«ΔΕΝ ΣΚΟΤΩΝΟΥΝ ΤΑ ΟΠΛΑ, οι άνθρωποι σκοτώνουν»: αυτό είναι ένα από τα επιχειρήματα των υπέρμαχων της οπλοκατοχής απανταχού της γης. Στην περίπτωση όμως του Άλεκ Μπόλντγουιν (ή Μπάλντουιν, όπως έχει επικρατήσει να γράφεται) το όπλο ήταν αυτό που έκανε το κακό σαν να λειτουργούσε αυτόνομα, ανεξάρτητα από τον ανυποψίαστο και άβουλο χρήστη, σαν να γνώριζε μόνο το άψυχο αντικείμενο το τρομερό μυστικό ότι τα πυρά που περιείχε δεν ήταν ψεύτικα αλλά φονικά, όπως αποδείχτηκε με τον πιο τραγικό τρόπο.
Όποιος κι αν ευθύνεται, τελικά, για την εγκληματική αμέλεια –για την «κακιά την ώρα»–, αυτός δεν ήταν ο γνωστός ηθοποιός, πέρα από το μερίδιο ευθύνης που μπορεί να του αναλογεί ως ένας εκ των παραγωγών της ταινίας, τίτλος που συχνά αποδίδεται αυτομάτως και τιμής ένεκεν στους επιφανείς πρωταγωνιστές μιας ταινίας ή μιας τηλεοπτικής σειράς.
Δεν είναι και λίγοι αυτοί που πιστεύουν πως οι πλούσιοι και οι προνομιούχοι δεν αξίζουν τον οίκτο και τη συμπόνια μας, ακόμα κι όταν πέφτουν θύματα ασύλληπτης κακοδαιμονίας. Σκέψου όμως πώς μπορεί να είναι να αφαιρέσεις ζωή από το πουθενά, να βρεθείς υπαίτιος ανθρωποκτονίας εξ αμελείας, και μάλιστα όχι δικής σου.
Δεν είναι και λίγοι αυτοί που πιστεύουν πως οι πλούσιοι και οι προνομιούχοι δεν αξίζουν τον οίκτο και τη συμπόνια μας, ακόμα κι όταν πέφτουν θύματα ασύλληπτης κακοδαιμονίας.
Σκέψου όμως πώς μπορεί να είναι να αφαιρέσεις ζωή από το πουθενά, να βρεθείς υπαίτιος ανθρωποκτονίας εξ αμελείας, και μάλιστα όχι δικής σου. Αυτή η στάμπα δεν ξεθωριάζει ποτέ. Εφεξής σε ορίζει αυτή η τραγωδία. Το μόνο χειρότερο ίσως, όσον αφορά τη φήμη ή την υστεροφημία που θα σε συνοδεύει για πάντα, είναι να πέσεις ο ίδιος θύμα μιας τέτοιας σκληρής και κακόγουστης φάρσας της μοίρας, να χάσεις άδοξα τη ζωή σου εξαιτίας ενός τρελού ατυχήματος, συχνά υπό κωμικοτραγικές συνθήκες και σε κοινή θέα.
Λένε ότι είναι πολύ περισσότεροι απ’ όσοι νομίζουμε οι άνθρωποι που σβήνουν καθισμένοι στον θρόνο της τουαλέτας τους, απλώς το γεγονός αποκρύπτεται από τους δικούς τους – κανείς δεν θα ήθελε να συνδεθεί το τέλος του με μια τόσο πεζή και θλιβερή αυλαία.
Ο 63χρονος ηθοποιός είχε το φριχτό προνόμιο να διαπιστώσει μέχρι ποιο σημείο μπορούν να φτάσουν τα σαδιστικά καπρίτσια της ζωής και πόσο λίγο μπορούμε πραγματικά να ελέγξουμε την (εκ)τροπή των περιστάσεων.
Και δεν είναι ο μόνος φυσικά. Σύμφωνα με τα στοιχεία μιας έρευνας που εμφανίστηκε στη δημοσιότητα με αφορμή το τραγικό περιστατικό, γύρω στους 30.000 ανθρώπους κάθε χρόνο σκοτώνουν σε ατύχημα κάποιον συνάνθρωπό τους, μόνο στις ΗΠΑ. Πολλές από αυτές τις περιπτώσεις έχουν να κάνουν με τροχαία ατυχήματα, συνθήκη που ίσως είναι πιο οικεία στους περισσότερους από εμάς.
Μέσα στα χρόνια, έχω γνωρίσει κάνα δυο τέτοιες περιπτώσεις ανθρώπων που αφαίρεσαν ζωή με το αυτοκίνητο χωρίς να φταίνε καθόλου (τη μία πετάχτηκε ξαφνικά μικρό παιδί μπροστά στις ρόδες και την άλλη ηλικιωμένο άτομο, εν συγχύσει διατελόν) και όλα τα «δεν φταις εσύ» του κόσμου δεν ήταν αρκετά για να απαλύνουν έστω και στο ελάχιστο τη βαθιά συντριβή και τη χρόνια μετατραυματική διαταραχή που υπέστησαν.
Η ενοχή, η ντροπή, η θλίψη, η οδύνη αλλά και η οργή (ενάντια στον εαυτό τους) έμελλε να τους ακολουθούν διά βίου, και μόνο όταν αποφάσισαν να αναζητήσουν βοήθεια και να μη συντηρούν ανομολόγητες και κρυμμένες μέσα τους αυτές τις πληγές κατάφεραν να τις επουλώσουν, έστω και στοιχειωδώς.
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO.