Με το που ο Κάρι Γκραντ και ο Ράντολφ Σκοτ μετακόμισαν στο ίδιο σπίτι –σχεδόν έναν αιώνα πριν–, ξεκίνησε ένα όργιο φημών που θα τους συνόδευε μέχρι το τέλος της ζωής τους και που αφορούσε τη φύση της σχέσης τους. Έζησαν μαζί περίπου για μια δεκαετία, σε μια συγκατοίκηση που κράτησε περισσότερο από πολλούς γάμους, και σε μια περίοδο κατά την οποία ο Κάρι Γκραντ έγινε χολιγουντιανό είδωλο πρώτου μεγέθους.
Πολλοί ήταν εκείνοι που μίλησαν για σεξουαλικές συνευρέσεις μαζί τους και ακόμη περισσότεροι όσοι ισχυρίστηκαν ότι ήταν μάρτυρες του συναισθηματικού πάθους μεταξύ τους. Άλλοι είχαν την απόλυτη πεποίθηση ότι δεν επρόκειτο για κάτι περισσότερο από μια θερμή φιλία. Πολλά δεν είναι –και δεν θα γίνουν ποτέ– γνωστά για την κρυφή queer ζωή στην Αμερική πριν από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Ως εκ τούτου, οι βιογράφοι του θρυλικού κινηματογραφικού διδύμου μπορούν να λένε ό,τι θέλουν, με μοναδικό γνώμονα την προσωπική τους ερμηνεία των πραγμάτων.
Ωστόσο, τίποτα από όλα αυτά δεν μπορεί να δώσει απάντηση στο ερώτημα τι σήμαιναν ο Γκραντ και ο Σκοτ ο ένας για τον άλλον ή πώς αυτή η σχέση διαμόρφωσε το ποιοι ήταν στην ιδιωτική τους ζωή και στην οθόνη. Υπάρχουν βέβαια μεμονωμένες περιπτώσεις κάποιων που διατείνονται ότι ο Γκραντ είχε αποκαλέσει τον Σκοτ «έρωτα της ζωής του». Οι περισσότερες βιογραφίες και ντοκιμαντέρ ωστόσο έχουν αποδώσει ελάχιστα ικανοποιητικά το τι ήταν δημοσίως γνωστό και κατά πόσο ήταν έγκυρες οι αποκαλύψεις της εποχής. Καθώς βασίστηκαν κυρίως σε αδιάκριτες φωτογραφίες και τίτλους περιοδικών σε συνδυασμό με τις μαρτυρίες ανδρών που γνώριζαν τον Γκραντ και τον Σκοτ, σκιαγραφούν μια μοναδική περίπτωση συγκατοίκησης, αλληλεξάρτησης και αγάπης – καταρχάς πλατωνικής αλλά πολύ πιθανόν και ερωτικής.
«Όποτε εμφανίζονταν δημόσια, δεν μπορούσαν καν να αγγίξουν ο ένας τον άλλον και μετά βίας μπορούσαν να περπατήσουν μαζί ή ακόμη και να μιλήσουν μεταξύ τους χωρίς να τους παρακολουθούν για την παραμικρή ένδειξη των συναισθημάτων τους».
Ο Κάρι Γκραντ δεν είχε πάντα αυτό το όνομα. Βρετανός στην καταγωγή, ο Άρτσιμπαλντ –Άρτσι– Λιτς, έχοντας περάσει μια ιδιαίτερα δυστυχισμένη παιδική ηλικία μέσα στην ανέχεια, με αλκοολικό πατέρα και βαριά καταθλιπτική μητέρα, βρέθηκε πολύ νωρίς στον δρόμο. Όταν ο Άρτσι ήταν έντεκα χρονών, ο πατέρας του έκλεισε τη μητέρα του σε ψυχιατρείο, ενώ λίγα χρόνια αργότερα ο ίδιος αποβλήθηκε από το σχολείο λόγω της κακής του διαγωγής. Στα 15 του άρχισε να δουλεύει στα βοντβίλ της Νέας Υόρκης. Η εκπληκτική του ομορφιά και οι ακροβατικές του ικανότητες τού άνοιξαν τις πόρτες του Μπρόντγουεϊ, το οποίο με τη σειρά του τού άνοιξε τον δρόμο για το Χόλιγουντ. Μέχρι να συμβούν όλα αυτά, έβγαζε τα προς το ζην κάνοντας νούμερα επάνω σε ξυλοπόδαρα στο Coney Island.
