Άραγε έχεις σκεφτεί , πως σ αυτή την απεριόριστη μάζα ανθρώπων, καθένας από εμάς είναι τόσο μα τόσο διαφορετικός...
Και τώρα θα αναρωτηθείς, διαφορετικός; Σκέψου, καθένας από εμάς έχει τόσο ξεχωριστά βιώματα και ερεθίσματα που κατ επέκταση δημιουργούν έναν μοναδικό και ιδιαίτερο χαρακτήρα , τον καλοβολεμένο εαυτούλη μας . Αυτόν, που όσο θα μεγαλώνει θα προσπαθήσει να γίνει κυρίαρχος των πάντων, θα μπει πάνω από έμενα, από εσένα, από εκείνα . Αυτόν που θα βολεύει πάντα την παρτάρα του και θα χρησιμοποιεί φθηνές δικαιολογίες και προσχήματα ώστε να κρύψει τον εγωισμό που τον έχει καταβάλει.
Ώσπου θα έρθει η μέρα που θα τον πιάσεις στον ύπνο , θα του τη σκάσεις κοινώς....και έστω για μια φορά θα πράξεις χωρίς αυτόν, και θα νιώσεις γυμνός, ελεύθερος αλλά γυμνός. Θα γίνεις για μια φορά τρωτός και θα παρευρεθείς στην μάχη άοπλος, χωρίς πανοπλία....μόνος, έχοντας χεσμένη τη λογική και κρατώντας στα χέρια σου μόνο συναίσθημα . Θα ορμήξεις σαν μαινόμενος ταύρος πάνω στον άλλον , θα του σκίσεις τις σάρκες και παράλληλα θα σκίζονται και οι δικές σου, μα δεν θα πονάς. Θα σταθείς όρθιος μέχρι το τέλος, ώσπου να γυρίσεις πίσω νικητής, ώσπου να πάρεις το τρόπαιο στα χέρια σου και να ξαναφύγεις μόνος, όπως ήρθες...ώσπου το χώμα να μυρίσει βροχή και ο αέρας να είναι πιο ψυχρός από ποτέ...
Μα δεν θα είσαι μόνος σου, μέσα σε αυτό το κουτί όπου έχεις κρύψει καλά το τρόπαιο σου υπάρχει κάτι πιο δυνατό από εσένα, κι όμως...τόσο ίδιο...τόσο τρομακτικά ίδιο. Θ α το ανοίγεις τις νύχτες που η μοναξιά θα έρχεται απρόσκλητη μέσα στην ησυχία και θα κοιτάς ξανά και ξανά τα ενθύμια του δικού σου πολέμου.
Μια χούφτα χώμα και ένα πορφυρό τριαντάφυλλο θα σου θυμίζουν αυτά που δημιούργησες τότε...μια λευκή σελίδα και ένα σταματημένο ρολόι θα μαχαιρώνουν το παρόν...όχι επειδή δεν είχες λέξεις να γεμίσεις αυτή τη σελίδα, απλά επειδή δείλιασες, δείλιασες στον επίλογο...φοβόσουν το τέλος.
Έτσι σταμάτησες το ρολόι για να μπορείς να ξανανοίγεις τις πληγές σου στην θύμηση του χρόνου, ξανά και ξανά, να τις βλέπεις να αιμορραγούν και να αισθάνεσαι έστω για λίγο μόνο ζωντανός, ελεύθερος αλλά ζωντανός.
Έπειτα μετά το ξύπνημα του εγωισμού θα ακούσεις φωνές και ουρλιαχτά , ένα “γιατί” θα σου τρυπάει τα αυτιά και δεν θα σε αφήνει τις νύχτες να κοιμηθείς....
“Γιατί λειτούργησες χωρίς έμενα; Τι θα πει ο κόσμος;”
Αυτού του κόσμου που θα σταθεί απέναντι σου σε ρόλο κριτή και θα ζητά απαντήσεις....τον κόσμο που είχες χεσμένο από την πρώτη μέρα που κατάλαβες πως οι υποκριτές που το απαρτίζουν κρύβονται πίσω από εσένα, για να κρύψουν τα πάθη τους...για να είναι “κοινωνικά αποδεκτοί”... άδειοι, δυστυχισμένοι αλλά...αποδεκτοί.
Ποιος νοιάζεται για το σύνολο όταν μόνοι μας ερχόμαστε και μόνοι μας πορευόμαστε σε αυτή τη ζωή...μισοί και μόνοι.
Ώσπου θα βρω εσένα μέσα στο πλήθος και θα κολλήσεις μέσα μου σαν μαγνήτης και θα νιώσω ολόκληρος έστω για μια φορά...ολόκληρος και τόσο γεμάτος ζωή.
Μέχρι να έρθει το χελιδόνι κι εσύ να φύγεις μαζί του, επώδυνα και βίαια θα ξεριζωθείς από μέσα μου αλλά... θα σε έχω για πάντα, σαν μια αίσθηση ανεκπλήρωτου.
Κι όταν η θάλασσα θα μου ψιθυρίζει όλα αυτά που σου αρνήθηκα, θα θυμάμαι εσένα...
Κι όταν θα χάνονται οι ισορροπίες εσύ θα στέκεσαι το τέλος της γραμμής, για να με επαναφέρεις στην πραγματικότητα...
Κι όταν θα χαράζω στην άμμο μια λέξη σαν επίλογο, θα είσαι εσύ που θα την σβήνεις πίσω από έμενα, θυμίζοντας μου πως όλα προχωράνε, συνεχίζουν και απαιτούν την παρουσία μου εκεί , ψυχή και σώμα...
Κι όταν τα βλέμματα μας θα συναντιούνται θα γεμίζω με φως, και θα χαμηλώνω τη φωνή για να μην φανεί πως μπροστά στα πόδια σου έχω καταθέσει τα όπλα μου....όχι από φόβο μην αποκαλυφτώ, απλά, γιατί δεν ξέρω αν αντέχεις να ζεις γνωρίζοντας το...αν αντέχεις όλο αυτό το φορτίο...
Και κάπως έτσι παραμερίζοντας το άλλο μου εγώ, θα σου χαρίσω απλόχερα τη θέση στο άλλο μου ...εσύ.