Έφυγε από τη ζωή ύστερα από μακροχρόνια ασθένεια ο σημαντικός Έλληνας ζωγράφος, χαράκτης και γλύπτης Χρήστος Σαρακατσιάνος.
Γεννήθηκε το 1937 στη Μεγάλη Γότιστα Ιωαννίνων. Πρώτοι του δάσκαλοι στην τέχνη ήταν ο αγιογράφος Γιώργος Καζάκος και ο Πάνος Σαραφιανός. Στη συνέχεια σπούδασε στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών Αθήνας, αρχικά στο εργαστήριο γλυπτικής του Θανάση Απάρτη και στη συνέχεια κοντά στον Γιάννη Μόραλη, με υποτροφία του ΙΚΥ. Έκανε επίσης σπουδές σκηνογραφίας και διακοσμητικής. Αποφοίτησε το 1967. Την περίοδο 1967-1973 ταξίδεψε σε διάφορες χώρες της Ευρώπης όπου επισκέφτηκε μουσεία και μελέτησε τα ρεύματα της σύγχρονης τέχνης. Μελέτησε επίσης την αρχαία ελληνική, τη βυζαντινή και τη λαϊκή τέχνη.
Παρουσίασε την πρώτη του ατομική έκθεση στην Αθήνα (Καλλιτεχνικό Πνευματικό Κέντρο "Ώρα", 1982). Τόσο στο ζωγραφικό όσο και στο χαρακτικό του έργο, κύριο θεματικό στοιχείο είναι το γυμνό γυναικείο σώμα ενώ σπανιότερα συναντάται το ανδρικό σώμα. Στη ζωγραφική του χρησιμοποιεί ως επί το πλείστον ακρυλικά και λάδια. Οι μορφές αποδίδονται μερικές φορές αποσπασματικά ή με ανατομικές αυθαιρεσίες. Έχουν ζωηρά επίπεδα χρώματα και καθαρά σχήματα, όπου κυριαρχούν οι καμπύλες. Οι φιγούρες συχνά συνοδεύονται από αφαιρετικά στοιχεία με έντονο γεωμετρικό χαρακτήρα, που καθορίζουν το φόντο. Η προσωπική γραφή του καλλιτέχνη έχει διαμορφωθεί με την αφομοίωση κυβιστικών, εξπρεσιονιστικών και σουρεαλιστικών στοιχείων, αλλά εμπεριέχει και αναφορές στη γεωμετρική αφαίρεση, καθώς και στην αγγειογραφία της αρχαιότητας. Το περιεχόμενο των έργων του, προβάλλει κυρίως έναν προβληματισμό για το φαινόμενο της ζωής της γονιμότητας και του θανάτου.
Στα ασπρόμαυρα χαρακτικά του έργα συναντάμε μια συγγενική θεματολογία και τους ίδιους κώδικες που χρησιμοποιεί στη ζωγραφική του. Ιδιαίτερα στις ξυλογραφίες του αναδεικνύει την σκληρότητα, την τραχύτητα αλλά και τη ζεστασιά που μπορεί να δώσει το υλικό του.
Στο πλαίσιο της ευρύτερης καλλιτεχνικής του δραστηριότητας ασχολήθηκε με την εικονογράφηση εντύπων και την επιμέλεια εκδόσεων. Υπήρξε ιδρυτικό μέλος της Ομάδας Χαλκογραφίας (1977-1980) και είναι ενεργό μέλος πολλών συλλογικών φορέων σχετικών με την τέχνη.
Έχει κάνει ατομικές εκθέσεις και έχει λάβει μέρος σε πολλές ομαδικές, στην Ελλάδα και στο εξωτερικό (Ιταλία, Βέλγιο, Αυστραλία, Βουλγαρία, Γερμανία, Κύπρο). Έργα του βρίσκονται σε μουσεία και πινακοθήκες (Εθνική Πινακοθήκη, Μουσείο Βορρέ, Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης-Άνδρος, Δημοτική Πινακοθήκη Αθηνών, Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος, Δημοτική Πινακοθήκη Ρόδου, Ηρακλείου κ.α.) καθώς και σε ιδιωτικές συλλογές στην Ελλάδα, Ευρώπη, Αμερική και Ιαπωνία.
