Θυμάσαι εκείνο που μου είπες με τον χρόνο που απλά περιμένεις να περάσει; Με τις ώρες που απλά κυλούν και σε αφήνουν ανίκανο να κάνεις οτιδήποτε; Με τις νύχτες που δεν μπορείς με τίποτα να κοιμηθείς, που απλά δεν κοιμάσαι. Πόσος πόνος αλήθεια χωράει σε ένα άτομο; Πόσα χωράει ο άνθρωπος; Και γιατί δεν αδειάζει ποτέ;
Από τα χειρότερα πράγματα που μπορείς να κάνεις σε κάποιον είναι να αφαιρέσεις τα skills/σκίλς - τους μηχανισμούς με τους όποιους να μπορεί να επιβιώσει μετά από ανεξάντλητες «ατυχίες» που του συμβαίνουν. Είναι η έννοια του «crippleness»/ανικανότητας.
«Με τρομάζουν οι άνθρωποι», μου είπες μα δεν σε άκουσα. Το βρήκα αδιανόητο να σε τρομάζουν οι άνθρωποι.
Και όμως, όταν δεν σε ακουμπούσαν, όταν έφευγαν όλοι από εσένα και εσύ έψαχνες πάλι στους δρόμους της σιωπής το γιατί και πήγαινες πάλι στην γωνιά του δωματίου όπου βαριά βήματα σάλευαν με τον αόρατο ήχο της απαίσιας μπλε και κόκκινης μοκέτας που κοιτούσες ανεξάντλητα, ήξερες πως για όλα (ίσως) έφταιγες εσύ. Που δεν μπόρεσες ποτέ να ξεφύγεις από τους ήχους της σκέψης σου.
Θυμάμαι τις νύχτες που είχα δημιουργήσει ένα κουτί των αχρήστων στο μυαλό και τα πέταγα όλα εκεί μέσα πριν κοιμηθώ στην προσπάθεια μου να δω όνειρα. Και από τότε δεν κατάφερα ποτέ ακόμα να κοιμηθώ με όνειρα γιατί πάντα με ξυπνούσαν / στην αρχή με ακινητοποιούσαν / με παρέλυαν οι εφιάλτες. Είναι δύσκολο να ζεις χωρίς όνειρα τα βράδια.
Και πίστευες πως το γράψιμο ήταν το δώρο/ταλέντο μα σου το έχουν μαυρίσει και τώρα τι να το κάνεις τόσο μαύρο που έχει γίνει;
Και μετά γνώρισες εκείνο(ν) που σου είπε πως «τα βλέπεις όλα μαύρα και κάνεις δεν αντέχει να ακούει την αρνητικότητα σου». Και το μόνο που διερωτόσουν όλο το βράδυ ήταν το πώς να κοιμηθείς χωρίς εφιάλτες μετά από αυτό.
Μα δεν ήθελες να γυρίσεις σελίδα στην ζωή γιατί η ζωή δεν πίστευες ποτέ πως μπορεί να «γυριστεί». Δεν είχε(ς) αυτήν την ικανότητα. Ευχόσουν μόνο να πέσει και να σε συνθλίψει η μνήμη σου γιατί μόνο από αυτήν τελικά δεν μπορούσες να απαλλαχτείς.
Και πίστευες κατά βάθος πώς σαν τους σωτήρες, όλοι, φοβόντουσαν να μπουν στο «σπίτι» σου, και καταλάβαινες το γιατί τις περισσότερες φορές και τους συγχωρούσες.
Υ.Γ. Η ζωή είναι τόσο μόνη από μόνη της που αν με αφήσεις και εσύ δεν ξέρω τι ακολουθεί μετά το «μόνη». Δεν ξέρω πώς ονομάζεται αυτή η κατάσταση. Ίσως δεν έχει ονομασία, γιατί ονομασία έχουν μόνο εκείνα που ανακηρύσσονται κάποτε ως κοινά.
σχόλια