Το 1927 γνώρισε τον Αυστραλό ενδυματολόγο Orry-Kelly, ο οποίος αργότερα έκανε σπουδαία καριέρα στα στούντιο του Χόλιγουντ. Ο Orry-Kelly ήταν ομοφυλόφιλος και κυκλοφορούσε σε γκέι κύκλους. Έζησαν μαζί σε ένα άθλιο διαμέρισμα ελάχιστων τετραγωνικών στο Greenwich Village για σχεδόν μια δεκαετία. Αν και οι βιογράφοι τους ισχυρίζονται ότι ήταν ζευγάρι, ο Orry-Kelly ποτέ δεν το επιβεβαίωσε στα απομνημονεύματά του, που δημοσιεύτηκαν μετά τον θάνατό του.
Ο Άρτσι Λιτς έφυγε πρώτος για τη Δυτική Ακτή. Μόλις δέκα ημέρες μετά την άφιξή του, στα τέλη του 1931, υπέγραψε πενταετές συμβόλαιό με την Paramount, η οποία του επέβαλε να αλλάξει επίσημα το όνομά του σε Κάρι Γκραντ. Μερικούς μήνες μετά, ο Γκραντ γνώρισε στο πάρκινγκ της Paramount τον επίσης ηθοποιό Ράντολφ Σκοτ. Καθώς συμμετείχαν στις ίδιες ταινίες, σύντομα δέθηκαν φιλικά. Ο Orry-Kelly ισχυρίστηκε αργότερα ότι εκείνος ήταν ο πρώτος που συμβούλεψε τον Γκραντ να ζήσει μαζί με τον Σκοτ. Ο Γκραντ και ο Σκοτ μετακόμισαν αρχικά σε ένα διαμέρισμα και μέχρι το τέλος του έτους σε ένα μικρό σπίτι στο Μπέβερλι Χιλς. Έτσι, μπορούσαν να μοιράζονται το ενοίκιο, μια αρκετά κοινή πρακτική για τους νεοφερμένους στο Χόλιγουντ.
Διαθέτοντας εντυπωσιακή εμφάνιση, ο ξανθός Σκοτ, που είχε γεννηθεί στη Βιρτζίνια σε πλούσιο περιβάλλον, είχε ήδη διανύσει μια πορεία μερικών χρόνων στον κινηματογράφο. Είχε και αυτός μυστηριώδες και ταραγμένο παρελθόν, καθώς και εκείνος είχε εγκαταλείψει το σπίτι του κατά την εφηβεία του και πάλευε για την αναγνώριση. Έβγαζε μια φινέτσα, με έντονο το στυλ του αμερικανικού Νότου και μια αμερικανική αυθεντικότητα. Αντιθέτως ο Γκραντ προσπαθούσε απεγνωσμένα να εξαλείψει οποιοδήποτε ίχνος βρετανικής προφοράς, καθώς του είχε στοιχήσει κάποιους ρόλους. Οι δυο τους κυκλοφορούσαν σε όλα τα λαμπερά πάρτι όπου σύχναζε η καλλιτεχνική ελίτ του Χόλιγουντ, καθώς γίνονταν όλο και πιο γνωστοί, ο Σκοτ ως ήρωας στα γουέστερν και ο Γκραντ ως καρδιοκατακτητής.
Κατά τη διάρκεια της ποτοαπαγόρευσης, τα υπόγεια νυχτερινά γκέι κλαμπ είχαν άνθηση στο Λος Άντζελες, παρόλο που η ομοφυλοφιλία εξακολουθούσε να τιμωρείται με φυλάκιση. «Υπάρχει το κελάρι του BBB όπου τα αγόρια ντύνονται σαν κορίτσια», έγραφε ένα άρθρο το 1933, «και το Jimmy’s Back Yard, όπου τα κορίτσια ντύνονται σαν αγόρια». Κυκλοφορούσαν φήμες ότι εκεί σύχναζαν μεγάλα ονόματα της εποχής, ανάμεσά τους ο Κάρι Γκραντ και η Μάρλεν Ντίντριχ.
