ΑΠ' ΤΟΝ ΙΟΥΝΙΟ του ’23 γνωρίζουμε ότι σημαντικά στοιχεία λείπουν απ’ το ναυάγιο της Πύλου, το οποίο στοίχισε τις ζωές 650 ανθρώπων σε ήρεμα νερά και με καλό καιρό. Αρχικά, το περιπολικό του Λιμενικού –το οποίο εστάλη καθυστερημένα, δεν ήταν επαρκώς εξοπλισμένο για να πραγματοποιήσει διάσωση και κατηγορείται από τους επιζώντες του ναυαγίου ότι ανέτρεψε το πλοίο τους, προσπαθώντας να το ρυμουλκήσει– δεν είχε το «μαύρο κουτί» καταγραφής δεδομένων ταξιδιού που υποχρεούται να φέρει.
Ταυτόχρονα, δεν υπάρχει βίντεο από την πορεία του περιπολικού. Σύμφωνα με τις πρώτες δηλώσεις του Λιμενικού, οι κάμερες του πλοίου ήταν κλειστές. Αργότερα, οι ίδιες πηγές ισχυρίστηκαν ότι οι κάμερες ήταν μεν ανοιχτές, αλλά ότι η εικόνα τους δεν αποθηκευόταν λόγω πολύμηνης βλάβης του συστήματος. Όσον αφορά τη ρυμούλκηση, το Λιμενικό την αρνήθηκε κατηγορηματικά τις πρώτες μέρες μετά το ναυάγιο, ενώ ύστερα παραδέχτηκε πως το περιπολικό έριξε «ένα μικρό σκοινί» στο αλιευτικό Adriana.
Σε αυτά τα ύποπτα κενά στο αφήγημα της κυβέρνησης έρχονται να προστεθούν τα δύο καινούργια στοιχεία που αποκαλύπτει η κοινή έρευνα της «Εφημερίδας των Συντακτών» και του OmniaTV.
H νέα έρευνα δείχνει πως το κύριο μέλημα του Λιμενικού τις ώρες πριν από το ναυάγιο δεν ήταν η βοήθεια στους μετανάστες αλλά η απόσπαση δηλώσεων πως σκοπεύουν να πάνε στην Ιταλία και όχι στην Ελλάδα.
Αρχικά, η έρευνα δείχνει πως το Λιμενικό «έκρυψε κρίσιμες επιχειρησιακές συνομιλίες από την εισαγγελία του Ναυτοδικείου». Συγκεκριμένα, από το υλικό που παρέδωσε το Λιμενικό λείπουν οι συνομιλίες του Ενιαίου Κέντρου Συντονισμού Έρευνας και Διάσωσης (ΕΚΣΕΔ) με το αλιευτικό Adriana τις τελευταίες ώρες πριν (και τα πρώτα λεπτά μετά) από την ανατροπή του, καθώς και ολόκληρη η επικοινωνία του ΕΚΣΕΔ με το περιπολικό που εστάλη στο Adriana.
Οι συνομιλίες που δεν έφτασαν ποτέ στην εισαγγελία θα αποκάλυπταν, μεταξύ άλλων, το χρονικό της ρυμούλκησης. Όπως σημειώνουν η «ΕφΣυν» και το OmniaTV, αυτή η εξαφάνιση καίριων στοιχείων «ενισχύει την έντονη υποψία της απόπειρας συγκάλυψης με μεθόδους όπως αυτές που συγκλονίζουν την κοινή γνώμη στην υπόθεση των Τεμπών».
Επιπλέον, η νέα έρευνα δείχνει πως το κύριο μέλημα του Λιμενικού τις ώρες πριν από το ναυάγιο δεν ήταν η βοήθεια στους μετανάστες αλλά η απόσπαση δηλώσεων πως σκοπεύουν να πάνε στην Ιταλία και όχι στην Ελλάδα. Σύμφωνα με την «ΕφΣυν», αυτή η «επιμονή των αξιωματικών» να ειπωθεί ρητά ότι ο προορισμός των προσφύγων είναι η Ιταλία «εξηγεί γιατί το Λιμενικό καθυστέρησε 15 ώρες να κάνει επιχείρηση διάσωσης». Κατ’ αυτόν τον τρόπο, τα τελευταία στοιχεία στο χρονικό της συγκάλυψης (μιας συγκάλυψης που είχε αρχίσει να μεθοδεύεται τις ώρες μετά από το ναυάγιο, όσο τα σκάφη μάζευαν σορούς από τη θάλασσα) «ίσως κάνουν τη διαφορά ανάμεσα στην εγκληματική αμέλεια και στο προμελετημένο έγκλημα εις βάρος εκατοντάδων ανθρώπων».
