Ηκατ' οίκον διανομή πίτσας, καθώς λέγεται,ήταν πατέντα των μαφιόζων σε Ιταλία καιΗΠΑ. Οι παράνομοι, καταζητούμενοι ήαπλώς ύποπτοι δεν πρέπει να εκτίθενταισε κοινή θέα - πιτσαρίες και εστιατόρια.Όντας σε κοινή θέα μπορεί να γίνεις καικοινός στόχος των αντιπάλων. Καλύτεραλοιπόν να κρύβεσαι στο σπίτι, να τρωςφαγητό που σερβίρεται μέσα σε χαρτόνι,παρά να σε σημαδεύουν στα καλά καθούμενα.Όλοι θυμόμαστε στα έργα της μαφίας τιςεκτελέσεις που γίνονται πίσω από ταπαραβάν «φιλικών» εστιατορίων· ομαφιόζος είναι άνθρωπος του δρόμου, τηςτράκας και της γαλαρίας, σπίτι του τινα κάνει; Βγαίνει με προφυλάξεις, πηγαίνεινα συναντήσει τους συνενόχους του σεδικά τους φαγάδικα - εκεί ακριβώς τουκλέβουν τον χρόνο με μια πιστολιά.Αντίθετα ο ακριβοθώρητος κινδυνεύειλιγότερο. Ωστόσο η έξοδος από το σπίτι,το περιπαθές πέρασμα από τον ιδιωτικόχώρο στο δημόσιο δεν είναι απλή ανάγκη·συνιστά πάγια επιθυμία του μοντέρνουατόμου. Γι' αυτό τα καφενεία, επινόησητου 19ου αιώνα, αποτέλεσαν κομψή επανάστασηστον καθημερινό βίο.
Στοσπίτι περαστικός δεν λογίζεται. Ο δρόμοςπερνάει απέξω. Σου χτυπούν την πόρτα,λένε το όνομά τους, σε ειδοποιούν. Ακόμακι αυτός που πάει φιρί-φιρί (θυρί-θυρί,από πόρτα σε πόρτα) βρίσκεται έξω, δενβάζει πόδι μέσα στο οικιακό καταφύγιο.Συνεπώς ήταν πράξη μεγάλης ελευθερίαςνα στηθούν μαγαζιά όπου ο πάσα εις μπορείνα δείξει το πρόσωπό του, να βγάλει τηναφεντομουτσουνάρα του σε κοινή θέα καινα πλέξει την παρουσία του με την παρουσίατων άλλων. Διόλου περίεργο ότι τακαφενεία, αρχικά, αποτελούσαν χώροαμιγώς ανδρικό. Παιδιά, γυναίκες, παπάδεςαποκλείονταν.
Μάλισταο χαρακτήρας του καταστήματος όφειλετη γοητεία του στο ποτό που προσφερόταν.Ο καφές είναι το ποτό της σκέψης. Ηεσωτερική διέγερση που προκαλεί βρίσκεταιστον αντίποδα του αλκοόλ. Κανείς δενμέθυσε ποτέ με καφέ και τσάι· ο καφεπότηςαρχίζει μια συζήτηση και την κρατάειεπί ώρες· δεν κινδυνεύει εσωτερικά όπωςοι οινοπότης που αλλιώς μπαίνει στοκαπηλειό και αλλιώς εξέρχεται. Εξάλλουστα ήθη της Γαλλικής Επανάστασης τακαφενεία κράτησαν ρόλο πολιτικών εστιών.Ήταν φροντιστήρια πολιτικής μύησης,κάτι σαν επαναστατικά κοινοβούλια.Έπρεπε λοιπόν να κυλήσει πολύ νερό στηνκοίτη του Σηκουάνα για να εμφανισθούνμέσα στα καφενεία γυναίκες, ελεύθερεςαπό γάμο και οικογένεια, χωρίς κοινωνικήντροπή και φοβία, οι οποίες κατάργησανμε το έτσι θέλω το μονοπώλιο των ανδρών.Ακόμη και στα χρόνια της γερμανικήςκατοχής, στην ελεύθερη ζώνη του Παρισιού,η Σιμόν ντε Μποβουάρ προκαλούσε μικράσκάνδαλα καθώς συνόδευε τον Σαρτρ στααγαπημένα του καφενεία.
