ΜΕ ΑΦΟΡΜΗ την «έρευνα» του ΕΚΠΑ για τον τρόπο κάλυψης περιστατικών σεξουαλικής παρενόχλησης και έμφυλης βίας, για τα κριτήρια και τη μεθοδολογία της οποίας αναφερθήκαμε εδώ, το Κέντρο για τα Έμφυλα Δικαιώματα και την Ισότητα «ΔΙΟΤΙΜΑ» απέστειλε απάντηση στο LIFO.gr. Η απάντηση του Κέντρου, το οποίο πολλές φορές έχει υποστηριχθεί από τους δημοσιογράφους της LIFO δημοσιεύεται αυτούσια. Ωστόσο, και επειδή στην απάντηση τηρούνται αποστάσεις συνολικά από την έρευνα, η LIFO θεωρεί υποχρέωσή της να προχωρήσει σε μερικές επισημάνσεις
- Κατ’ αρχάς θεωρούμε τουλάχιστον παράξενο να παίρνει κανείς αποστάσεις από μία «επιστημονική έρευνα» στην οποία «δεν συμμετείχε στη διεξαγωγή, τη συγγραφή, την επιστημονική επιμέλειά της», ωστόσο ο λογότυπός του «επικοινωνείται» στις ανακοινώσεις του ΕΚΠΑ και παραλλήλως εμφανίζεται ως «συντονιστής φορέας». Συνεπώς, δεχόμαστε τις αποστάσεις του Κέντρου, αλλά δεν κατανοούμε την εμπλοκή και τη χρήση του brand name του σε μία έρευνα για τα βασικά υλικά της οποίας δεν έλαβε γνώση.
- Επιμένουμε στο αίτημά μας –και πάντα αναφορικά με τη μεθοδολογία και τις διαδικασίες επιλογής Μέσων που παρουσιάζει η έρευνα- από την πλευρά του ΕΚΠΑ. Δεδομένου ότι τα συνολικά αποτελέσματα της έρευνας αυτής θα παρουσιαστούν μέσα στο 2024 και δεδομένων των αντιδράσεων Μέσων όπως η ΕΦΣΥΝ (σ.σ.: την απάντηση της εφημερίδας μπορείτε να τη διαβάσετε εδώ) και η Αυγή, θεωρούμε ότι είναι απολύτως απαραίτητες οι διευκρινίσεις. Όχι μόνο για τα αντανακλαστικά της LIFO απέναντι σε τέτοια ζητήματα όλα τα προηγούμενα χρόνια, αλλά κυρίως για την κραυγαλέα τύφλωση και κώφωση των ερευνητριών της συγκεκριμένης έρευνας απέναντι σε ΜΜΕ που υπηρετούν πιστά και απολύτως συνειδητά τον δρόμο της πορνογραφίας του κλικ.
Ακολουθεί η απάντηση της ΔΙΟΤΙΜΑ:
Συμβολή σε έναν πλουραλιστικό διάλογο για τις μιντιακές αναπαραστάσεις της έμφυλης βίας
Πώς καλύπτουν τα media στην Ελλάδα τη σεξουαλική (διαδικτυακή) παρενόχληση και βία; Δημιουργούν χώρο και ορατότητα; Αποδίδουν την κοινωνική σημασία αυτής της μορφής βίας; Προάγουν μια κριτική ματιά σε ένα φαινόμενο που επηρεάζει χιλιάδες άτομα, καθώς 1 στις 3 γυναίκες στην ΕΕ έχει δεχτεί σεξουαλική παρενόχληση και 1 στις 10 σεξουαλική βία (FRA 2014); Πώς παρουσιάζονται στα ρεπορτάζ τα θύματα και οι θύτες, ο κοινωνικός περίγυρος, τα συστήματα εξουσίας αλλά και τα κοινωνικά συμφραζόμενα μέσα στα οποία λαμβάνουν χώρα τα γεγονότα; Ποιοι/ες (ο)μιλούν και ποιες/οι ακούγονται; Πώς επιβιώνουν τα θύματα της έμφυλης βίας από το τραύμα που επιφέρει η έκθεσή τους; Αυτά είναι μόνο κάποια από τα πολλά, περίπλοκα και βασανιστικά ερωτήματα που οφείλουμε να θέτουμε επίμονα και εμμονικά, με δεδομένο ότι οι τροπικότητες που επιλέγουν πολλά από τα media, για να μιλήσουν για την έμφυλη βία, συχνά επηρεάζουν ή/και αντανακλούν κοινωνικές, κανονικοποιημένες και στερεότυπες αντιλήψεις.
