Ο Καναδάς έχει ήδη έναν από τους πιο φιλελεύθερους νόμους στον κόσμο για την υποβοηθούμενη αυτοκτονία, προσφέροντας αυτή την επιλογή σε ασθενείς τελικού σταδίου, ή άτομα που πάσχουν από ανίατες χρόνιες παθήσεις.
Όμως, σύμφωνα με νόμο που έχει προγραμματιστεί να τεθεί σε ισχύ τον Μάρτιο, η υποβοηθούμενη αυτοκτονία θα καταστεί δυνατή και σε άτομα που έχουν διαγνωστεί με ψυχική ασθένεια. Όταν ισχύσει αυτό, ο Καναδάς θα γίνει μία από τις λίγες χώρες που επιτρέπουν κάτι τέτοιο. Ωστόσο, η κίνηση αυτή έχει διχάσει τους Καναδούς, ορισμένοι από τους οποίους τη θεωρούν ως ένδειξη ότι το δημόσιο σύστημα υγείας της χώρας δεν προσφέρει επαρκή ψυχιατρική περίθαλψη, η οποία υποχρηματοδοτείται παρά τη μεγάλη ζήτηση.
Η κυβέρνηση του πρωθυπουργού Τζάστιν Τριντό, η οποία έχει επικριθεί για την πολιτική αυτή, υπερασπίστηκε τις ενέργειές της παραπέμποντας σε δικαστική απόφαση του 2019 στο Κεμπέκ, η οποία, σύμφωνα με αξιωματούχους, την εξουσιοδοτεί να επεκτείνει την υποβοηθούμενη αυτοκτονία. Μέλη του Συντηρητικού Κόμματος έχουν κατηγορήσει την κυβέρνηση ότι προωθεί μια «κουλτούρα θανάτου». Υπήρξαν επίσης αντιδράσεις από πολιτικούς της Αριστεράς, που δήλωσαν πως θα ήθελαν η κυβέρνηση να επικεντρωθεί στην επέκταση της περίθαλψης για τις ψυχικές ασθένειες.
Υποβοηθούμενη αυτοκτονία: Τι ισχύει, τι αλλάζει στον Καναδά
Ο Τζέισον Φρεντς συγκαταλέγεται σε εκείνους που υποστηρίζουν την επικείμενη αλλαγή για την υποβοηθούμενη αυτοκτονία. Έχοντας στο σακίδιό του αντίγραφα ενός εγγράφου που περιγράφει το βεβαρημένο ιστορικό ψυχικής υγείας του, παρευρέθηκε σε μια εκδήλωση στο Τορόντο για να ασκήσει πιέσεις υπέρ της δυνατότητας υποβοηθούμενης αυτοκτονίας σε ανθρώπους όπως ο ίδιος. Έχει διαγνωστεί με σοβαρή κατάθλιψη και έχει προσπαθήσει δύο φορές να βάλει τέλος στη ζωή του, όπως είπε.
Όμως ο δρ. Τζον Μάχερ, ψυχίατρος στο Μπάρι του Οντάριο, ο οποίος ειδικεύεται στη θεραπεία πολύπλοκων περιπτώσεων που συχνά χρειάζονται χρόνια για να υπάρξει βελτίωση, δήλωσε ότι ανησυχεί πως απελπισμένοι ασθενείς θα επιλέξουν την υποβοηθούμενη αυτοκτονία. «Προσπαθώ να κρατήσω τους ασθενείς μου ζωντανούς», δήλωσε. «Τι σημαίνει για τον ρόλο του γιατρού, ως θεραπευτή, ως φορέα ελπίδας, να προσφέρει θάνατο; Και τι σημαίνει αυτό στην πράξη;», πρόσθεσε.
Ο υφιστάμενος νόμος του Καναδά για την υποβοηθούμενη αυτοκτονία ισχύει μόνο για ανθρώπους που ζουν με σωματικές αναπηρίες ή χρόνιες ανίατες παθήσεις. Το Ανώτατο Δικαστήριο της χώρας αποποινικοποίησε την υποβοηθούμενη αυτοκτονία το 2015 και έκρινε ότι ο εξαναγκασμός των Καναδών να αντιμετωπίσουν τον ανυπόφορο πόνο παραβιάζει τα θεμελιώδη δικαιώματα στην ελευθερία και την ασφάλεια.
Περίπου 13.200 Καναδοί επέλεξαν την υποβοηθούμενη αυτοκτονία πέρυσι, μια αύξηση 31% σε σχέση με το 2021, σύμφωνα με έκθεση του ομοσπονδιακού υπουργείου Υγείας. Από αυτούς, 463 άτομα, ή το 3,5 %, δεν είχαν ανίατες ασθένειες, αλλά έπασχαν από άλλες παθήσεις. Οι ασθενείς που λαμβάνουν έγκριση έχουν τη δυνατότητα να τερματίσουν τη ζωή τους με τη χρήση θανατηφόρων φαρμάκων, τα οποία χορηγούνται από γιατρό ή νοσηλευτή ή με τη λήψη φαρμάκων που τους έχουν συνταγογραφηθεί.
Αβεβαιότητα και ενστάσεις για την υποβοηθούμενη αυτοκτονία
Εξακολουθεί να υπάρχει αβεβαιότητα και έντονη συζήτηση σχετικά με το αν η υποβοηθούμενη αυτοκτονία θα καταστεί δυνατή στους ψυχικά ασθενείς στις αρχές του επόμενου έτους, όπως έχει προγραμματιστεί. Εν μέσω ανησυχιών σχετικά με τον τρόπο εφαρμογής της, το κοινοβούλιο καθυστέρησε την εφαρμογή της τα τελευταία τρία χρόνια και θα μπορούσε να την αναβάλει εκ νέου.
