ΠΡΙΝ ΑΠΟ ΚΑΠΟΙΑ ΧΡΟΝΙΑ τα ελληνικά καφενεία κινδύνεψαν να χαθούν, τουλάχιστον στις μεγάλες πόλεις, καθώς επικράτησαν χώροι όπως τα καφέ, τα all-day μέρη και άλλα ανάλογα που συνάντησαν ευρεία αποδοχή. Όμως τελικά τα καφενεία αποδείχθηκαν «πολύ οικεία για να… πεθάνουν» και πλέον ξαναγράφουν τη δική τους ιστορία, ξαναπιάνοντας το νήμα ως χώροι που διατηρούν τον ιδιαίτερο χαρακτήρα της κοινωνικής ζωής στην Ελλάδα.
Οι μεγαλύτεροι θαμώνες απολαμβάνουν τον ελληνικό καφέ στη χόβολη, παίζουν τάβλι ή χαρτιά, παρακολουθούν ποδοσφαιρικούς αγώνες στην τηλεόραση, κάνουν ατέρμονες συζήσεις για πολιτική, αθλητικά, τοπικά νέα, συχνά διαπληκτίζονται αλλά τελικά φιλιώνουν. Οι νεότεροι, πάλι, ανακαλύπτουν ένα κομμάτι αυθεντικής παράδοσης που αντιστέκεται στην ταχύτητα της σύγχρονης ζωής, απολαμβάνουν την απλότητα, τους σπιτικούς μεζέδες και τις χαμηλές τιμές. Στην ατζέντα των επιλογών για την έξοδο μπαίνουν τα παραδοσιακά καφενεία όπου ο χρόνος μοιάζει να κυλά πιο αργά, επιτρέποντάς τους να συνδεθούν αληθινά, μακριά από τις οθόνες. Αν και η παράδοση ήθελε οι θαμώνες των καφενείων να είναι άνδρες, με την πάροδο του χρόνου οι γυναίκες μπήκαν αρχικά πίσω από τον πάγκο, φτιάχνοντας καφέ και μεζέδες, και σιγά σιγά πήραν θέση και στα τραπέζια.
Αν και η παράδοση ήθελε οι θαμώνες των καφενείων να είναι άνδρες, με την πάροδο του χρόνου οι γυναίκες μπήκαν αρχικά πίσω από τον πάγκο, φτιάχνοντας καφέ και μεζέδες, και σιγά σιγά πήραν θέση και στα τραπέζια.
Τα τελευταία χρόνια τα καφενεία, σύγχρονα και ταυτόχρονα παραδοσιακά, κάνουν την εμφάνισή τους στις αθηναϊκές γειτονιές, προσελκύοντας κόσμο όλων των ηλικιών που θέλει να περάσει χαλαρά και ξέγνοιαστα. Μετά από συστάσεις φίλων επισκέφθηκα το «Καφενείο της παρέας» που αν και γνώριζα την ύπαρξή του, δεν είχε τύχει να το επισκεφτώ. Νωρίς μεσημέρι δίνω εκεί το ραντεβού με φίλους. Φθάνω πρώτη και ανοίγω την πόρτα στον χώρο του πεζοδρομίου που είναι κλεισμένος με χοντρό διαφανές νάιλον. Στο βάθος η τζαμαρία με μισάνοιχτα κουρτινάκια και στη μικρή σάλα μια παρέα ηλικιωμένων που παίζει χαρτιά.


Έχουν γυρίσει τα κεφάλια προς την είσοδο, κοιτώντας με ερευνητικά. Κυλούν κάποια λεπτά αμηχανίας. Μόλις πήρα θέση σε κάποιο από τα τραπεζάκια η παρέα συνέχισε από εκεί που είχε σταματήσει, με φασαζαριόζικες κουβέντες, γέλια. Σιγά σιγά άρχισε η αποχώρηση, κάποιοι πήραν τις μαγκούρες τους που είχαν αφήσει απέξω, φόρεσαν τις τραγιάσκες τους, γιατί το κρύο ήταν τσουχτερό, και ανανέωσαν το ραντεβού τους για την επόμενη μέρα. Στο μικρό ανοιχτό κουζινάκι βρίσκεται φίλη της Κατερίνας, της ιδιοκτήτριας, η Θεώνη, η οποία στο παρελθόν μαγείρευε σε επαγγελματικές εκδηλώσεις και τώρα βοηθάει την Κατερίνα, που κι εκείνη μπαίνει στην κουζίνα τα βράδια, ενώ η αδελφή της, η Δώρα, έχει αναλάβει τις παραγγελίες. Τρεις γυναίκες, λοιπόν, στο τιμόνι του καφενείου.