Ο Χρήστος Σαρακατσιάνος από τον καθηγητή ιστορίας της τέχνης Γιάννη Κολοκοτρώνη
Ο Χρήστος Σαρακατσιάνος εξέθεσε πρώτη φορά το 1967 (στην Αίθουσα Εποχή) αλλά όποιος προσέξει τον κατάλογο της πρώτης αναδρομικής έκθεσης (Μουσείο Βορρέ, 1990), θα διαπιστώσει ότι ο ίδιος σηματοδοτεί το ξεκίνημά του με τον πίνακα Άτιτλο Νο ΧΙ-402 (1973. Ακρυλικό, 135X90 εκ. συλλογή Ζ. Πορταλάκη). Σ’ αυτόν, εμπεριέχονται τα μορφοπλαστικά χαρακτηριστικά της τέχνης που επρόκειτο να αναπτύξει, τα επόμενα σαράντα χρόνια, πλουτίζοντας την όρασή μας με μοναδικές και πρωτότυπες συνθέσεις. Επίπεδοι χρωματικοί συνδυασμοί, μηχανικά και ανθρώπινα συμπλεκόμενα μορφότυπα, ρεαλιστικές περιγραφές και αφαιρετικές σχηματοποιήσεις, παραφορτωμένοι ή ανάλαφροι χώροι, δίνουν το στίγμα ενός καλλιτέχνη που δείχνει να αλώνει με ασφάλεια τα χωράφια της τέχνης για να υπογραμμίσει την ενότητα και τη συνέχεια που διέπει τον κόσμο των μορφών και των εννοιών.
Ο Σαρακατσιάνος ταγμένος στην υπόθεση της τέχνης, δημιούργησε με τα υλικά της ζωγραφικής, της γλυπτικής και της χαρακτικής, εικόνες σύμβολα του καιρού του και ανέδειξε την ποιητική διάσταση της καθημερινότητας του νεοέλληνα σε μια μεταβατική περίοδο της ιστορίας του. Από το 1973, που επέστρεψε στην Ελλάδα μετά από μια εξαετή περιπλάνηση στις μεγάλες ευρωπαϊκές πρωτεύουσες (Λονδίνο, Παρίσι, Ρώμη κ.ά.), εμφανίζεται με ένα ήδη διαμορφωμένο εικονιστικό λεξιλόγιο που του επιτρέπει να δομεί εικόνες με πολλαπλές σημασίες καθώς συνδέονται με συνειδητές εμπειρίες καθημερινής ζωής και ασύνειδες μνήμες: Σχηματοποιημένες πολυκατοικίες, φουγάρα εργοστασίων, μπουκάλες οξυγόνου, μηχανές σε λειτουργία, μοτοσυκλέτες, γρανάζια και σήματα κυκλοφορίας συνυπάρχουν με παχύσαρκες ή αθλητικές ανθρώπινες μορφές καθιστές και αιωρούμενες, καβαλάρηδες, ερωτιδείς, φτερωτά άλογα, σπασμένα αγάλματα και αγγέλους σαλπιστές. Ο καλλιτέχνης, αντιλαμβάνεται μια δέσμη καθημερινών συμβόλων σαν ένα νέο σύνολο σημείων επικοινωνίας του σύγχρονου Έλληνα.
Αν ο Χρήστος Σαρακατσιάνος ζωγράφιζε εικόνες που να αντανακλούν απλά συμβάντα της ζωής, η τέχνη του θα στένευε τους νοητούς μας ορίζοντες και θα μέναμε με την εμπειρία της πραγματικότητας. Αντίθετα, η ικανότητα του να δίνει φιλοσοφική διάσταση στις εικόνες και να αποτυπώνει την ουσία της ανθρώπινης ύπαρξης κάνει τα έργα του διαχρονικά. Ας συγκρίνουμε τον Θρήνο της Ανδρομάχης μπροστά στο νεκρό σώμα του Έκτορα (1783. Λάδι σε μουσαμά, 275 Χ203εκ. Παρίσι, Σχολή Καλών Τεχνών) που ζωγράφισε ο νεοκλασικιστής ϋαοςυθδ-Ιουϊδ Πενιά με τον αντίστοιχο θρήνο του νεκρού ήρωα με το μπαταρισμένο δεξί πόδι Ατιτλο Νο ΧΙΙΙ-623 (1984. Ακρυλικό 150X155 εκ.) του Χρήστου Σαρακατσιάνου για να αντιληφθούμε ότι την εποχή της ταχύτητας και του ψηφιακού κόσμου, το αρχέτυπο του πένθους και της αγωνίας επαναλαμβάνεται πάνω στο λείψανο οποιουδήποτε ανώνυμου ήρωα της εποχής. Μελετητής της αρχαίας ελληνικής φιλοσοφίας ο Σαρακατσιάνος βάζει στο κέντρο της τέχνης του τον άνθρωπο όπως κεντρική θέση είχε ιδίως στη σωκρατική φιλοσοφία και μας δείχνει ότι στην ερημώδη μορφή του κοινωνικού χώρου που δημιουργήθηκε από τον ίλιγγο της ταχύτητας και την πληροφόρηση υπάρχει πάντα ο μύθος και η μεταμόρφωση. Πίσω από το μετασχηματισμό των μορφών, μια συμβολική τάξη πραγμάτων δίνει στο νόημα μεταφορική αξία. Γι’ αυτό και δεν ζωγράφισε ποτέ μέσα από αναπαραγωγές εικόνων (καρτ ποστάλ, αφίσες) όπως οι καλλιτέχνες της Ποπ Αρτ ούτε τα όνειρά του, όπως οι σουρεαλιστές.