Ένα «αληθινό εμπάργκο» της Δύσης στη ρωσική ενέργεια θα μπορούσε να βάλει τέλος στον πόλεμο στην Ουκρανία, δήλωσε πρώην επικεφαλής οικονομικός σύμβουλος του Βλαντιμίρ Πούτιν.
Η Μόσχα «δεν έχει πάρει στα σοβαρά» τις απειλές άλλων χωρών ότι θα μειώσουν τη χρήση ενέργειας, δήλωσε ο Αντρέι Ιλαριόνοφ. Παρότι προσπαθεί να μειώσει την εξάρτησή της από τη Ρωσία, η Ευρώπη συνεχίζει να αγοράζει πετρέλαιο και φυσικό αέριο.
Πέρυσι, λόγω της εκτίναξης των τιμών, το 36% των κυβερνητικών δαπανών της Ρωσίας καλύφθηκαν με τα έσοδα από το πετρέλαιο και το φυσικό αέριο. Μεγάλο μέρος αυτών προέρχεται από την ΕΕ, που εισάγει περίπου το 40% του φυσικού αερίου της και το 27% του πετρελαίου της από τη Ρωσία.
Αν οι χώρες της Δύσης «προσπαθούσαν να εφαρμόσουν ένα αληθινό εμπάργκο στις εισαγωγές πετρελαίου και φυσικού αερίου από τη Ρωσία… θα στοιχημάτιζα ότι περίπου σε έναν ή δύο μήνες οι ρωσικές στρατιωτικές επιχειρήσεις στην Ουκρανία θα σταματούσαν», δήλωσε ο Ιλαριόνοφ. «Είναι ένα από τα πολύ αποτελεσματικά εργαλεία που έχουν ακόμη οι δυτικές χώρες», συμπλήρωσε.
Ο Πούτιν, σύμφωνα με τον Ιλαρίοφ, ήταν έτοιμος να υπομείνει με ένα πλήγμα στην οικονομία, κάτι που δείχνει ποιες είναι οι προτεραιότητές του. «Οι εδαφικές, αυτοκρατορικές φιλοδοξίες του είναι πολύ σημαντικότερες από οτιδήποτε άλλο, μεταξύ άλλων από τα μέσα επιβίωσης του ρωσικού λαού και την οικονομική κατάσταση της χώρας… ακόμη και από την οικονομική κατάσταση της κυβέρνησής του», ανέφερε χαρακτηριστικά ο πρώην σύμβουλος του Ρώσου προέδρου.
Ο Ιλαριόνοφ εκτίμησε ότι πιθανότατα θα διπλασιαστεί ή ίσως και θα τριπλασιαστεί ο αριθμός των Ρώσων που ζουν στη φτώχεια, καθώς πασχίζει η οικονομία. Η Παγκόσμια Τράπεζα εκτιμά ότι περίπου 20 εκατομμύρια Ρώσοι ζουν στη φτώχεια.
Το Centre for Strategic Research, ένα think tank με έδρα στη Μόσχα, προέβλεψε ότι φέτος θα μπορούσαν να χαθούν δύο εκατομμύρια θέσεις εργασίας, καθώς η ανεργία θα αυξηθεί από το ιστορικό χαμηλό στο οποίο βρισκόταν.
Ανάλογους φόβους εξέφρασε και ο Βλαντιμίρ Μίλοφ, πρώην αναπληρωτής υπουργός Ενέργειας που πλέον ανήκει στο κόμμα του Αλεξέι Ναβάλνι. «Πολλοί ανησυχούν ότι θα χάσουν τη δουλειά τους, αλλά η πλειοψηφία δεν συνειδητοποιεί πραγματικά τη σοβαρότητα της οικονομικής κατάστασης», δήλωσε.
Εξαιτίας του πληθωρισμού, που έχει ανέβει στο 15,7% λόγω του πολέμου, πολλοί μπορεί να σταματήσουν να ξοδεύουν χρήματα για παράδειγμα σε γυμναστήρια και εστιατόρια, σημείωσε. «Αυτά είναι άσχημα νέα για πολλές μικρές επιχειρήσεις», τόνισε ο Μίλοφ. Οι τιμές κάποιων βασικών αγαθών- όπως η ζάχαρη, τα κρεμμύδια και τα λάχανα- έχουν αυξηθεί πάνω από 40% από τις αρχές του χρόνου.
«Εξηγούμε στον κόσμο από την αρχή ότι η πολιτική του Πούτιν θα οδηγήσει τη Ρωσία στην καταστροφή, μεταξύ άλλων μια ολοκληρωτική κοινωνική και οικονομική καταστροφή, συμπεριλαμβανομένης μιας επιδείνωσης του επιπέδου ζωής που δεν είχαμε δει εδώ και δεκαετίες», τόνισε.
Όμως, ο Μίλοφ εκτίμησε ότι θα χρειαστεί καιρός προκειμένου αυτό να μεταφραστεί σε πολιτική αλλαγή. «Η Ρωσία είναι μια χώρα με μεγάλη αδράνεια στην κοινωνία και οι αρχές προκαλούν μεγάλο φόβο. Οι άνθρωποι φοβούνται πολύ να διαδηλώσουν, επειδή μπορεί να καταλήξουν στη φυλακή για πολύ καιρό», τόνισε.
«Αλλά θα έλεγα ότι λίγοι μήνες πραγματικά βαθιών οικονομικών προβλημάτων, που δεν τα έχουμε δει εδώ και 30 χρόνια, θα αλλάξουν τη διάθεση της κοινωνίας. Περισσότεροι άνθρωποι θα αρχίσουν να μιλούν», εκτίμησε.
Κατά την άποψη του Ιλαριόνοφ, που ζει πλέον στις ΗΠΑ, η αλλαγή της κυβέρνησης είναι αναπόφευκτη «αργά ή γρήγορα». «Είναι απολύτως αδύνατο να υπάρξει το όποιο θετικό μέλλον για τη Ρωσία με το σημερινό πολιτικό καθεστώς», επεσήμανε. Υπό τον Πούτιν, συμπλήρωσε «δεν υπάρχει περίπτωση η χώρα να ενταχθεί ξανά στις διεθνείς σχέσεις, στην παγκόσμια οικονομία».
Με πληροφορίες από BBC