Η Δώρα, χαμογελαστή και πρόσχαρη, ξέρει όλο το μενού απέξω και το απαγγέλλει με άνεση, δίνοντας και τις σχετικές εξηγήσεις για τα φαγητά που σερβίρονται – με δυο λόγια, δεν υπάρχει κατάλογος. Αρκετές είναι οι προτάσεις σε μπίρες, κρασί από ασκό από τη Μεσσηνία και ρακή από την Κρήτη. Ήδη στο καφενείο μαζεύονται παρέες και τσουγκρίζουν τα ποτήρια τους, τσιμπολογώντας μεζέδες. Συζητήσεις χαλαρές, ευχάριστη διάθεση και χαμόγελα. Στο τραπέζι έρχεται πατατοσαλάτα χλιαρή, στολισμένη με κάππαρη, ψιλοκομμένο κρεμμύδι, ντοματάκια και γύρω μπουκετάκια μπρόκολο με μπούκοβο, ραντισμένα με ελαιόλαδο. Το μπρόκολο είναι ζεστό και ιδανικά αχνισμένο, ενώ τη γεύση του απογειώνει το καυτερό μπούκοβο. Ακολουθούν τα κεφτεδάκια (δεν γίνεται καφενείο χωρίς αυτά) που συνοδεύονται με φέτες λεμονιού – είναι αφράτα και πολύ νόστιμα. Ωραιότατος μεζές είναι η χοιρινή τηγανιά η λεμονάτη, με μπόλικη μυρωδάτη ρίγανη, που τσιμπάει στο αλατάκι «για να τραβάει ποτό», εξηγεί η Δώρα.

Στο μενού υπάρχουν και λίγες προτάσεις με φρέσκα ψαράκια, όπως προσφυγάκια τηγανητά και σαρδέλα ψητή. Επίσης, σερβίρουν φάβα, μπεκρή μεζέ, που στη σάλτσα του θα βουτήξεις φρέσκο ψωμάκι, συκώτι, φρέσκες πατάτες τηγανητές χρυσαφένιες που τσιμπολογάς με τα χέρια, κοτόπουλο μαγειρεμένο με μουστάρδα και πιπεριές, αλλά και γίγαντες. «Το χοιρινό στη λαδόκολλα είναι ιδιαίτερα αγαπητό πιάτο και η συνταγή είναι του Στέφανου, που ξεκίνησε το καφενείο», λέει η Δώρα, που έχει καταγωγή από τον Βόλο, και συνεχίζει: «Ο Στέφανος ήταν από την Καβάλα, ναυτικός στο επάγγελμα. Το χόμπι του ήταν η μαγειρική. Έτσι, το 2011 έριξε άγκυρα στην Ηλιούπολη και έστησε το "Καφενείο της παρέας". Στην αρχή σερβίριζε καφέδες και σιγά σιγά μεζέδες που συνόδευαν την κρητική ρακή. Δυστυχώς, έφυγε στα 60 του και τα ηνία ανέλαβε η γυναίκα του, η Κατερίνα, που συνεχίζει να μαγειρεύει τις σπιτικές συνταγές». Περιβάλλον φιλόξενο με τα κλασικά τραπέζια και τις καρέκλες του καφενείου, ενώ στον τοίχο φιγουράρουν παλιές αφίσες μπίρας. Στο τέλος θα γλυκαθείτε με χειροποίητο ραβανί ή πορτοκαλόπιτα και, όταν έρθει ο λογαριασμός, δεν θα πιστεύετε στα μάτια σας.
«Το καφενείο της παρέας», Μαρίνου Αντύπα 102, Ηλιούπολη, 210 9949116