάκλητα.
Από τότε έχουν μεσολαβήσει δεκαετίες και ο θεσμός των μαθητικών συμβουλίων έχει περάσει σε άλλη διάσταση, είτε προωθώντας δίκαια (και σημαντικά και διαχρονικά) αιτήματα, όπως, φέρ' ειπείν, η συγκρότηση ομάδων καλλιτεχνικής δημιουργίας στο σχολείο, είτε μοιάζοντας να λειτουργεί ως εθνική ελπίδων που αύριο θα στελεχώσει φοιτητικές και μεθαύριο κομματικές παρατάξεις. Εύκολο να χάσεις το δίκιο σου (και κανείς δεν μπορεί σοβαρά να αρνηθεί ότι στην τρέχουσα έκτακτη περίσταση έχουν όλο το δίκιο με το μέρος τους οι «καταληψίες») όταν κάνεις τόσο κραυγαλέα χρήση μιας αορίστως αγωνιστικής ρητορικής. Διαβάζοντας την ανακοίνωση του Συντονιστικού Οργάνου Μαθητών Αττικής, το βλέμμα σύρεται με το ζόρι στα κεφαλαία γράμματα που εμφανίζονται ξαφνικά στο κείμενο ως συνθήματα:
NA ΕΙΜΑΣΤΕ ΕΝΩΜΕΝΟΙ ΚΑΙ ΝΑ ΜΗΝ ΚΑΝΟΥΜΕ ΒΗΜΑ ΠΙΣΩ!
ΠΑΡΑΝΟΜΟ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΝΑ ΞΕΣΗΚΩΘΕΙΣ! ΜΟΝΟΔΡΟΜΟΣ ΝΑ ΖΗΣΕΙΣ ΚΑΙ ΝΑ ΑΓΩΝΙΣΤΕΙΣ!
ΚΑΙ ΚΑΤΩ ΑΠΟ ΤΗ ΜΑΣΚΑ ΕΧΟΥΜΕ ΦΩΝΗ! ΘΑ ΑΚΟΥΣΤΕΙ ΑΚΟΜΑ ΠΙΟ ΔΥΝΑΤΑ!
Εντάξει, ρε παιδιά, το πιάσαμε, έχετε τα δίκια σας, αλλά μη μας ξεκουφάνετε κιόλας. Πώς να το χάσετε, άλλωστε, το δίκιο, από τη στιγμή που θεσμικοί παράγοντες σαν τον Βορίδη, τον Γεωργιάδη, τον Μπογδάνο και τον Πορτοσάλτε καθυβρίζουν και συκοφαντούν εσάς τους ανήλικους, και καλά για να τα ακούσουν οι «ινστρούχτορές» σας, συνδέοντάς σας μάλιστα με τα τάγματα των αρνητών και των ψεκασμένων, που στην πραγματικότητα αποτελούν την «αφρόκρεμα» της δικής τους οπαδικής βάσης.