Εφόσονόπου συνευρίσκονται οι άνθρωποι ανοίγειπηγάδι άπατο, απαιτείται ειδικήπαρατηρητικότητα για να συλλάβουμε τηνάδηλη εσωτερική σκηνοθεσία των πελατών.Τι κάνουν; Κάθονται γύρω από ένα τραπέζι.Δείχνουν μπούστο δηλαδή, με τα χέριααεικίνητα (τσιγάρα, κούπες, νεροπότηρα,νεύματα), τα κεφάλια να περιστρέφονταισαν ραντάρ και το κατωκόρμι -ειδικά ταπόδια- σιωπηλά και εξουδετερωμένα. Οχρόνος της συνεύρεσης δεν αφορά τηνεργασία, τη συγκέντρωση, το απερίσπαστο,απεναντίας είναι χρόνος περισσευούμενος,αφιερωμένος στην ηδονική σπατάλη, καθώςη περιέργεια και η χαριτωμένη αερολογίαέχουν το πάνω χέρι. Στο καφενείο -στουΖόναρς ή στου Γιαννάκη, παλαιότερα- παςγια να δεις και να σε δουν. Το βλέμμαείναι το μέγα πλαγκτόν της αστικής ζωής·ό,τι βλέπεις κι ό,τι βλέπουν οι άλλοιτσεκάρεται λεπτομερώς. Αν φανταστούμεένα έρημο καφενείο, μόνο με μια παρέα,χωρίς λοιπό οπτικό υλικό, ουσιαστικάπεριγράφουμε μιαν τρανταχτή αποτυχία.Αντίθετα, μια αίθουσα όπου τα γκαρσόνιατρέχουν και δεν προλαβαίνουν, όπουτραπέζι διαθέσιμο δεν υπάρχει και απόκάθε γωνιά ανεβαίνει κατά κύματα τοκουβεντολόι, η ουσία του καφενείου είναιπαρούσα. Ένα μικρό τμήμα της ανθρωπότηταςπαριστάνει όλη την ανθρωπότητα. Άπασαη πόλη ήρθε να πιει νερό στο τραπέζιμας.
Τοπραγματικό, μην το ξεχνάμε, δεν έχεικαταστατική τάξη. Είναι παιχνίδι, διαρκήςπαρουσία μιας αδιευκρίνιστης απουσίας,κακομεταφρασμένη αιωνιότητα που τρέφεταιμε τη γλαφυρή ρουφιανιά της στιγμής.Κάθε φτήνια έχει την ακρίβεια της, κάθεσυναίσθημα ανήκει στην πανίσχυρη τράπεζατης ψυχής. Πώς αλλιώς να εξηγηθεί ότιτο επιμέρους πρόσωπο μοιάζει λειψό, ενώόλοι μαζί απολαμβάνουν το δικαίωμααυτοπροστατευόμενης ευφυΐας; Το πρώτοπρόσωπο μονίμως περιθάλπεται στηνκλινική του εμείς. Κανείς δεν μπορεί νασώσει τον άλλον, ούτε και τον εαυτό τουάλλωστε, εντούτοις η συναναστροφή, οσυγχρωτισμός (το σάρκα με σάρκα)προσφέρεται σαν αντίλυτρο. Η συναναστροφήαποκρίνεται πονηρά στο εφήμερο·περισσότερο γήινες από τους άνδρες, οιγυναίκες κατορθώνουν να μετατρέπουντο φρούδο βίωμα σε ζωντανή οντότητα.Έξω καρδιά, δεν θα πεθάνουμε κιόλας!
Αντίσκιοςσε όλα αυτάτα καμώματα, ο μοναχικός πελάτης τουκαφενείου θυμίζει κακή ομοιοκαταληξίασε ποίημα. Πίνει κι αυτός τον καφέ του,αλλά δεν μιλάει ελλείψει συνομιλητή,παραδίδεται σε ενδοφασίες, συνεχίζειτις κουβέντες που φτάνουν ως το τραπέζιτου, νιώθει τα απόνερα των διπλανών του,πληρώνει μόνο για έναν, παρ'οτι ήρθεμόνος και φεύγει δυνάμει πολλαπλός. Δεναποκλείεται όμως η κακή του τύχη ναμεταστραφεί ξαφνικά. Μια πολυπρόσωπηπαρέα φίλων καταφθάνει ακάλεστη μέσαστο καφενείο και το πλεκτό παύει ναείναι «μανίκι». Σαν την αρκούδα πια πουλαχταρά τις πρωτεΐνες όπου κι αν τιςβρει, η παρέα εξονυχίζει το παρόν τηςπου διάβηκε κιόλας.
σχόλια