Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ, αυτή έστω η γεμάτη ατέλειες μορφή που γνωρίζουμε, είναι κατεξοχήν ευαίσθητο πολίτευμα: πολλά την πληγώνουν, κάποια την απειλούν, έχει πάντα τους αντιπάλους της, αλλά κυρίως έχει ψεύτικους φίλους. Ελάχιστοι και γραφικοί δηλώνουν αντιδημοκράτες, κι αυτό χωρίζει την εποχή μας από άλλες εποχές αναστατώσεων, όπως η δεκαετία του 1930 και παλαιότερα. Ό,τι έχουμε μάθει από την ιστορία της χώρας και από τις εμπειρίες άλλων χωρών, είναι πως η δημοκρατία δεν αντέχει τις μεγάλες ανισότητες, ότι, ακόμα και στις πιο φιλελεύθερες εκδοχές της, τα ψηλά κοινωνικά τείχη την εξασθενίζουν. Η δημοκρατία, όμως, γίνεται σκιά του εαυτού της όταν περιορίζεται απλώς στους δικούς μας, στη δική μας πολιτική και ιδεολογική φαμίλια, στην επιβεβαίωση της μιας ή της άλλης φυλής του πολιτικού φάσματος. Όταν είμαστε δηλαδή δημοκράτες μόνο με τους οικείους μας, προγράφοντας, απειλώντας ή ξεσκίζοντας τους απέναντι. Δεν είναι έτσι μόνο οι ανισότητες ή η διαφθορά. Είναι και η μια ή άλλη «σταυροφορία» εκκαθάρισης του εχθρού. Η λογική του εκφοβισμού και της ηθικής εξόντωσης μετέχει στη φθορά της δημοκρατίας, ακόμα κι αν γίνονται στο όνομα της λαϊκής κυριαρχίας ή των γνήσιων δημοκρατικών αξιών.
Από τη μία η δημοκρατία υποφέρει από τους φανατικούς ιεροφάντες κι από την άλλη πέφτει σε νάρκη από τους αδιάφορους και χλιαρούς που δεν αισθάνονται πως υπάρχει κάτι ανώτερο και άξιο υπεράσπισης πέρα από τους στενούς κύκλους των συμφερόντων και των προτιμήσεών τους.
Η δημοκρατία πληγώνεται από την αυθαίρετη χρήση των απόρρητων, από τον πειρασμό της εξουσίας να ελέγξει χώρους ή πρόσωπα που τα βλέπει με καχυποψία και την ενοχλούν πολιτικά. Πληγώνεται όμως και από τη διαρκή κακοπιστία για τους θεσμούς, τους νόμους και τους κανόνες που, όσο και αν δεν αποτελούν φετίχ, μας επιτρέπουν να υπάρξουμε με τις διαφορές και τα κοινά μας.
Φυσικά η δημοκρατία εξακολουθεί να απειλείται από τους απροκάλυπτους εχθρούς της, τους οπαδούς ολοκληρωτικών μοντέλων, τους νοσταλγούς των κάθετων, ανεξέλεγκτων ιεραρχιών και τους υποστηρικτές «καθαρών λύσεων» που έχουν σαν συνέπεια μόνιμους αποκλεισμούς. Υπάρχει όμως και μια άλλη πηγή που κακοφορμίζει, δίχως να μυρίζει άσχημα ή να δίνει συμπτώματα: η ρηχή, αδιάφορη, συγκαταβατική προσχώρηση στα μίνιμουμ της δημοκρατίας, μια νωθρή και ψυχρή στάση που βολεύεται με την άγνοια και τη μικροδιαχείριση καθημερινών συμφερόντων. Αυτή η δημοκρατία δίχως ορίζοντα, δίχως κανένα βάθος απαιτήσεων, αυτή η δημοκρατία της ευκολίας και της εξυπηρετικής λήθης, είναι πλέον όλο και πιο αδύναμη να υπερασπιστεί τον εαυτό της: δεν έχει άμυνες στις μεγάλες κρίσεις της εποχής, αδυνατεί να συλλάβει τη συγκυρία του πολέμου και της διεθνούς αναταραχής.
Από τη μία η δημοκρατία υποφέρει από τους φανατικούς ιεροφάντες κι από την άλλη πέφτει σε νάρκη από τους αδιάφορους και χλιαρούς που δεν αισθάνονται πως υπάρχει κάτι ανώτερο και άξιο υπεράσπισης πέρα από τους στενούς κύκλους των συμφερόντων και των προτιμήσεών τους. Τις περισσότερες φορές ως πολίτες είμαστε και το ένα και το άλλο, περνώντας αστραπιαία από τον φανατισμό στην ψυχρότητα, από μια χλιαρή κούραση σε μια αγανάκτηση που συχνά δεν ξέρει γιατί ακριβώς αγανακτεί και ποιος είναι ο πραγματικός «εχθρός».
Υπάρχει άραγε δημοκρατία χωρίς δημοκράτες; Οι θεσμοί, τα τελετουργικά, οι λόγοι της πολιτικής μπορεί να εξακολουθούν, ενώ κάτω ή πλάι, από δεξιά και αριστερά, γεννιούνται τέρατα; Με αυτόν τον τρόπο η δημοκρατία μπορεί να γίνει μια πληκτική υπόθεση χωρίς αληθινή ζωή, μια προσευχή ρουτίνας για τους πάντες, που δεν συγκινεί πραγματικά κανέναν. Αυτό όμως συμβαίνει όταν δεν βάζουμε όρια ανάμεσα στην κριτική και στις προγραφές, ανάμεσα στην αντίθεση και στη βαρβαρότητα, ανάμεσα στην υποψία και σε εκείνη την παρανοϊκή άρνηση που θέλει να συντρίψει τον αντίπαλο. Το όριο δεν είναι εδώ ένας ψεύτικος σεβασμός αλλά μια άσκηση αυτοπειθαρχίας και αυτοσυγκράτησης: η δυσκολότερη τέχνη στην εποχή της απεριόριστης έκφρασης και του παραμικρού μας συναισθήματος. Ναι, η δημοκρατία μπορεί να μαραζώνει από την ψυχρότητα αλλά υπονομεύεται από την έπαρση των στρατοπέδων και τον αποχαλινωμένο συναισθηματισμό. Η δημοκρατία αυτοϋπονομεύεται από τους αντιδημοκράτες που πίνουν νερό στο όνομά της!
Από παλιά, αντίπαλός της ήταν οι ολιγαρχικοί. Ήταν όμως και εκείνοι που ήθελαν τον λαό όχλο στην υπηρεσία της δικής τους αναρρίχησης και της δικής τους επιβεβαίωσης. Απόγονοι αυτών των δυο μερίδων πάνε να μονοπωλήσουν ξανά τη σκηνή, εξοντώνοντας ό,τι τους φαίνεται θολό. Ξεχνώντας, τελικά, πως συμπαγείς και χαλύβδινες ήταν μονάχα οι τυραννίδες της Ιστορίας.