Τον περασμένο Μάρτιο δημοσιεύθηκαν κλινικές κατευθυντήριες γραμμές για την αντιμετώπιση αυτών των ανησυχιών, αλλά ορισμένοι άνθρωποι που ασχολούνται με την παροχή φροντίδας ψυχικής υγείας λένε ότι είναι ανεπαρκείς. Η προτεινόμενη αλλαγή έχει διχάσει ιδιαίτερα ορισμένους ψυχιάτρους, με τον δρ Μάχερ και άλλους να λένε ότι περιπλέκει τις προσπάθειές τους για την πρόληψη των αυτοκτονιών. Όμως, οι υποστηρικτές της ρύθμισης λένε ότι η άρνηση της πρόσβασης των ατόμων με ψυχικές ασθένειες στην ίδια επιλογή για να τερματίσουν τον πόνο τους, ισοδυναμεί με διάκριση.
«Έχω πολύ βαθιά ενσυναίσθηση για τους ασθενείς που υποφέρουν σε μεγάλο βαθμό», δήλωσε η δρ Αλεξάνδρα ΜακΦέρσον, καθηγήτρια ψυχιατρικής στο Πανεπιστήμιο της Αλμπέρτα και πάροχος υπηρεσιών υποβοηθούμενου θανάτου. Είπε ακόμα ότι αντιμετωπίζει έναν μικρό αριθμό ασθενών «με σοβαρές διαταραχές ψυχικής υγείας που υποφέρουν εξίσου με τους ασθενείς που βλέπω στις υπηρεσίες φροντίδας για καρκίνο».
Η Λίζα Μαρ, η οποία έχει εργαστεί ως παραϊατρικό προσωπικό και διαγνώστηκε με διαταραχή μετατραυματικού στρες ζει στη Νέα Σκωτία και δήλωσε ότι θέλει απεγνωσμένα να επωφεληθεί από τον νέο νόμο. Πάσχει από διπολική διαταραχή, κατάθλιψη και διαταραχές που επηρεάζουν το δέρμα της λόγω άγχους και έχει κάνει, όπως υπολογίζει, 15 σκέψεις για απόπειρα αυτοκτονίας, αλλά «πάντα κατάφερνε να βγάζει τον εαυτό της από τη δύσκολη θέση». «Ο μόνος λόγος που δεν το έχω κάνει ακόμα, νομίζω, είναι ότι περιμένω αυτή την απόφαση τον Μάρτιο», πρόσθεσε.
Ποια είναι η διαδικασία για την υποβοηθούμενη αυτοκτονία
Ο Καναδάς τροποποίησε τον ποινικό του κώδικα για να νομιμοποιήσει την υποβοηθούμενη αυτοκτονία για τους ασθενείς με ανίατες ασθένειες το 2016 και το 2021, ανταποκρινόμενος στη δικαστική απόφαση από το Κεμπέκ. Οι ασθενείς, που επιλέγονται, πρέπει να περιμένουν 90 ημέρες προτού λάβουν την έγκριση για υποβοηθούμενη αυτοκτονία. Η έγκριση δίνεται με βάση τις εκτιμήσεις δύο ανεξάρτητων γιατρών. Ένας από τους αξιολογητές πρέπει να είναι ειδικός στην πάθηση του ασθενούς ή να έχει συμβουλευτεί ειδικό.
Μια ομάδα εμπειρογνωμόνων και μια ειδική κοινοβουλευτική επιτροπή έχουν εργαστεί για να αντιμετωπίσουν τις ανησυχίες του κοινού και της ιατρικής κοινότητας, καθορίζοντας τα πρότυπα πρακτικής και συμβουλεύοντας τους γιατρούς και τις ρυθμιστικές αρχές. Η κυβέρνηση έχει επίσης χρηματοδοτήσει την ανάπτυξη ενός προγράμματος κατάρτισης για τους γιατρούς και τους νοσηλευτές που αξιολογούν τους ασθενείς για υποβοηθούμενη αυτοκτονία. «Η δουλειά έχει γίνει», δήλωσε τον Νοέμβριο σε ειδική κοινοβουλευτική επιτροπή η δρ Μόνα Γκούπτα, πρόεδρος της επιτροπής εμπειρογνωμόνων που διόρισε η κυβέρνηση κι η οποία είναι ψυχίατρος και ερευνήτρια βιοηθικής στο πανεπιστήμιο του Μόντρεαλ. «Είμαστε έτοιμοι», δηλώνει.
Όποιος στον Καναδά επιθυμεί να προχωρήσει σε υποβοηθούμενη αυτοκτονία θα πρέπει να κριθεί από τους γιατρούς ή τους νοσηλευτές που τον φροντίζουν και να επιβεβαιωθεί ότι δεν είναι παρορμητικός και δεν έχει τάσεις αυτοκτονίας, ενώ όσοι πάσχουν από ψυχικές ασθένειες θα πρέπει να αξιολογούνται για να αποδείξουν ότι η κατάστασή τους είναι «ανεπανόρθωτη».
Αλλά ακόμη και ορισμένοι ψυχίατροι ανησυχούν ότι μπορεί να μην είναι πάντα σε θέση να καθορίσουν αν κάποιος που ζητά υποβοηθούμενη αυτοκτονία θα μπορούσε πραγματικά να γίνει καλύτερα ή όχι.
Με πληροφορίες από New York Times