Πρόσφατη μελέτη έδειξε πως τα εμβόλια κατά του κορωνοϊού έσωσαν 20 εκατομμύρια ζωές ανά τον κόσμο.
Οι ερευνητές της Airfinity, εταιρείας δεδομένων βιοεπιστημών, έκανε χρήση των πληροφοριών της έρευνας - μαζί με επιμέρους στοιχεία που συλλέχθηκαν για την αποτελεσματικότητα του κάθε ενός εμβολίου - για να βρει ποιο από τα σκεύασμα κατά της Covid-19 απέτρεψε τους περισσότερους θανάτους κατά το πρώτο έτος εμβολιασμών: 8 Δεκεμβρίου 2020 - 8 Δεκεμβρίου 2021.
Όπως φάνηκε, περισσότερες από 10 εκατ. ζωές σώθηκαν χάρη σε δύο εμβόλια, αυτά των AstraZeneca/Oxford και Pfizer/BioNTech. Κάθε ένα έσωσε μεταξύ 5-7 εκατομμυρίων ατόμων και λόγω της μικρής διαφοράς στα στατιστικά κρίθηκε πως πρέπει να μπουν αμφότερα στην πρώτη θέση.
Στην τρίτη θέση κατατάχθηκε το εμβόλιο της Sinovac, γνωστό και ως CoronoVac, με περίπου 1,7 - 2,2 εκατ. ζωές, ενώ κοντινά ήταν και τα ποσοστά της τέταρτης, Moderna, με 1,5 - 2 εκατ.
Η πρωτοκαθεδρία των δύο εταιρειών δεν θα αποτελεί μεγάλη έκπληξη καθώς εκκίνησαν άμεσα τις μελέτες τους και παρείχαν τις περισσότερες δόσεις, περίπου 2 δισ. (η AstraZeneca) και 1,5 δισ. (η Pfizer) Επιπλέον, πολλά από τα εμβόλιά τους αφορούσαν ηλικιωμένους πληθυσμούς, οι οποίοι ήταν ιδιαίτερα ευάλωτοι.
Για να εκτιμήσει πόσες ζωές είχε σώσει κάθε τύπος εμβολίου, η Airfinity βασίστηκε σε μια πρόσφατη μελέτη επιδημιολόγων του Imperial College του Λονδίνου. Η μελέτη αυτή υπολόγισε τον αριθμό των θανάτων που αποφεύχθηκαν κατά το πρώτο έτος του εμβολιασμού, το οποίο ξεκίνησε στις 8 Δεκεμβρίου 2020.
Στη συνέχεια, οι ερευνητές της εταιρείας μοίρασαν αυτές τις σωζόμενες ζωές μεταξύ των εμβολίων. Για να το κάνουν αυτό βασίστηκαν στα στοιχεία για τους εμβολιασμούς ανά χώρα μέχρι τη λήξη της μελέτης. Υπολόγισαν, επίσης, τις μικρές διαφορές στην αποτελεσματικότητά τους στην πρόληψη του θανάτου, όπως φάνηκε στις κλινικές δοκιμές.
Ωστόσο, όπως γράφει ο Economist, παραβλέφθηκαν στοιχεία όπως ότι ορισμένα εμβόλια χορηγούνταν σε συγκεκριμένες ομάδες πληθυσμού ή δεν χορηγούνταν για το ίδιο διάστημα. Από την έρευνα, δε, έχει αποκλειστεί η Κίνα, όπου υπάρχουν λιγότερα διαθέσιμα δεδομένα, αλλά και χώρες με πληθυσμό μικρότερο των 90.000.
Αυτό, κατά το μέσο, σημαίνει πως τα νούμερα θα έπρεπε να είναι υψηλότερα, ειδικά για τα κινεζικά εμβόλια.