Σύντομα Γκραντ και Σκοτ μετακόμισαν στο West Live Oak Drive, σε μια απομονωμένη κατοικία οκτώ δωματίων στο Λος Φελίς, με εκπληκτική θέα της πόλης. Ζούσαν τη ζωή τους σαν να μην τους αφορούσαν όλα όσα λέγονταν γύρω από τα ονόματά τους, μέχρι που στις αρχές του 1934 ο Κάρι Γκραντ παντρεύτηκε την ηθοποιό Βιρτζίνια Τσέριλ. Αργότερα είπε ότι ήταν εν μέρει αποτέλεσμα της πίεσης από την Paramount ώστε να αποστασιοποιηθεί από τον Σκοτ. Ήταν ένας επιβεβλημένος γάμος εξαιτίας του κώδικα Hays, ο οποίος θεσμοθετήθηκε την ίδια χρονιά με ξεκάθαρο σκοπό την πάταξη, μεταξύ άλλων, οποιασδήποτε παρουσίασης ή ανοχής της ομοφυλοφιλίας. Το Χόλιγουντ ουσιαστικά απαγόρευε οποιαδήποτε αναφορά στην ομοφυλοφιλία στην οθόνη αλλά και στους κόλπους της κινηματογραφικής βιομηχανίας. Η μόνη επιλογή των ΛΟΑΤΚΙ+ ατόμων ήταν «να συμμορφωθούν ή να αποχωρήσουν».
Οι δυο άντρες εξακολούθησαν να ζουν μαζί. «Ο Ράντι Σκοτ είναι συνεχώς μαζί μας – οι τρεις μας τα πάμε τόσο καλά», δήλωνε η Τσέριλ, προφανώς με σφιγμένα δόντια, σε δημοσίευση του «Silver Screen». Ο Γκραντ συμπλήρωνε: «Είναι τόσο τεράστιο το σπίτι που δεν υπάρχει περίπτωση να βρεθεί ο Ράντι μέσα στα πόδια μας». Τελικά το ζεύγος μετακόμισε, αφήνοντας το ευρύχωρο σπίτι για ένα πολυτελές διαμέρισμα, και ο Σκοτ ακολούθησε νοικιάζοντας ένα μικρότερο ακριβώς δίπλα τους.
Ο γάμος τους ήταν εντελώς αποτυχημένος. Ο Γκραντ και η Τσέριλ χώρισαν το 1935 και οι δύο άντρες τα ξαναβρήκαν μεταξύ τους. Το «Screenland» έγραψε: «Λοιπόν, λοιπόν! Αυτό το υπέροχο ζευγάρι, ο Κάρι Γκραντ και ο Ράντι Σκοτ, είναι ξανά μαζί και μένουν ξανά στο ίδιο σπίτι! Δεν σκοπεύω να σας συκοφαντήσω, αγόρια, το ξέρουμε όλοι».
Λίγο μετά όμως, ο Γκραντ βρέθηκε στην κορυφή. Πρωταγωνίστησε στο «Sylvia Scarlett», την πρώτη του ταινία με την υπερδιάσημη συμπρωταγωνίστριά του Κάθριν Χέπμπορν, ως δανεικός από την Paramount. (Σύντομα θα έφευγε από το στούντιο για μια κοινή συμφωνία με την Columbia και την RKO.) Η τολμηρή και ασυνήθιστη ρομαντική κωμωδία σε σκηνοθεσία του σπουδαίου Τζορτζ Κιούκορ ανέδειξε την αξία του ως ηθοποιού.
Μετά το διαζύγιο του Γκραντ από την Τσέριλ, μετακόμισε με τον Σκοτ σε ένα παραθαλάσσιο μπανγκαλόου της Σάντα Μόνικα, με θέα στον Ειρηνικό. Γύρω του κυριαρχούσε το λευκό: λευκή άμμος που άστραφτε κάτω από τη βεράντα, κομψές λευκές περσίδες που καλωσόριζαν το απαλό φως του ήλιου τα πρωινά, λευκά λουλούδια και, φυσικά, ένα ζωηρό λευκό τεριέ με το όνομα Άρτσιμπαλντ να τρέχει τριγύρω.
Οι δύο τους παρέμειναν στην Paramount για λίγο ακόμα. Ο Σκοτ λίγο αργότερα παντρεύτηκε την παιδική του φίλη Marion duPont, ενώ η σχέση του με τον Γκραντ συνεχίστηκε μέχρι και μετά το διαζύγιό του το 1939. Σε ένα αφιέρωμα του «Modern Screen», ο Γκραντ είπε κάποια στιγμή: «Η γυναίκα του Ράντι δεν μπήκε ανάμεσα σε δυο φίλους. Αντιθέτως. Αξιόλογος θεσμός οι γυναίκες».
Εν τω μεταξύ, οι φωτογραφίες που συνόδευαν το άρθρο του «Screenland» απεικόνιζαν τον Γκραντ και τον Σκοτ να κάνουν μπάνιο, να απολαμβάνουν το γεύμα τους και να παίζουν με τον σκύλο.
