ΓΙΑ ΕΝΑ ΔΙΑΣΤΗΜΑ, ένας από τους πιο συχνούς παιδικούς εφιάλτες μου ήταν το όνειρο-απόβασης. Το σπίτι μας δεν απείχε ούτε πενήντα μέτρα από τη θάλασσα κι απέναντι, στα δεκαπέντε μίλια, ο εχθρός.
Μετά την εισβολή στην Κύπρο και για κάμποσους μήνες περιμέναμε κάποιο ρεσάλτο στα δικά μας νησιά του Ανατολικού Αιγαίου. Καμιά φορά τη νύχτα η θάλασσα έβγαζε αλλόκοτους θορύβους, τα φωτάκια των κάθε λογής πλοιαρίων μπορούσαν να αναστατώσουν τη φαντασία, που ήταν εξάλλου μια αγορίστικη φαντασία εποχής σπαρμένη νηοπομπές, αεροπλάνα Spitfire και Μέσερσμιτ και κομάντο με φούμο στο πρόσωπο, σαν αυτά που θαυμάζαμε στις ταινίες.
Άραγε ένας δεκάχρονος αυτό το καλοκαίρι του 2022 στη Σάμο, στη Χίο ή στη Μυτιλήνη, ένα σημερινό παιδί θα έχει ανάλογους εφιάλτες απόβασης; Ή με τόσες παράλληλες πραγματικότητες που τρέχουν γύρω του και μέσα του, αυτή η τρομαχτική φαντασίωση δεν έχει και τόση τύχη;
Είναι πάντως η πρώτη φορά στις τόσες δεκαετίες που μπορεί να πει κανείς πως όλα είναι δυνατά. Στις άλλες κρίσεις –ακόμα και σε αυτή των Ιμίων ή στον Έβρο το 2020– υπήρχε τέλος πάντων ένας μηχανισμός δεύτερων σκέψεων που σε καθησύχαζε. Το επεισόδιο, όσο βαρύ κι αν ήταν, δεν έφερνε μαζί του μια βεντάλια απειλών για την ίδια την ελληνική κυριαρχία στο Αιγαίο.
Κάτι αντιστέκεται στο να πάρουν στα σοβαρά οι άνθρωποι (πόσο μάλλον τα παιδιά) αυτό που συμβαίνει στον δικό μας ψυχρό πόλεμο με το τουρκικό σύστημα εξουσίας, κι όχι μόνο το ερντογανικό.
Τώρα μοιάζει αλλιώς.
Δεν μπορούμε να αποκλείσουμε μια στρατιωτική επίθεση. Ο λόγος που εκπέμπεται από την άλλη πλευρά είναι πολεμογενής, αν όχι ευθέως πολεμικός. Σαν να προβάρεται μια άσκηση απόβασης μέσα στα λόγια, μια αληθινή ρητορική περικύκλωση της χώρας. Και σε μένα τουλάχιστον φέρνει στον νου εκείνα τα ανήσυχα, παιδικά όνειρα του 1974 όπου, αν έμενες κοντά στα σύνορα, τέντωνες το αυτί στους φλοίσβους της θαλάσσης, υποθέτοντας πως μια αρμάδα πλησιάζει την ακτή.
Νομίζω, παρόλα αυτά, πως για ένα παιδί του 2022 δύσκολα γίνεται πιστευτή η απειλή. Βλέπει, ακούει, λούζεται καθημερινά τόσες πολλές εικόνες, σχόλια και φάσεις, που από αυτό το χάος δίχως αρχή και τέλος είναι απίθανο να αποσπαστεί μια σαφής ιδέα απειλής και μάλιστα μια τόσο vintage εικόνα όσο μια απόβαση. Ούτε καν ένας βομβαρδισμός, που στο κάτω-κάτω είναι πιο σύγχρονο πράγμα και εξόχως οπτικοποιημένο σε παιχνίδια και σειρές.
Κάτι αντιστέκεται στο να πάρουν στα σοβαρά οι άνθρωποι (πόσο μάλλον τα παιδιά) αυτό που συμβαίνει στον δικό μας ψυχρό πόλεμο με το τουρκικό σύστημα εξουσίας, κι όχι μόνο το ερντογανικό.
Όμως η κατάσταση είναι πράγματι για συναγερμό. Δεν είναι θέμα της μόδας για τους κριτικούς διανοούμενους που έχουν άλλους ιδεώδεις αντιπάλους, πλην όμως ο αναθεωρητικός οίστρος μαζί με τον αυθαίρετο ανασχεδιασμό συνόρων και συμβάσεων αποτελεί μείζον θέμα. Τα έθνη-αυτοκρατορίες, είτε πραγματικά, είτε κατά φαντασία, φέρνουν πιο κοντά τις ένοπλες συγκρούσεις.
Κάποιος θα πει πως η φαντασία των παιδιών μας δεν πρέπει να δηλητηριάζεται με πολέμους, στρατούς και συναγερμούς. Αυτή είναι η συνηθισμένη αντίδραση των ανθρώπων που μεγάλωσαν πιστεύοντας πως τα προβλήματά τους θα είναι κατά βάση ψυχολογικά, είτε θέματα εισοδήματος. Γι’ αυτό και όλη η ανησυχία μας επικεντρώνεται κυρίως στην πτώση της αγοραστικής δύναμης ή στην ψυχική περιδίνηση που προκαλούν τα αλλεπάλληλα χτυπήματα των κρίσεων.
Όμως ο Ερντογάν, ο Κιλιντσάρογλου, ο Ακάρ, οι νεοοθωμανικές ή κεμαλικές απειλές είναι πραγματικότητα.
Ακόμα και αν επιμέρους στοιχεία της απειλής τονίζονται για λόγους εντυπωσιασμού από κάποια μίντια ή πολιτικές ιδιοτέλειες, αυτό το καλοκαίρι του '22 φτάνει με τη φριχτή εικόνα αποβατικών σκαφών στα πρωτοσέλιδα των τουρκικών εφημερίδων. Κανονικά, θα έπρεπε να έχουμε τελειώσει με τους δικτάτορες, τους οιηματίες, τους επεκτατικούς εθνικιστές – όμως η ιστορική στιγμή θέλει να πέφτουμε πάνω τους και κυρίως να μας επηρεάζουν οι συνέπειες των όσων λένε και των όσων επιχειρούν.
Σε αυτή τη γωνία της Ευρώπης δεν γλιτώνουμε εύκολα από τους ανήσυχους ύπνους, ακόμα και κι αν πέρασαν σχεδόν πενήντα χρόνια από τον παιδικό εφιάλτη των αποβατικών σκαφών.