ΝΟΣΟΚΟΜΕΙΟ ΑΛΕΞΑΝΔΡΑ. Την ημέρα που περνώ το κατώφλι του υγειονομικού ιδρύματος στο κέντρο της Αθήνας η ζέστη είναι αφόρητη. Στο προαύλιο και στους διαδρόμους κόσμος συνεχώς πάει κι έρχεται. Θετικά κρούσματα και ασθενείς που νοσηλεύονται, άλλοι που παίρνουν εξιτήριο, ενώ το ιατρικό και νοσηλευτικό προσωπικό εξακολουθεί να δουλεύει σε εντατικούς ρυθμούς.
Μάσκες, αντισηπτικά, ενημερωτικές πινακίδες με κανόνες ασφαλείας αλλά και ασθενείς που φορούν προστατευτικό εξοπλισμό είναι μερικές από τις εικόνες που παρατηρώ μέχρι να φτάσω στη μονάδα νεογνών, όπου είναι ο προορισμός μου.
Στον δεύτερο όροφο του νοσοκομείου τα βρεφικά κλάματα είναι ένας συνηθισμένος ήχος για το μόνιμο προσωπικό. Η παραμονή παιδιών για κοινωνικούς λόγους στα μαιευτήρια ήταν για πολλά χρόνια ένα ακανθώδες ζήτημα, ειδικά για τα δύο νοσοκομεία, «Έλενα Βενιζέλου» και «Αλεξάνδρα».
Στις γκρίζες αίθουσες του μαιευτηρίου πολλές μητέρες έχουν αναγκαστεί να αποχωριστούν τα νεογέννητα μωρά τους λόγω δυσκολιών που αντιμετωπίζουν. Κάποιες προσωρινά, μέχρι να ολοκληρωθούν ορισμένες υποχρεωτικές διαδικασίες, ενώ κάποιες άλλες για πάντα.
Πρόκειται για περιπτώσεις για τις οποίες η Εισαγγελία Ανηλίκων, σε συνεργασία με τους αρμόδιους φορείς, αποφασίζει την προσωρινή αφαίρεση της επιμέλειας του βρέφους από τη μητέρα του.
Σήμερα, ο χρόνος παραμονής των βρεφών στο Νεογνολογικό Τμήμα είναι μέχρι δύο μήνες, όταν στο παρελθόν έφτανε μέχρι και τους οκτώ. Το 2020 φιλοξένησε συνολικά τριάντα δύο βρέφη με κοινωνικά προβλήματα. Δεκαπέντε από αυτά μεταφέρθηκαν σε ιδρύματα, ενώ τα υπόλοιπα τα παρέλαβαν οι μητέρες τους, δεκαεπτά τον αριθμό.
Κατά τη διάρκεια της παραμονής μου στο νοσοκομείο συναντώ τη διοικήτρια Ευαγγελία Παππά αλλά και την προϊσταμένη της Κοινωνικής Υπηρεσίας του Αθηνά Χαραλάμπους, προκειμένου να συζητήσουμε το θέμα της παραμονής βρεφών στο Νεογνολογικό Τμήμα του νοσοκομείου για κοινωνικούς λόγους.
Εκεί φιλοξενούνται βρέφη που έχουν γεννηθεί από μητέρες που αντιμετωπίζουν σοβαρά κοινωνικά προβλήματα και το υγειονομικό προσωπικό συχνά καλείται να τις υποκαταστήσει αυτό το πρώτο διάσημα, προσφέροντας σε αυτά τα μωρά φροντίδα, αγάπη και μια αγκαλιά.
Είναι γεγονός ότι κατά τη διάρκεια της πανδημίας το μαιευτήριο του νοσοκομείου δεν σταμάτησε να λειτουργεί, παρόλο που φιλοξενούσε, όπως και σήμερα, περιστατικά Covid-19.
Σήμερα, ο χρόνος παραμονής των βρεφών στο Νεογνολογικό Τμήμα είναι μέχρι δύο μήνες, όταν στο παρελθόν έφτανε μέχρι και τους οκτώ. Το 2020 φιλοξένησε συνολικά τριάντα δύο βρέφη με κοινωνικά προβλήματα. Δεκαπέντε από αυτά μεταφέρθηκαν σε ιδρύματα, ενώ τα υπόλοιπα τα παρέλαβαν οι μητέρες τους, δεκαεπτά τον αριθμό. Όσον αφορά την καταγωγή, δεκατρείς από αυτές τις γυναίκες είναι Ελληνίδες και δεκαεννιά αλλοδαπές. Από τις αλλοδαπές μητέρες οι έντεκα δήλωσαν άστεγες και τα βρέφη παρέμειναν φιλοξενούμενα έως ότου βρεθεί κατάλυμα για τις μητέρες τους.
