Πόσος κόσμος δεν παθιάστηκε με το "Γκαμπί της Βασίλισσας" και δεν αποφάσισε μέσα σε μια νύχτα να μάθει να παίζει σκάκι! Πόσοι δεν φανατίστηκαν με τις νίκες της ηρωίδας και με το ιντελέκτουαλ σκηνικό που στήθηκε γύρω της μέχρι να "εξολοθρεύσει" τον Ρώσο αντίπαλό της;
Είναι, όμως, έτσι τα πράγματα στο σκάκι στις μέρες μας ή μήπως η τεχνολογία και τα προγράμματα των ηλεκτρονικών υπολογιστών έχουν οριστικά κλέψει τη δημιουργική φαντασία των μεγαλύτερων και ευφυέστερων παικτών; Ο παραπάνω προβληματισμός είχε παιδέψει από νωρίς σκακιστικές διάνοιες όπως ο Καπαμπλάνκα και ο Φίσερ που με διαύγεια "έβλεπαν" την τεχνολογία να καλπάζει και με σχετική επιφύλαξη αντιδρούσαν στους πρώτους αγώνες μεταξύ υπολογιστών και ανθρώπων.
Η πικρή αλήθεια, αναφορικά με τον προβληματισμό τους, ήρθε στο φως το 1997, όταν ο "Super Blue" της ΙΒΜ κέρδισε τον θρυλικό πρωταθλητή και γκραν μάστερ, Γκάρι Κασπάροφ, σε μια παρτίδα όπου ο υπολογιστής μπορούσε να προβλέψει κάθε κίνηση, κάθε στρατηγικό άνοιγμα και κάθε ελιγμό του έκπληκτου -από το τελικό αποτέλεσμα- Κασπάροφ.
"Σκότωσε", λοιπόν, η τεχνολογία το σκάκι; Τι νόημα έχει να παίζουμε, αν ξέρουμε ποιος θα νικήσει; Η σκέψη και μόνο είναι αδιέξοδη και η απάντηση στην ερώτηση μόνο μία. Όμως, σύμφωνα με τους κορυφαίους σκακιστές του σύγχρονου σήμερα πρόκειται για μία πεσιμιστική σκέψη. Κάτι τέτοιο, δηλαδή αλγόριθμοι να εξοντώνουν αλγόριθμους σε ένα παιχνίδι, συμβαίνει παντού: στο πόκερ, στη Ντάμα, στο λιγότερο ευγενές τάβλι.
Το ζητούμενο θα είναι πάντα τι συμβαίνει όταν παίζει άνθρωπος εναντίον ανθρώπου. Και εκεί η ανθρώπινη διάνοια, ο πραγματικά φωτισμένος παίκτης, από τους αισιόδοξους του σπορ τουλάχιστον, πάντα θα βρει τρόπο, αν όχι να νικήσει, τουλάχιστον να διακριθεί. Και αυτό είναι, όπως λένε, η χαρά του παιχνιδιού. Το θέμα είναι αν αυτό μας αρκεί, τώρα που το μυστήριο του σκακιού έχει οριστικά χαθεί...