Χρώματα

Χρώματα Facebook Twitter
1

Ο ουρανός απέναντι έχει τρία χρώματα. Απαλό γαλάζιο, αμυδρό κόκκινο και γκρι, όσο τον κοιτάς πιο ψηλά. Η ψυχή μου βαθειά, έχει ένα χρώμα. Κι είναι μόνο γκρι. Ακόμα είναι γκρι, μέχρι να γίνει μαύρο. Η λευκό. Ποιος ξέρει. Αυτό το σούρουπο θα μπορούσε να έχει κάτι από μαγεία, αλλά δεν έχει. Με μαγεία χρωματίζουν οι άνθρωποι τις στιγμές και τα τοπία, όχι τα τοπία και οι στιγμές τους ανθρώπους. Και εγώ τώρα που τα λέω με τις ερινύες μου, δεν έχω δύναμη να βάλω χρώμα. Η μάλλον δεν έχω διάθεση. Δύναμη μπορεί να βρει ο καθένας μας. Είναι στην φύση του ανθρώπου να είναι δυνατός, το επιβάλλει το ένστικτο της αυτοσυντήρησης. Πως αλλιώς να τα βάλεις με τα θηρία που λυμαίνονται την ανθρώπινη λεία τους? Μηχανισμοί άμυνας υπάρχουν. Υστερούμε σε μεθόδους ενεργοποίησης. Υστερώ.


Ψάχνω την αρχή μου. Η μάλλον τον σκοπό μου και τα θέλω μου. Νιώθω να κινούμαι μηχανικά στα τεντωμένα σκοινιά της εποχής. Όχι πως πατούσα ποτέ γερά. Μα σκοινιά είναι. Έτσι κι αλλιώς ακροβατείς πάνω τους, ισορροπείς στην λεπτότητα τους, νιώθεις την τραχιά τους επιφάνεια να γρατζουνάει τα πέλματα των ποδιών σου. Αυτό μαθαίνεις να κάνεις. Έτσι πρέπει. Πρέπει κι όχι θες. Σ' αναγκάζουν με την κενότητα τους να μάθεις πως η ζωή δεν χαρίζεται, κερδίζεται. Πως την θέση στη στη γη μας, μια θέση που χαρίζεται από την άλλη, πρέπει κι αυτή πια να την κερδίσεις. Τα αυτονόητα μου στερούν. Μας στερούν. Παντού γύρω μια νότα μιζέριας. Οι "μεγάλοι" πιο μίζεροι κι από την μιζέρια που τους έχουν πουλήσει. Κι οι "μικροί", ναυαγοί μιας ελπίδας μάταιης, μιας υπόσχεσης μάταιης. Ψάχνουν για την θέση στο όνειρο.


Μελαγχολία λέγεται η ασθένεια της εποχής. Διάχυτη παντού, θαρρείς και κάπου ήταν καλά κρυμμένη και δραπέτευσε για να γίνει έξη. Έξη των σαχλοκουτιών που έχουμε στα σπίτια μας, των ραδιοφώνων που έχουμε στα αυτοκίνητα μας, των ψυχών μας που είναι στην φορμόλη. Κλείσε τα αυτιά σου, δέσε τα μάτια σου με ένα πανί και άσε μονάχα την αφή σου ανέπαφη. Και την όσφρηση και την γεύση. Σαν εκείνο τον ηλικιωμένο επιστάτη της ταινίας, που έχασε με δική του προαίρεση την όραση και την ακοή του χρησιμοποιώντας χλωρίνη. Μάλλον κατάλαβε πως την ουσία δεν μπορούν να την συλλάβουν τα μάτια και τις νότες τις αλήθειας δεν μπορούν να την αντιληφθούν τα αυτιά. Και έτσι κάπως χάραξε τον δρόμο σου ανάμεσα σε δύσβατα μονοπάτια. Θα μου πεις, τα λόγια είναι λόγια. Τέρπουν τα άδυτα για λίγο, δεν γίνονται βίωμα με μια μονάχα ανάγνωση. Μα και τι άλλο έχεις? Κάτι ψίχουλα που σου πέταξαν σαν να ήσουν αδέσποτο. Άσε που αν το ψάξεις εις βάθος θα δεις πως κάποια αδέσποτα είναι πιο προνομιούχα. Ακόμα τουλάχιστον.