Πλέον, στο Νεογνολογικό Τμήμα κατά μέσο όρο φιλοξενούνται έως δύο παιδιά σε σχέση με το παρελθόν, που ο αριθμός τους έφτανε μέχρι και δεκαπέντε. Σε ετήσια βάση, ο αριθμός των παιδιών με κοινωνικά προβλήματα που φιλοξενούνται είναι περίπου σαράντα με σαράντα πέντε.
«Η παρατεταμένη παραμονή των βρεφών στο νοσοκομείο για κοινωνικούς λόγους αποτελούσε ένα χρόνιο και σοβαρό πρόβλημα», λέει η κ. Ευαγγελία Παππά και συμπληρώνει: «Τόσο το ΓΝΜ “Έλενα Βενιζέλου” όσο και το ΓΝΑ “Αλεξάνδρα”, ως δημόσια μαιευτήρια, εξυπηρετούν έναν πολύ μεγάλο αριθμό γυναικών που ανήκουν στις ευάλωτες κοινωνικές ομάδες. Είναι συνήθως γυναίκες σε χρήση τοξικών ουσιών, γυναίκες με ψυχιατρικά προβλήματα, μητέρες άστεγες, αλλοδαπές, ανύπαντρες ή ανήλικες.
Ο στόχος των κοινωνικών υπηρεσιών μας είναι να εξαντλούν όλες τις δυνατότητες ώστε τα βρέφη να παραμένουν με τη φυσική τους μητέρα. Εφόσον αυτό δεν καταστεί εφικτό, τότε, σε συνεννόηση με την Εισαγγελία Αθηνών και κατόπιν κοινωνικής έρευνας για τις συνθήκες διαβίωσης, που διεξάγεται από τις υπηρεσίες του δήμου, το βρέφος απομακρύνεται από την οικογένειά του και οδηγείται στις δομές παιδικής προστασίας. Φυσικά, αυτό δεν σημαίνει ότι το παιδί δεν μπορεί αργότερα να επιστρέψει στη μητέρα του, αλλά αυτό θα πραγματοποιηθεί μόνο αν δημιουργηθούν οι κατάλληλες συνθήκες».
Στη συνέχεια, ρωτώ τι έχει αλλάξει τα τελευταία χρόνια όσον αφορά την παραμονή των βρεφών εκεί. Η κ. Παππά απαντά: «Ένα νοσοκομείο προφανώς και δεν αποτελεί το κατάλληλο περιβάλλον για την ανάπτυξη ενός βρέφους. Μέχρι το 2016 το νοσοκομείο μας αντιμετώπιζε σοβαρό πρόβλημα με τα βρέφη που φιλοξενούνταν στο Νεογνολογικό Τμήμα για κοινωνικούς λόγους. Ο αριθμός τους ήταν πολύ μεγάλος (έως και δεκαπέντε) και η διάρκεια φιλοξενίας τους συχνά έφτανε και τους οκτώ μήνες.
Στη συνέχεια, η κατάσταση στα δύο μαιευτήρια εξομαλύνθηκε με την υλοποίηση σημαντικών παρεμβάσεων, όπως η δημιουργία της Μονάδας Φιλοξενίας Νεογνών στο Αναρρωτήριο Πεντέλης με χρηματοδότηση του Ιδρύματος Σταύρος Νιάρχος και σε συνεργασία με τα Παιδικά Χωριά SOS, η οποία λειτούργησε για περίπου τρία χρόνια και στο διάστημα αυτό απορροφήθηκαν όλα τα εγκαταλελειμμένα βρέφη από τα μαιευτήρια.
Επίσης, η ανάπτυξη του πιλοτικού προγράμματος “Ανάδοχη Πρώτη Αγκαλιά” από το Κέντρο Βρεφών, που είχε ως σκοπό την προσέλκυση και έγκριση ανάδοχων οικογενειών για την απευθείας τοποθέτηση βρεφών που παραμένουν για μεγάλο χρονικό διάστημα στα νοσηλευτικά ιδρύματα σε προγράμματα βραχυπρόθεσμης αναδοχής έως τη μόνιμη οικογενειακή αποκατάστασή τους, δηλαδή είτε την επιστροφή τους στη φυσική τους οικογένεια είτε την υιοθεσία. Και, τέλος, η ψήφιση του νόμου 4538/2018 με τα μέτρα για την προώθηση των θεσμών της αναδοχής και υιοθεσίας, η εφαρμογή του οποίου ξεκίνησε το 2020 και βοήθησε πολύ στην αποσυμφόρηση των νεογνολογικών τμημάτων των δύο μαιευτηρίων».