Με στόχο την προσέλκυση υψηλής τηλεθέασης, πολλά κανάλια διεξάγουν τις λεγόμενες «τηλεοπτικές δίκες», στήνοντας εικονικές αίθουσες δικαστηρίων, με τον παρουσιαστή σε ρόλο δικαστή, διαρρέοντας στοιχεία από τους φακέλους των υποθέσεων, παρουσιάζοντας καταχρηστικές λεπτομέρειες και συχνά αποκαλύπτοντας την ταυτότητα του θύματος, κατά παράβαση κάθε δεοντολογικής αρχής, υπηρετώντας εν τέλει μια «ηδονοβλεπτική δημοσιογραφία της κλειδαρότρυπας».
Τις βασικές τάσεις που επικρατούν στο χώρο των ΜΜΕ σε σχέση με τα παραπάνω ερωτήματα/ζητήματα αποπειράται να καταγράψει σε ένα πρώτο επίπεδο, δεδομένου και του περιορισμένου χρονικού ορίζοντα/πόρων, η έρευνα του Τμήματος Επικοινωνίας και ΜΜΕ του Πανεπιστημίου Αθηνών, που διενεργήθηκε στο πλαίσιο του προγράμματος PRESS. Η έρευνα αποτελεί μια πρώτη –για τα ελληνικά δεδομένα– επιστημονική διερεύνηση, με κύριο στόχο να αξιοποιηθεί ως βάση για μια εξειδικευμένη και στοχευμένη επιμόρφωση επαγγελματιών - δημοσιογράφων, για την περαιτέρω ευαισθητοποίηση τους σε ζητήματα έμφυλης βίας.
Πρόσφατα δημοσιεύτηκε η Ερευνητική Έκθεση του Τμήματος Επικοινωνίας του ΕΚΠΑ στην οποία καταγράφονται οι βασικές τάσεις και οι κεντρικές αναπαραστάσεις για τη σεξουαλική βία/παρενόχληση, όπως αυτές αποτυπώνονται σε σημαντική μερίδα δημοσιευμάτων και τηλεοπτικών εκπομπών, που μελετήθηκαν. Συγκεκριμένα καταγράφεται: ο περιορισμένος χρόνος που δίνεται στη σεξουαλική βία, ιδίως την παρενόχληση, εκτός αν πρόκειται για σεξουαλικά εγκλήματα που προκαλούν έντονο δημόσιο ενδιαφέρον, συνδεόμενα με γυναικοκτονίες και παιδοβιασμούς. Σε αυτές τις περιπτώσεις, και με στόχο την προσέλκυση υψηλής τηλεθέασης, πολλά κανάλια διεξάγουν τις λεγόμενες «τηλεοπτικές δίκες», στήνοντας εικονικές αίθουσες δικαστηρίων, με τον παρουσιαστή σε ρόλο δικαστή, διαρρέοντας στοιχεία από τους φακέλους των υποθέσεων, παρουσιάζοντας καταχρηστικές λεπτομέρειες και συχνά αποκαλύπτοντας την ταυτότητα του θύματος, κατά παράβαση κάθε δεοντολογικής αρχής, υπηρετώντας εν τέλει μια «ηδονοβλεπτική δημοσιογραφία της κλειδαρότρυπας».