Ξέρω πως η εξουσία διαφθείρει την ανθρώπινη φύση. Η αντιληπτική μου ικανότητα με έκανε να το καταλάβω. Όπως επίσης ξέρω πως αν ήμουν και εγώ σε μια θέση εξουσίας, ίσως να προσπαθούσα να γευτώ από την πίτα ένα κομμάτι που κανονικά δεν θα δικαιούμουν με βάση την κατάσταση των πραγμάτων και τις επιταγές της ηθικής. Γι αυτό και πάνω απ' όλα θυμώνω με τις δικές μου ανθρώπινες αδυναμίες και προσπαθώ να κατανοήσω τα όσα συμβαίνουν γύρω μου. Χρησιμοποιώ τα μάτια και τ αυτιά μου γι αυτό, είμαι μικρή ακόμα για να απαρνηθώ δύο τόσο σημαντικές αισθήσεις, όσο κι αν μέσα μου η αθάνατη πλευρά μου πρεσβεύει την αχρηστία τους. Η θνητότητα μου, η ανθρώπινη και τρωτή μου φύση, δεν μπορεί να σταματήσει να βλέπει και ν ακούει. Και έτσι βρίσκεται να νοσεί από την ασθένεια της εποχής.


Δεξιά μου σ' αυτή την περιήγηση στα έγκατα του νου, έχω μία οικογένεια. Εκ πρώτης όψεως, φαίνεται αρκετά ευτυχισμένη. Αλλά ας δεχτούμε ότι δεν έχω την ικανότητα να το αντιληφθώ πλήρως. Πάνω από μένα, πέρα από τον ουρανό της αρχής, κάθεται ένας άντρας περίπου 62 χρόνων. Η όψη του δεν μαρτυρά σε καμία περίπτωση τα χρόνια του. Η ζωή του ήταν σύντροφος με κάθε λογής δυσκολία μα ο απολογισμός της μέχρι τώρα δείχνει ότι τα κατάφερε σχετικά καλά. Το υπόλοιπο που του απομένει, ίσως και να είναι δύσκολο, μα το πολύ δύσκολο σίγουρα το έχει περάσει, δίνοντας την σκυτάλη σε μια γυναίκα. Ή κοπέλα-μικρή σημασία έχει η λέξη που ντύνει το πρόσωπο. Είναι περίπου 24. Με λίγα εφόδια στον δικό της ασκό. Αμελητέα ή όχι, δεν το ξέρουμε, καθώς η ίδια δεν μπορεί να είναι όσο αντικειμενική πρέπει με τον εαυτό της. Από την θέση του γράφοντος ωστόσο, μπορώ να πω ότι δεν είναι εντελώς αμελητέα. Και η δική της όψη δεν συνάδει με την ηλικία της. Από ότι ακούει τουλάχιστον, μοιάζει περισσότερο με μεγάλο παιδί παρά με ενήλικη γυναίκα. Μεταξύ των δύο, υπάρχει μία σύνδεση και ένα χάσμα. Η σύνδεση έχει να κάνει με το αίμα, το χάσμα έχει να κάνει με την δύναμη. Το χειροπιαστό έναντι του αφηρημένου. Η μικρομέγαλη 24χρόνη, έχει έναν συσσωρευμένο θυμό για τον ενήλικα. Πέρα από την εκτίμηση που τρέφει και που δεν θα καταφέρει ποτέ να ξεστομίσει στ' αλήθεια, νιώθει και μια βαθειά θλίψη για το βαρύ φορτίο που ήδη έχει να κουβαλήσει, το οποίο μοιάζει να βαραίνει από την περίσσια απαισιοδοξία του ενήλικα. Από την ίδια την στάση ζωής του. Κι αν ορισμένες ασθένειες δεν γιατρεύονται με φάρμακα, μπορούν σίγουρα να γίνουν βιώσιμες και κάποια στιγμή να περάσουν, αν τις ντύσεις με δύναμη και χαμόγελο. Αυτό είναι το παράπονο της. Αυτό θαρρώ είναι το παράπονο πολλών ακόμη 24χρόνων που ψάχνουν την δική τους θέση στην κοινωνία της σαθρότητας και του ψέματος.