Η προϊσταμένη της Κοινωνικής Υπηρεσίας του Νοσοκομείου «Αλεξάνδρα» Αθηνά Χαραλάμπους εργάζεται εκεί από το 1986. Διαθέτει τεράστια εμπειρία και έχει κληθεί άπειρες φορές να διαχειριστεί δύσκολες καταστάσεις με μητέρες που αντιμετωπίζουν σοβαρά κοινωνικά προβλήματα.
Μας εξηγεί ότι για εκείνη προτεραιότητα της κοινωνικής υπηρεσίας είναι να διεξάγει έρευνα με ευσυνειδησία, ώστε μέσα στο πλαίσιο της δεοντολογίας του επαγγέλματος να παρθούν οι κατάλληλες αποφάσεις για τη μητέρα και το νεογέννητο βρέφος και στη συνέχεια να επιληφθούν οι εισαγγελικές αρχές.
«Τα κοινωνικά προβλήματα δεν έχουν αυξηθεί ή μειωθεί», επισημαίνει. Τα προβλήματα διαφοροποιούνται ανάλογα με τις εποχές. Στο πρόσφατο παρελθόν η οικονομική κρίση έφερε πολλά προβλήματα και επηρέασε σημαντικά τη συνοχή της οικογένειας. Σήμερα αντιμετωπίζουμε το ζήτημα του προσφυγικού - μεταναστευτικού. «Είναι ένα πρόβλημα που αντιμετωπίζουμε έντονα τα τελευταία δύο χρόνια. Υπάρχουν πολλές γυναίκες πρόσφυγες που έρχονται στο νοσοκομείο μας για να γεννήσουν και δηλώνουν άστεγες ‒ προέρχονται κυρίως από την Αφρική.
Η έξοδος της άστεγης μητέρας και του νεογνού από το νοσοκομείο σηματοδοτεί κίνδυνο για την ασφάλειά τους, ως εκ τούτου προτεραιότητά μας είναι να εξασφαλιστεί κάποιο κατάλυμα. Έτσι, συνεργαζόμαστε με το υπουργείο Μεταναστευτικής Πολιτικής, την Ύπατη Αρμοστεία και τον Διεθνή Οργανισμό Μετανάστευσης (ΔΟΜ) και με αίτημα της κοινωνικής υπηρεσίας γίνονται προσπάθειες ανεύρεσης στέγης.
Οι δυσκολίες περιπλέκονται όταν οι μητέρες πρόσφυγες δεν έχουν ταυτοποιητικά έγγραφα ή δεν έχουν υποβάλει αίτημα ασύλου στις αρμόδιες Αρχές. Τότε η υπηρεσία, σε συνεννόηση με τη διοίκηση, καλύπτει όλα τα έξοδα μεταφοράς της μητέρας και του βρέφους στο camp από το οποίο έχει μεταφερθεί, για παράδειγμα εισιτήρια, ταξί ή τις ανάγκες των νεογνών».
Ποια είναι τα πιο συνηθισμένα περιστατικά; «Αντιμετωπίζουμε καθημερινά διάφορα περιστατικά, όπως ανέφερε και η κ. Παππά, και αφορούν κυρίως μητέρες εξαρτημένες, με ψυχικά νοσήματα, ανήλικες. Η προσπάθεια των κοινωνικών λειτουργών είναι να αποφεύγεται η διακοπή του δεσμού μάνας - βρέφους, να δίδονται ευκαιρίες στη μητέρα να διεκδικήσει το βρέφος της για να του παρέχει ασφαλή και υγιή διαβίωση και χαιρόμαστε όταν αυτό επιτυγχάνεται. Είναι μικρό το ποσοστό μητέρων που γεννάνε και εγκαταλείπουν εντελώς το παιδί τους και στόχος μας είναι να είναι μικρό το ποσοστό των βρεφών που μεταφέρονται σε ιδρύματα», απαντά η κ. Χαραλάμπους.
Τι θυμάται πιο έντονα όλα αυτά τα χρόνια; «Είναι αμέτρητα τα περιστατικά που έχω διαχειριστεί. Ωστόσο, θα έλεγα ότι τα περιστατικά με τις εξαρτημένες μητέρες είναι αυτά που μας προβληματίζουν περισσότερο. Αυτό που παρατηρείται είναι ότι οι εξαρτημένες μητέρες που έρχονται να γεννήσουν σε ποσοστό 50% είναι εκτός προγραμμάτων απεξάρτησης. Ενώ τους δίνεται η δυνατότητα να ενταχθούν κατ’ εξαίρεση σε πρόγραμμα υποκατάστασης των ΟΚΑΝΑ που βρίσκονται στα νοσοκομεία, δεν τα επιλέγουν. Φαίνεται ότι οι ουσίες νικάνε κάποιες φορές την επιθυμία για τη διεκδίκηση του γονεϊκού ρόλου.