Η παραλία της Santa Monica πρόσφερε αλκοόλ, σεξ και διασκέδαση. Ο Φρεντ Αστέρ, στενός φίλος του ζευγαριού, έμενε σε έναν ξενώνα ουσιαστικά δικό του στο σπίτι τους. Άλλοι σταθεροί καλεσμένοι ήταν ο Χάουαρντ Χιουζ, ο Νόελ Κάουαρντ, ο Ντάγκλας Φέρμπανκς τζούνιορ. Ο Ρίτσαρντ Γκούλι, ο «βοηθός» του στελέχους της Warner Bros, Τζακ Γουόρνερ, είπε στο «Vanity Fair» το 2001 ότι σε μια του επίσκεψη στο σπίτι τους, ο Γκραντ εξέφρασε ένα «φευγαλέο ενδιαφέρον» για κείνον. Ο διάσημος δημοσιογράφος Ρίτσαρντ Μπλάκγουελ, που έγραφε για τη μόδα, είπε ότι πέρασε μήνες με τον Σκοτ και τον Γκραντ, θεωρώντας τους ζευγάρι, ενώ τους έβρισκε «βαθιά, τρελά ερωτευμένους». Περιέγραψε ρομαντικές στιγμές και με τους δύο στα απομνημονεύματά του. «Ζήλεψα αυτό που ένιωθαν ο ένας για τον άλλον. Αλλά ήξεραν, όπως και εγώ, ότι αυτού του είδους η σχέση μεταξύ δύο ανδρών θεωρούνταν απολύτως μη αποδεκτή. Ακόμη και σε ένα γεμάτο δωμάτιο, δεν είχαν μάτια για κανέναν άλλον».
Προς τα τέλη της δεκαετίας του ’30, τα πράγματα πήραν την κατιούσα. Καθώς ο Γκραντ εκτοξεύτηκε στα ύψη και ο Σκοτ πέρασε στην αφάνεια, μειώθηκε ο χρόνος που περνούσαν μαζί, μάλωναν για το σπίτι και απομακρύνθηκαν. Αλλά αντιμετώπιζαν και ένα μεγαλύτερο εμπόδιο: η πραγματικότητα παρέμενε ισοπεδωτική. Όπως έλεγε ο Μπλάκγουελ, «όποτε εμφανίζονταν δημόσια, δεν μπορούσαν καν να αγγίξουν ο ένας τον άλλον και μετά βίας μπορούσαν να περπατήσουν μαζί ή ακόμη και να μιλήσουν μεταξύ τους χωρίς να τους παρακολουθούν για την παραμικρή ένδειξη των συναισθημάτων τους».
Ο βιογράφος Donald Spoto στο βιβλίο του «Blue Angel» για τη Μάρλεν Ντίντριχ λέει ότι η RKO έδωσε στον Γκραντ τελεσίγραφο: θα έμενε με τον Σκοτ ή θα ανανέωνε το συμβόλαιό του. Εκείνος διάλεξε το συμβόλαιο.
Λίγο πριν, ο Γκραντ και ο Σκοτ πρωταγωνίστησαν μαζί στην εμπορική επιτυχία της RKO του 1940, «My Favorite Wife». Τα γυρίσματα έγιναν στο ξενοδοχείο Huntington στην Πασαντίνα. Κατέφτασαν ως ζευγάρι και, προς απόλυτη έκπληξη όλων, του σκηνοθέτη και του εξαιρετικά μάτσο συνεργείου, αντί να πάρουν ξεχωριστές σουίτες, έμειναν στο ίδιο δωμάτιο. Ο Bert Granet, υπεύθυνος σεναρίου, είπε κάποτε, σύμφωνα με τον βιογράφο Charles Higham: «Όλοι κοιτάζονταν μεταξύ τους. Φαινόταν σχεδόν απίστευτο».
Γύρω στην εποχή του χωρισμού τους, ο Κάρι Γκραντ κέρδισε την πρώτη του υποψηφιότητα για Όσκαρ για μια ταινία χωρισμού. Αν τη δεκαετία του ’30 εξέπεμπε χαρά στην οθόνη και στα έντυπα, η επόμενη δεκαετία είδε τον ηθοποιό να δείχνει μια πιο σκοτεινή του πλευρά. Θα εξερευνούσε αυτή την ένταση με τον πιο ενδιαφέροντα τρόπο στα θρίλερ του Χίτσκοκ, όπως το «Notorious» του 1946, με συμπρωταγωνίστρια την Ίνγκριντ Μπέργκμαν.