Τρέχουμε να προλάβουμε την ζωή. Μαραθωνοδρόμοι είμαστε στο ίδιο μας το ταξίδι. Πουλήσαμε τα κεκτημένα μας, τώρα δεν αρκούνται σ' αυτά και θέλουν να κλέψουν και τον ήλιο μας. Αν ρωτάς, εμένα ο δικός μου ήλιος δεν είναι πια και τόσο φωτεινός, έχει μια νότα ξεθωριάσματος. Έχω πολλά κοινά με την 24χρόνη. Το κυριότερο όλων? Νοσώ από την ασθένεια της εποχής και ψάχνω απελπισμένα την φυγή μου σε ψευτοπαρήγορες και άχρωμες λέξεις. Σε μουσικά κομμάτια που βυθίζουν το νου ακόμη πιο πολύ στα έγκατα του. Σε γκρίζους ουρανούς σαν κι αυτόν, σε δύσκολες μέρες σαν κι αυτές που με λυρικότητα περιγράφουν οι ποιητές, υπάρχουν λίγα καταφύγια. Και είναι λίγα γιατί μαζί με τα λεφτά, στερεύουν κι οι αγκαλιές. Η τρόικα ήρθε όχι για να δανείσει. Ήρθε για δανειστεί από εμάς. Ζωντάνια, όνειρα, θάλασσες και χίμαιρες. Εμένα αυτά μου λείπουν έντονα για την ώρα. Τα μαθηματικά δεν τα κατέχω. Η περιγραφή της έλλειψης υλικών αγαθών συνεπώς, δεν είναι και το ατού μου.


Γέμισα την σελίδα. Για να γεμίσω τα κενά μου. Για να ελαφρύνω το φορτίο μου, μιας και κανείς δεν θα το κάνει για μένα. Ψάχνω τις διεξόδους στα αδιέξοδα μου, αλλά η σκέψη μου για μια ακόμη φορά είναι ασυνεπής στην συνέχειά της. Θέλω και εγώ να μάθω ν αγγίζω και να οσφραίνομαι. Να αγγίζω τον Άνθρωπο, να οσφραίνομαι τις Ανάγκες του. Να ρίξω ένα μπουκάλι χλωρίνη στα μάτια και τ αυτιά μου, μήπως πάψω να γκρινιάζω για τον γιαλό που είναι μεν στραβός, αλλά δεν θα ισιώσει και ποτέ αν εμείς-οι ασθενείς της στρογγυλής σφαίρας-συνεχίσουμε να αρμενίζουμε στραβά. Που να πάρει η οργή, κάποιος εκεί πέρα θα μ ακούει. Η μάλλον θα με Αισθάνεται. Το καλό με την απελπισία είναι πως την νιώθουν κι άλλοι. Τα ρέστα μου λοιπόν στους πολλούς. Στους άλλους, που νιώθουν το ίδιο μόνοι, το ίδιο απελπισμένοι, το ίδιο ασθενείς.


Ο ουρανός απέναντι έχει ένα χρώμα. Απαλό μαύρο. Αλλά ποιος νοιάζεται...

Αύριο πάλι θα είναι γαλάζιος. Και γκρι και μοβ και κόκκινος....

1

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

σχόλια

1 σχόλια