Δύο «διαστημικοί αρχιτέκτονες» από τη Δανία, ανέπτυξαν ένα σεληνιακό καταφύγιο και δοκίμασαν τις βασικές αρχές λειτουργίας της κιβωτού, στο ακραίο και αφιλόξενο περιβάλλον της Γροιλανδίας.
Ο Sebastian Aristotelis και ο Karl-Johan Sørensen της SAGA σχεδίασαν μια πτυσσόμενη κάψουλα που βασίζεται στις αρχές της ιαπωνικής τέχνης οριγκάμι και της «βιο-μίμησης».
Για δύο ολόκληρους μήνες έζησαν απομονωμένοι στη βόρεια Γροιλανδία όπου δοκίμασαν την "Lunark" με το «βλέμμα» στραμμένο στην μελλοντική επιστροφή και εγκατάσταση των ανθρώπων στη Σελήνη. Το καταφύγιό τους άντεξε τους θυελλώδεις ανέμους και τους προστάτευσε από θερμοκρασίες μείον 30 βαθμών Κελσίου και πεινασμένες πολικές αρκούδες.
Ειδικά πάνελ φωτός εξασφάλισαν έναν τεχνητό ουρανό στο εσωτερικό της κάψουλας με εναλλαγές φωτός που ακολουθούσαν τους βιολογικούς ρυθμούς τους.
Οι δύο αρχιτέκτονες εκτός από παρατηρήσεις για την ευστάθεια και την λειτουργικότητα του πρωτοτύπου συνέλεξαν στοιχεία και για την ψυχολογική τους διάθεση, τον αντίκτυπο της απομόνωσης και την διαχείριση κρίσεων κάτω από ακραίες συνθήκες.
Η βασική αρχή πίσω από την Lunark είναι η ανάπτυξή της σε όγκο 750% μεγαλύτερο από αυτόν που απαιτείται για να μεταφερθεί στο σημείο εγκατάστασής. Ήταν εύκολο να ξεδιπλωθεί από δύο άτομα, χωρίς μηχανική υποστήριξη και αρκετά ανθεκτική απέναντι στις ακραίες συνθήκες. «Δούλεψε καλύτερα από κάθε προσδοκία», λέει ο Sebastian Aristotelis.
«Δεν είμαστε εκπαιδευμένοι αστροναύτες και έχουμε πολύ μικρότερες αντοχές. Χρειαζόμαστε ένα πολύ πιο ευχάριστο περιβάλλον. Θέλαμε να δημιουργήσουμε ένα σπίτι, όχι απλώς μια μηχανή επιβίωσης και νιώσαμε τον χώρο σαν σπίτι μας».
Η ομάδα συνέλεξε πολύτιμα στοιχεία τόσο για την λειτουργία όσο και για την ευζωία και την ψυχολογία κάτω από «εξωγήινες» συνθήκες και τώρα ετοιμάζεται να υπογράψει συμβόλαιο με μία διαστημική υπηρεσία που δραστηριοποιείται τόσο στον δημόσιο όσο και στον ιδιωτικό τομέα.