Σε αυτό το πλαίσιο, η «φωνή» των δραστών παίρνει πολύ συχνά τον περισσότερο χώρο, ιδίως μέσω των συνηγόρων τους, οι οποίοι χτίζοντας την «άμυνα» του θύτη παρουσιάζουν τα θύματα ως «προκλητικά», και άρα υπεύθυνα για ό,τι τους συνέβη, καταλήγοντας έτσι σημαντική μερίδα των υπό μελέτη ΜΜΕ να γίνονται σε μεγάλο βαθμό «μεγάφωνα» του victim-blaming, μηχανισμοί εμπέδωσης της κουλτούρας του βιασμού και μέσα επανα-τραυματισμού των επιζωσών. Τέλος επισημάνθηκε η στερεοτυπική απεικόνιση τόσο των θυμάτων όσο και των θυτών σε σημαντικό αριθμό των υπό μελέτη ρεπορτάζ. Το στερεοτυπικό προφίλ της επιζώσας, περιλαμβάνει ένα ταλαιπωρημένο, θυματοποιημένο σώμα δίχως ταυτότητα. Από την άλλη πλευρά, ο δράστης παρουσιάζεται ως κάποιος που «ουδέποτε προκάλεσε», απεικόνιση που λειτουργεί αθωωτικά τόσο για τον ίδιο όσο και για την κοινότητα/κοινωνία, που δεν έλαβε υπόψη προηγούμενες βίαιες συμπεριφορές. Συχνότατη δε είναι και η ψυχολογικοποίηση του φαινομένου, βάση της οποίας ο θύτης παρουσιάζεται ως μη ικανός (ψυχολογικά και πνευματικά) να ενεργήσει με δική του βούληση («τρελός», «άρρωστος») ή και απο-ανθρωποποιείται («τέρας»), γεγονός που τον θέτει εκτός του φάσματος των νομικών και άλλων ευθυνών του.
Τα ευρήματα σχετικά με τις κυρίαρχες μιντιακές αφηγήσεις για τη σεξουαλική βία δεν προκαλούν έκπληξη. Το Κέντρο Διοτίμα, ως εξειδικευμένος φορέας σε ζητήματα φύλου και ισότητας, κατά την τριαντάχρονη πορεία του και ιδίως την τελευταία δεκαετία, έχει αναδείξει συστηματικά και αταλάντευτα μια σειρά από κακές πρακτικές και αντιδεοντολογικές στάσεις, που τήρησαν συγκεκριμένα μέσα ενημέρωσης σε υποθέσεις έμφυλης βίας οι οποίες απασχόλησαν τον δημόσιο βίο, πρακτικές που όχι μόνο δεν συμβάλλουν στην ευαισθητοποίηση του κοινού σε θέματα που αφορούν την έμφυλη βία, αλλά αντίθετα αναπαράγουν έμφυλα στερεότυπα, «μύθους» για την κακοποίηση, ενώ υποτιμούν τις εμπειρίες των επιζωσών/ώντων και συμβάλλουν στη διάδοση της κουλτούρας του σεξισμού (βλ. ενδεικτικά καταγγελία σε ΕΣΡ). Είναι οι ίδιες πρακτικές των mainstream media που έχουν μπει στο στόχαστρο, πολλάκις, και άλλων γυναικείων οργανώσεων, φεμινιστριών ακτιβιστριών, χρηστριών/ων των μέσων κοινωνικής δικτύωσης, αλλά και φεμινιστριών δημοσιογράφων ή άλλων συμμάχων στον χώρο των media (βλ. ενδεικτικά εδώ).
Ο κριτικός σχολιασμός για το ρόλο των ΜΜΕ στην (ανα)παραγωγή της έμφυλης βίας δεν γίνεται εν κενώ. Αντίθετα εντάσσεται στο πλαίσιο της συνολικότερης άνθησης της φεμινιστικής θεωρίας, των σπουδών φύλου και των φεμινιστικών κινημάτων, διεθνώς αλλά και στην Ελλάδα, άνθηση που έχει συμβάλλει καθοριστικά στη μεγαλύτερη ορατότητα της έμφυλης βίας στη δημόσια σφαίρα, προκαλώντας ρωγμές και αντι-αφηγήσεις στον κυρίαρχο μιντιακό λόγο, ενισχύοντας τις λίγες αλλά υπαρκτές και δυνατές φεμινιστικές φωνές, (εκτός και) εντός των media. Σε αυτές τις αντι-αφηγήσεις και τις καλές πρακτικές θέλουμε να σταθούμε εδώ, αφενός, γιατί εκφεύγουν της Ερευνητικής Έκθεσης η οποία –εκ του στόχου της– επικεντρώνεται στις επικρατούσες (ποσοτικά και ποιοτικά) τάσεις του φαινομένου στη μιντιακή σφαίρα, και αφετέρου, γιατί αποτελούν -από τη σκοπιά μιας φεμινιστικής πολιτικής πραξιακότητας- σημαντική παρακαταθήκη που είναι αναγκαίο να εμπεδωθεί και να γενικευθεί.
