Σε ηλικία 64 ετών «έφυγε» από τη ζωή ο συγγραφέας και πολιτικός Νίκος Θέμελης, μετά από πολύχρονη μάχη με τον καρκίνο. Από το 1981 υπήρξε συνεργάτης του Κώστα Σημίτη, ακολουθώντας τον στα υπουργεία Γεωργίας, Εθνικής Οικονομίας, Παιδείας, Βιομηχανίας και στα πρωθυπουργικά του καθήκοντα μεταξύ 1996-2004, όπου διατέλεσε διευθυντής του γραφείου του.
Από την τελευταία του συνέντευξη στην εφημερίδα Το Βήμα, τον Οκτώβριο του 2010 (στον Γιαννη Μπασκόζο) δημοσιεύουμε ένα απόσπασμα:
- Η κινητήρια δύναμη της μυθοπλασίας σας φαίνεται να είναι τα όνειρα. Πώς οδηγηθήκατε σε αυτό;
«Κάποια στιγμή προβληματίστηκα πώς στην ελληνική πραγματικότητα μπορεί το όνειρο να κινητοποιεί ανθρώπους. Στην ελληνική γλώσσα και στον ελληνικό λόγο γενικότερα μπορούμε να ανακαλύψουμε πολλές εκδοχές “ονείρων”. Ασχολούμαι με τέσσερις εκδοχές, δύο εκδοχές ονείρου του ύπνου και δύο του ξύπνου. Η πρώτη ιστορία είναι ένα όνειρο της αρχέγονης εποχής, όπου κάποιος προσπαθεί να το εξηγήσει καταφεύγοντας σε εντελώς ανορθολογικές μεθόδους. Στην τέταρτη ιστορία υπάρχει μια προσέγγιση του ονείρου μέσω της φροϋδικής επιστημονικής διεργασίας. Στη δεύτερη ιστορία έχω τα όνειρα του ξύπνου, αυτό που λέμε όνειρο ζωής, όνειρο για το μέλλον. Τέλος, στην τρίτη ιστορία είναι η μετατροπή του ονείρου από άυλο αγαθό σε εμπορεύσιμο, σε αγοραίο όνειρο».
- Παρατηρώ ότι στη συγγραφική σας πορεία πάτε από το «μάκρο» στο «μίκρο».Εγκαταλείπετε τις μεγάλες αναφορές σε περιόδους,τις μεγάλες ιδέες ενώ τα πρόσωπα αποκτούν μεγαλύτερο βάρος.Είναι έτσι;
«Πραγματικά, εδώ κλείνω, στενεύω την οπτική μου γωνία σε πολλά επίπεδα, και σε επίπεδο κοινωνίας, χρόνου, ανθρώπων. Είναι απόσπασμα μιας πραγματικότητας που δεν είναι καθολική αλλά είναι πάντως αντιπροσωπευτική. Η ιστορία της οικογένειας που παρουσιάζω θα μπορούσε να είναι στα Γιάννενα, στη Λάρισα, στην Αλεξανδρούπολη, οπουδήποτε. Πέρα από το ζήτημα της έμπνευσης με τα όνειρα- που δεν ξέρω πώς γεννήθηκε αυτή η έμπνευση - θέλησα να δείξω σε μια συγκεκριμένη εποχή τις σχέσεις εξουσίας και εξουσιαζόμενων, κυβερνώντων και κυβερνώμενων. Στις τέσσερις αυτές ιστορίες το βασικό μοτίβο είναι οι σχέσεις εξουσίας, οι οποίες κορυφώνονται στην τελευταία ιστορία, όπου θέλω να δείξω πώς όταν οι άνθρωποι φτάσουν στα όρια των αντοχών τους μπορούν να ξεπεράσουν και τα όρια του πολιτισμού τους».
σχόλια