Η Βασιλική Συλλογή στο Μπάκιγχαμ διαθέτει μερικά από τα σημαντικότερα δείγματα ιαπωνικής τέχνης και χειροτεχνίας στον δυτικό κόσμο. Για πρώτη φορά, τα σημαντικότερα στοιχεία αυτής της εξαιρετικής συλλογής συγκεντρώνονται για να αφηγηθούν την ιστορία 300 ετών διπλωματικών, καλλιτεχνικών και πολιτιστικών ανταλλαγών μεταξύ της βρετανικής και της ιαπωνικής βασιλικής και αυτοκρατορικής οικογένειας, σε μια έκθεση που θα διαρκέσει μέχρι τον Φεβρουάριο του 2023.
Το 1881, δύο νεαροί Βρετανοί πρίγκιπες που υπηρετούσαν ως σημαιοφόροι στο Βασιλικό Ναυτικό επισκέφθηκαν την Ιαπωνία, όπου είχαν συνάντηση με τον αυτοκράτορα. Η συνάντηση αυτή δεν ήταν η πιο σημαντική μεταξύ των βασιλικών οικογενειών της Βρετανίας και της Ιαπωνίας, ούτε η πιο εξωφρενική –οι πρίγκιπες αγόρασαν μια μεταλλική τσαγιέρα και φλιτζάνια ως δώρο για τον πατέρα τους σε μια εκκολαπτόμενη τουριστική αγορά– αλλά ήταν εμβληματική της μακράς και πολύπλοκης αλληλεπίδρασης μεταξύ των δύο χωρών. Ενώ βρίσκονταν στην Ιαπωνία, οι πρίγκιπες, ηλικίας μόλις 16 και 17 ετών, έκαναν τατουάζ στα χέρια τους: ένα ζευγάρι πελαργών για τον πρίγκιπα Αλβέρτο και ένας δράκος και μια τίγρη για τον μελλοντικό Γεώργιο Ε΄.
«Τα αντικείμενα αυτά είναι συνήθως διασκορπισμένα σε 15 διαφορετικές ιστορικές και βασιλικές κατοικίες. Οπότε το να τα φέρουμε μαζί και να τα δούμε ως σύνολο είναι κάτι το ιδιαίτερο».
«Τα τατουάζ ήταν μέρος της ναυτικής κουλτούρας και αποτελούσαν βρετανική αριστοκρατική μόδα στα τέλη του 19ου αιώνα», εξηγεί η Rachel Peat, επιμελήτρια της νέας έκθεσης «Japan: Courts and Culture», η οποία εγκαινιάστηκε στην Queen's Gallery. «Αλλά στην Ιαπωνία, το τατουάζ είχε πολύ διαφορετικές συνδηλώσεις. Υπήρξε τόσο σεβαστή μορφή τέχνης όσο και σε διάφορες περιόδους παράνομη στην ιαπωνική ιστορία, οπότε υπάρχει μια μυσταγωγία και σχεδόν κίνδυνος στο να κάνεις ένα τατουάζ, κάτι που μπορεί κάλλιστα να ήταν μέρος της γοητείας για τους τουρίστες».
Η αίσθηση ότι υπάρχει κάτι μακρινό, επιθυμητό και δύσκολα προσβάσιμο υπήρξε βασικό μέρος της γοητείας που ασκούσε η Ιαπωνία στη Δύση. Αυτό αποδεικνύεται σε αυτή την πρώτη έκθεση που είναι αφιερωμένη σε έργα τέχνης της βασιλικής συλλογής από την Ιαπωνία, για την οποία οι αίθουσες της βασίλισσας έχουν ανασχεδιαστεί ειδικά. Αν και δεν πρόκειται για μια ολοκληρωμένη επισκόπηση της ιαπωνικής τέχνης –δεν υπάρχει καλλιγραφία ή κιμονό και μόνο ένα γλυπτό μινιατούρα netsuke– αποκαλύπτει μια συναρπαστική ιστορία διπλωματίας, γούστου και εξουσίας μέσω της καλλιτεχνίας και της δεξιοτεχνίας.
Η πρώτη βασιλική επαφή έγινε το 1613, με την ανταλλαγή δώρων που περιλάμβανε ένα σύνολο πανοπλιών σαμουράι, λίγο πριν η Ιαπωνία απομονωθεί από τη δυτική επιρροή για περισσότερα από 200 χρόνια. Όχι ότι αυτό έβαλε τέλος στην έλξη για όλα τα ιαπωνικά πράγματα. Αν μη τι άλλο, το «κλείσιμο» της Ιαπωνίας έκανε τα προϊόντα της ακόμη πιο μοντέρνα και περιζήτητα και, μέσω Κινέζων και Ολλανδών εμπόρων, η βασιλική οικογένεια συνέχισε να δημιουργεί τη συλλογή της από προϊόντα πορσελάνης και λάκας, τα μυστικά κατασκευής των οποίων ήταν ακόμη άγνωστα στη Δύση. Η επανασύνδεση με την Ιαπωνία τον 19ο αιώνα προκάλεσε την ανανέωση των βασιλικών επισκέψεων και μια νέα εκτίμηση και κατανόηση της ιαπωνικής τέχνης στη Δύση, ενώ στις αρχές του 20ού αιώνα οι σχέσεις μεταξύ των χωρών ήταν θερμές. Η ρήξη του Δεύτερου Παγκόσμιου Πολέμου επουλώθηκε τη δεκαετία του 1950 με ένα δώρο στέψης από τον αυτοκράτορα Χιροχίτο στη νέα τότε βασίλισσα της Βρετανίας Ελισάβετ Β’ και θεωρήθηκε ευρέως ως μια προσπάθεια να χρησιμοποιηθεί η τέχνη για να συμβολίσει μια νέα εποχή συνεργασίας.
«Τα αντικείμενα αυτά είναι συνήθως διασκορπισμένα σε 15 διαφορετικές ιστορικές και βασιλικές κατοικίες», λέει η επιμελήτρια της έκθεσης. «Οπότε το να τα φέρουμε μαζί και να τα δούμε ως σύνολο είναι κάτι το ιδιαίτερο. Πολλά από τα αντικείμενα είναι δώρα που παραγγέλθηκαν απευθείας από την αυτοκρατορική οικογένεια και σε ορισμένες περιπτώσεις σχεδιάστηκαν ακόμη και από την ίδια. Το αποτέλεσμα είναι έργα εξαιρετικής ποιότητας, αλλά και έργα που αποκαλύπτουν μια συναρπαστική ιστορία μιας διαρκώς μεταβαλλόμενης σχέσης όχι μόνο μεταξύ των αυλών, αλλά και μεταξύ των πολιτισμών».