Το Κέντρο Διοτίμα στηριζόμενο στη ζωντανή εμπειρία του από το πεδίο δεν μπορεί παρά να επισημάνει την ύπαρξη μέσων ενημέρωσης, που την τελευταία πενταετία, στάθηκαν συστηματικά αρωγοί (ενδεικτικά: Vice, Popaganda, efsyn, Lifo, Inside story), στην ανάδειξη καίριων ζητημάτων των φεμινιστικών διεκδικήσεων (γυναικοκτονίες, ενδοοικογενειακή βία στην πανδημία, σεξουαλική βία/παρενόχληση και metoo, διαδικτυακή σεξουαλική βία/παρενόχληση). Με έναν ευαισθητοποιημένο –στα ζητήματα της έμφυλης βίας– τρόπο ειδησεογραφικής κάλυψης, αποφεύγοντας τα συνήθη κλισέ που αναπαράγουν την κουλτούρα του σεξισμού («οικογενειακή τραγωδία», «έγκλημα πάθους»), συνέβαλαν ουσιαστικά, όχι μόνο με αφορμή την τρέχουσα επικαιρότητα, τόσο στην ευαισθητοποίηση της κοινής γνώμης για πολλές από τις μορφές έμφυλης βίας, όσο και στην πληροφόρηση των επιζωσών και των ατόμων που βρίσκονται σε κίνδυνο, φιλοξενώντας μάλιστα συχνά εμπειρογνώμονες φύλου, εξειδικευμένες ψυχολόγους και νομικούς, τόσο του Κέντρου Διοτίμα όσο και άλλων φορέων. Αξίζει δε να σημειωθεί ότι ακόμα και στα mainstream media έχουμε συναντήσει δημοσιογραφικές φωνές που συστηματικά «σηκώνουν» ζητήματα έμφυλων δικαιωμάτων/βίας/διακρίσεων, ακολουθώντας με συνέπεια τη σχετική δεοντολογία, φωνές που διαφοροποιούνται αισθητά από την κυρίαρχη προσέγγιση των μέσων που εργάζονται.
Επιπλέον θα θέλαμε να αναφέρουμε κάποιες συγκεκριμένες δημοσιογραφικές πρακτικές που κρίνουμε ότι έχει σημασία να αναδειχθούν και να αποτελέσουν καλά παραδείγματα για το σύνολο των μέσων ενημέρωσης: η δημόσια άρνηση δημοσιοποίησης προσωπικών δεδομένων θύματος γυναικοκτονίας (βλ. ενδεικτικά Αυγή). Η διεξαγωγή δημοσιογραφικών ερευνών για ζητήματα έμφυλης βίας (α. Έρευνα για τη σεξουαλική παρενόχληση στα ΜΜΕ του Balkan Insight, β. Cross-border data έρευνα του MIIR - EDJNet για τις γυναικοκτονίες, και οι δύο φιλοξενήθηκαν στην efsyn βλ. εδώ & εδώ/εδώ, γ. Έρευνα του Documento για το revenge porn και το Chatpic). Ρεπορτάζ για τη λειτουργία του συστήματος απόκρισης στην έμφυλη βία και των δομών υποστήριξης των επιζωσών (βλ. ενδεικτικά Inside story), αλλά και την απόκριση των αρχών σε περιστατικά έμφυλης βίας (βλ. ενδεικτικά Vice). Άρθρα που καταρρίπτουν τους μύθους της κουλτούρας του βιασμού (βλ. ενδεικτικά News 247), παρέχουν ενημέρωση και πληροφόρηση σε άτομα που βιώνουν έμφυλη βία, για τους τρόπους διαφυγής και υποστήριξης τους (βλ. ενδεικτικά Vice, News247), που δίνουν τον λόγο στις επιζώσες για να μιλήσουν για την εμπειρία τους (βλ. ενδεικτικά in.gr, Popaganda, Καθημερινή) και πιο συγκεκριμένα σε γυναίκες από ευάλωτες και αποκλεισμένες ομάδες (efsyn), που παρουσιάζουν την εμπειρία από το πεδίο εξειδικευμένων επαγγελματιών (βλ. ενδεικτικά Lifo, εδώ και εδώ). Τέλος, τηλεοπτικές εκπομπές που προσεγγίζουν, από τις πιο διαδεδομένες έως τις πιο αθέατες μορφές έμφυλης βίας, θέτοντας στο επίκεντρο τις επιζώσες και τα θεμελιώδη ανθρώπινα δικαιώματά τους (βλ. ενδεικτικά vice special, ΕΡΤ).