Στα μέσα της δεκαετίας του ’40, η ιστορία του Γκραντ και του Σκοτ είχε ουσιαστικά τελειώσει – τουλάχιστον δημόσια. Ο γάμος του Σκοτ το 1944 με την Patricia Stillman κράτησε μέχρι τον θάνατό του το 1987. Ο Γκραντ παντρεύτηκε άλλες δύο φορές στη δεκαετία του ’40 και συνολικά πέντε φορές στη ζωή του. Η μοναχοκόρη του, Τζένιφερ, που γεννήθηκε το 1966, δεν πιστεύει ότι ο πατέρας της ήταν ομοφυλόφιλος, αλλά στα απομνημονεύματά της αναγνωρίζει την πιθανότητα να «πειραματιζόταν σεξουαλικά». Οι ομοφυλοφιλικές σεξουαλικές σχέσεις παρέμειναν κακούργημα στις ΗΠΑ μέχρι το 1961.
Το 1980, ο Τσέβι Τσέις αποκάλεσε τον Γκραντ «homo» στο talk show του «Tomorrow», ανακαλώντας τα λόγια του μόνο αφού ο Γκραντ απάντησε με μήνυση για συκοφαντική δυσφήμιση, απαιτώντας 10 εκατομμύρια δολάρια. (Φέρονται να συμβιβάστηκαν εξωδικαστικά με ένα εκατομμύριο δολάρια.)
Για δεκαετίες, ο Κάρι Γκραντ σμίλεψε την εικόνα ενός κορυφαίου αρσενικού του Χόλιγουντ, με ερμηνείες που ανέτρεπαν τους ρόλους των φύλων και έκλειναν το μάτι στις φήμες που τον περιέβαλλαν.
Λίγα χρόνια μετά τον Τσέις, η Βρετανίδα δημοσιογράφος Μορίν Ντόναλντσον δημοσίευσε ένα βιβλίο στο οποίο αναφερόταν στο ειδύλλιό της με τον Γκραντ στα τέλη της δεκαετίας του ’70. Το έγραψε μαζί με τον συγγραφέα Μπιλ Ρόις, στενό της φίλο και αργότερα και του Γκραντ. Όπως αναφέρει στο δικό του βιβλίο του 2006 (που δημοσιεύτηκε 20 χρόνια μετά τον θάνατο του Γκραντ), ο Ρόις μια μέρα το 1976 έπεσε τυχαία πάνω στον Σκοτ. Όταν το είπε αργότερα στον Γκραντ, εκείνος ξαφνικά μελαγχόλησε. Ήταν 70 χρονών και είχε αποσυρθεί από την υποκριτική. Αποφάσισε να αποκαλύψει επιτέλους την αλήθεια. Χρειάστηκαν αρκετές ώρες για να παραδεχτεί στον Ρόις ότι ήταν ερωτευμένος με τον Σκοτ από τις πρώτες μέρες του στο Χόλιγουντ. Είπε: «Έχεις ακούσει ποτέ για τη βαρυτική κατάρρευση; Κάποιοι το λένε κεραυνοβόλο έρωτα. Ήταν η πρώτη φορά που το ένιωσα για κάποιον». Συνέχισε λέγοντας ότι αυτός και ο Σκοτ δεν ήταν γκέι ή στρέιτ, αλλά κάτι ενδιάμεσο. Ότι γυναίκες και άνδρες κοιμόντουσαν στο παραθαλάσσιο σπίτι τους, και ότι ο Σκοτ δεν θέλησε ποτέ τον Γκραντ με τον ίδιο τρόπο που ο Γκραντ ήθελε τον Σκοτ. Έκαναν σεξ, συχνά αδέξια, και συνδέθηκαν συναισθηματικά. «Δεν υπήρχε περίπτωση ο Ράντι να πειραματιζόταν μαζί μου… αν δεν με αγαπούσε πραγματικά και βαθιά».
Ο Γκραντ παραδέχτηκε πόσο τον πόνεσε το να αποχωριστεί τον έρωτα της ζωής του και της νιότης του: «Ήταν φρικτό το να τον βγάλω από την καρδιά μου». Ο Ρόις θυμάται τη στιγμή που ο Κάρι Γκραντ, γαλήνιος, συμπλήρωσε: «Οι ψυχές μας ήρθαν κοντά. Τι άλλο να ζητήσω;»
Με πληροφορίες από το Vanity Fair