Τα βρέφη, δε, έχουν υποστεί εθισμό λόγω της χρήσης κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης, έτσι, όταν γεννηθούν, υποβάλλονται σε θεραπεία απεξάρτησης με μεθαδόνη λόγω του στερητικού που εκδηλώνουν. Η κοινωνική υπηρεσία συνεργάζεται με τα προγράμματα ΚΕΘΕΑ και 18 Άνω και συμμετέχει στο δίκτυο εξαρτημένων μητέρων, προκειμένου να δώσει την ευκαιρία στη μητέρα να απεξαρτηθεί και να έχει τη δυνατότητα να διεκδικήσει τον γονεϊκό της ρόλο μέσα από θεραπευτικές διαδικασίες που παρέχουν αυτά τα προγράμματα. Αλλιώς, το νεογνό είτε θα μεταφερθεί σε ίδρυμα είτε θα το αναλάβει το άμεσο οικογενειακό περιβάλλον, εφόσον η Εισαγγελέας Ανηλίκων το αποφασίσει», υπογραμμίζει.
Σύμφωνα με όσα μας λέει η ίδια, οι πιο πολλές μητέρες που καταφθάνουν στο νοσοκομείο για να γεννήσουν και αντιμετωπίζουν κοινωνικά προβλήματα προφανώς και επιθυμούν να κρατήσουν το παιδί τους.
Ποιες είναι οι πρώτες σκέψεις που μοιράζονται οι μητέρες αυτές; «Αντιμετωπίζουν με καχυποψία και φόβο τον κοινωνικό λειτουργό. Εμείς είμαστε οι “κακοί” της υπόθεσης, εφόσον μας έχουν ταυτίσει με τις διαδικασίες απομάκρυνσης του παιδιού. Γι’ αυτό προσπαθούμε αρχικά να χτίσουμε σχέση εμπιστοσύνης μαζί τους, ώστε να μπορέσουμε να έχουμε την ευκαιρία να δουλέψουμε μαζί το πρόβλημά τους και να επιτύχουμε το καλύτερο αποτέλεσμα γι’ αυτές και το παιδί τους.
Αυτό δεν είναι πάντα εύκολο, εφόσον συχνά η απομάκρυνση του βρέφους είναι αναγκαία και ο εύλογος θυμός της μητέρας απευθύνεται πάντα στον κοινωνικό λειτουργό. Το ψυχικό κόστος είναι εξίσου μεγάλο για τον επαγγελματία. Άλλωστε, δεν υπάρχει χειρότερο για μια μάνα από το να αποχωρίζεται το παιδί της», καταλήγει η προϊσταμένη της κοινωνικής υπηρεσίας.
Λίγο πριν κλείσουμε τη συζήτησή μας, η διοικήτρια του νοσοκομείου υπενθυμίζει ότι στην Ελλάδα έχουμε μεγάλο αριθμό ζευγαριών που επιθυμούν περισσότερο τη λύση της υιοθεσίας συγκριτικά με την επιλογή της βραχείας αναδοχής. «Στόχος όλων των αρμόδιων υπηρεσιών αλλά και των κοινωνικών υπηρεσιών των δύο νοσοκομείων είναι να μειωθεί ο ιδρυματικός χρόνος παραμονής των βρεφών, τα παιδιά να μεγαλώνουν σε ένα υγιές οικογενειακό περιβάλλον αλλά και να αναδειχτεί περισσότερο ο θεσμός της ανάδοχης οικογένειας», σημειώνει.
Πράγματι, οι περιπτώσεις που οι μητέρες εγκαταλείπουν τα βρέφη τους έχουν ελαχιστοποιηθεί. Ευάλωτες ομάδες πληθυσμού, παρά τις δυσκολίες, έχουν τη δυνατότητα να απευθύνονται σε προγράμματα κοινωνικής φροντίδας που παρέχονται μέσα από διάφορους φορείς Δημοσίου ή ΜΚΟ για να βρουν μια δίοδο για την προστασία και αποκατάσταση των παιδιών τους.
Το βέβαιο είναι ότι στα Νεογνολογικά Τμήματα του «Αλεξάνδρα» και του «Έλενα Βενιζέλου», ακόμη και εν μέσω πανδημίας, το μαιευτικό προσωπικό μοιράζει αγάπη και προσφέρει φροντίδα σε νεογέννητα που από την ώρα που γεννήθηκαν αναζητούν ένα καλύτερο αύριο.