Φυσικά μένει να γίνουν πολλά ακόμα για να αλλάξει ριζικά η συνολική εικόνα στο μιντιακό τοπίο, μέχρι η δημοσιογραφική προσέγγιση της έμφυλης βίας, να συνοδεύεται πάντα από την ανάδειξη και συσχέτιση της με τα οικονομικά, κοινωνικά και πολιτισμικά αίτια που την παράγουν, και δεν είναι άλλα από τους κυρίαρχους πατριαρχικούς, ετεροκανονικούς και εθνικιστικούς Λόγους και τις μορφές (ιδιοκτησιακής) σχεσιακότητας που βιοπολιτικά διαμορφώνουν. Μέχρι τότε, κάθε δημοσιογραφική φωνή (συστηματική ή αποσπασματική) που επιφέρει ρωγμές, αποτελώντας αντι-στάση στην κυρίαρχη μιντιακή μονο-φωνία, έχει σημασία να αναδειχθεί και να υποστηριχθεί. Άλλωστε η επισήμανση των διαφοροποιήσεων και των αποχρώσεων είναι αναγκαία για να αναδειχθούν (αυτο-)κριτικά όλες οι όψεις των δημοσιογραφικών προσεγγίσεων. Απαραίτητη εν τέλει προϋπόθεση ενός δημόσιου διαλόγου που δημιουργεί και διεξάγεται με όρους που λαμβάνουν υπόψη τις διαφορετικές θεσιακότητες απο τις οποίες τοπο-θετούμαστε.
Αναγκαίες επισημάνσεις
- Το Κέντρο Διοτίμα δεν συμμετείχε στη διεξαγωγή, τη συγγραφή, την επιστημονική επιμέλεια της έρευνας και της Επιστημονικής Έκθεσης. Στο πλαίσιο του έργου υλοποιεί μια σειρά από άλλες δράσεις (υπηρεσίες υποστήριξης επιζωσών/ώντων σεξουαλικής διαδικτυακής παρενόχλησης/βίας, δράσεις ευαισθητοποίησης κ.ά.) και εκ του ρόλου του, ως συντονιστής φορέας του έργου, έχει την ευθύνη αποκλειστικά της έγκαιρης και απρόσκοπτης υλοποίησης των δράσεων του έργου.
- Ο Συνήγορος του Πολίτη και ο Σύνδεσμος Κοινωνικών Λειτουργών Ελλάδας (ΣΚΛΕ) είναι φορείς που υποστηρίζουν το έργο και όχι εταίροι του έργου. Ως εκ τούτου, δεν συμμετέχουν στην υλοποίηση των δράσεών του, ούτε στη διεξαγωγή της έρευνας.
- Ο επίσημος τίτλος του φορέα είναι: Σύνδεσμος Κοινωνικών Λειτουργών Ελλάδας (ΣΚΛΕ).
- Η συνολική έρευνα και τα πορίσματά της θα παρουσιαστούν από τον φορέα υλοποίησης της έρευνας στο τελικό συνέδριο του προγράμματος, στις αρχές του 2024, στο οποίο θα παρουσιαστούν όλα τα αποτελέσματα του έργου PRESS.
Κέντρο Διοτίμα
17/5/2023