Μια τέτοια στάση δεν αποτελεί μεμονωμένο περιστατικό, εξαίρεση ή ατύχημα. Απεναντίας, είναι πλήρως εναρμονισμένη με την πολιτική του ελληνικού κράτους απέναντι στις προσφυγικές ροές. Στην πρώτη καταδίκη της Ελλάδας για pushback, τον Ιανουάριο του 2025, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων αναγνωρίζει ότι οι επαναπροωθήσεις προσφύγων (τις οποίες η κυβέρνηση αρνείται κατηγορηματικά) είναι «μια συστηματική πρακτική εκ μέρους των ελληνικών αρχών» – μια πρακτική που δεν είναι απλώς απάνθρωπη και φονική αλλά αυστηρώς παράνομη υπό το δίκαιο του ασύλου.
Τον Ιούνιο κυκλοφόρησε η έρευνα του BBC για τις επαναπροωθήσεις καθώς και ένα σχετικό ντοκιμαντέρ που αποδεικνύει πως το Ελληνικό Λιμενικό ευθύνεται για τον θάνατο τουλάχιστον 43 προσφύγων στο Αιγαίο κατά την περίοδο 2020-2023 (εξαιρώντας, φυσικά, το έγκλημα στην Πύλο). Οι περισσότεροι απ’ τους 43 πρόσφυγες πνίγηκαν αφού το Λιμενικό απώθησε το πλοίο τους ή αφού τους απήγαγε σε κάποιο νησί της παραμεθορίου και τους επιβίβασε σε κακώς εξοπλισμένα φουσκωτά που άφησε στα ανοιχτά. Εννέα απ’ αυτούς πετάχτηκαν στη θάλασσα από άντρες του Λιμενικού.
Υπό αυτή τη σκοπιά, το ναυάγιο στην Πύλο είναι απλώς η λογική κατάληξη μιας αδήλωτης, μα συνεπούς πολιτικής του ελληνικού κράτους. Όπως εξηγεί η Matina Stevis-Gridneff των «New York Times» στο ντοκιμαντέρ του BBC, η Πύλος ήταν ένα προαναγγελθέν δυστύχημα: «Δεδομένης της συχνότητας των pushbacks στο Αιγαίο, πρόκειται για μια καταστροφή που περίμενε να συμβεί».
Τα τελευταία στοιχεία από τη διαχείριση του ναυαγίου της Πύλου δεν μπορούν παρά να μας θυμίσουν την τραγωδία των Τεμπών. Και στις δύο περιπτώσεις έχουμε την προσπάθεια της κυβέρνησης να αποποιηθεί τις ευθύνες της, στήνοντας ένα αφήγημα που αλλάζει κάθε μέρα.
Αυτή η παραλληλία μάς αναγκάζει να αναμετρηθούμε με την ασύμμετρη απάντηση που έχει υπάρξει απέναντι σ’ αυτά τα δύο εγκλήματα και την αδιαφορία για τα 650 θύματα της Πύλου απ’ την πλειοψηφία της ελληνικής κοινωνίας. Ο λόγος που οι θάνατοι των μεταναστών περνούν «απαρατήρητοι» είναι ένας λιγότερο ή περισσότερο φανερός ρατσισμός, μια προ-συνειδητή αξιολογική κρίση που διαχωρίζει τις ζωές σε σημαντικές και ασήμαντες, πενθήσιμες και μη.
Αυτό θα εξηγούσε και τη σιωπή που κυριαρχεί –με σημαντικές εξαιρέσεις ομάδων και ατόμων που αγωνίζονται– για τους μετανάστες που πέθαναν στο βαγόνι των Τεμπών: για τον Μασρί Εμπραχίμ απ’ τη Συρία, τον Ιονέλ Κουλέλα από τη Ρουμανία, τον Μοχάμεντ-Εντρίζ Μία από το Μπαγκλαντές και τον Παβλίνο Μπόζο από την Αλβανία. Ενάντια στους εθνικιστικούς προσδιορισμούς των «δικών μας» νεκρών και στην επιλεκτική αναγνώριση που προσφέρουν τα ΜΜΕ δρουν όσοι και όσες προσπαθούν να κάνουν τις απαραίτητες συνδέσεις, να επεκτείνουν τη σφαίρα της αντίληψης πέρα απ’ τα έθνη και τις φυλές, να ενώσουν τις ροές.
Τώρα παίζεται το παιχνίδι της σύμπτυξης και της διάσπασης, της συσπείρωσης και του διαχωρισμού. Ήδη υπάρχουν δυνάμεις που προσπαθούν να διχοτομήσουν την κίνηση των Τεμπών, να τραβήξουν μια γραμμή ανάμεσα στους μετριοπαθείς και τους εξτρεμιστές, τους διαδηλωτές και τους προβοκάτορες, τους Έλληνες και τους ξένους. Και ήδη υπάρχουνε αυτοί κι αυτές που συναντιούνται.
To άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO.