... Καιξαφνικά, μέσ' από την ασχήμια και τηδυσκολία που ολόγυρά σου κυριαρχεί,λίγο αν μέσα σου μπορέσεις ν' απελευθερώσειςτις αισθήσεις σου -να δεις, ν' ακούσεις,ν' αγγίξεις, να μυρίσεις και να γευτείς«άλλα πράγματα»- ανοίγεται μπροστά σου,πανηγυρικά θαρρείς, ένας κόσμος ολωσδιόλουκι' αναπάντεχα όμορφος. Δεν είναιεικονικός κόσμος. Ούτε κρύβεται κάπουστη φαντασία μας. Δενχρειάζεται να περπατήσεις για να τονφτάσεις. Αντίτιμο δεν σου ζητά νακαταβάλεις. Είναι, απλώς, ένας κόσμοςπου είναι εδώ, καθαρός, και κρυμμένος!
Κάθομαισ' ένα από τα πιο άθλια μέρη της Αθήνας- δεν χρειάζεται να το κατονομάσω, είναιτόσο πολλά και είναι και παντού. Το«τοπίο» γύρω έχει επάνω του ανάγλυφατη σφραγίδα αυτού που ονομάζουμε«νεοελληνικό κράτος». Το εμφανές πρόσωπότου: κακογουστιά, παρανομία, προχειρότητα.Τα κτίρια. Οι κεραίες. Οι διαφημίσεις.Τα σκουπίδια. Οι αυθαίρετες κατασκευές.Οι δρόμοι με τις τρύπες. Οι μάντρες. Οιπινακίδες. Τα εποχικά, πρόχειρα έργα.Τα συνθήματα και τα πανό. Όλα, με έναμπεζ-γκρίζο χρώμα. Άχρωμο, ψυχρό, καιβρώμικο ...
Οικείομας είναι αυτό το πρόσωπο. Μπορεί ναείναι και αυτό που αντικρίζουμε κάθεπρωί στον καθρέφτη ή που έχουμε στιςκορνίζες στο τραπεζάκι του σαλονιού ναβλέπουν και οι επισκέπτες την οικογένειάμας. Όμως, λίγο πιο πέρα από αυτά, όχιπολύ μακριά, η ομορφιά που έστω καιστιγμιαία τα καταργεί. Τώρα που κάθομαικαι χαζεύω, με ψυχή ολάνοιχτη, έναςουρανός... αψεγάδιαστος! Κάθε σύννεφοδιαγράφει ανεξίτηλα το περίγραμμά του- λες και το έκοψες από φωτογραφία υψηλήςευκρίνειας και το κόλλησες επάνω στογαλάζιο. «Επιβλέπων»και «περιβάλλων» αυτό, ένα κόκκινο-πορτοκαλίπου μόνο ο Ήλιος μπορεί να ζωγραφίσει.Και μάλιστα, την ιερή εκείνη ώρα τουδειλινού που, καταπώς το θέλει η φύση,ο άνθρωπος και τα έργα του αποσύρονται.Στο χωριό μου, που δεν το γεύτηκα ποτέ,αυτό το «πρώτο δειλινό» το λένε «ώραλυχναφή» - ώρα που παλιά, ένας άνθρωποςπου αδίκως λογίζονταν «αχρείαστος»,έκανε τη βόλτα του χωριού και άναβεόλους του λύχνους, την ώρα ακριβώς πουσκεφτόταν ο ήλιος να αποσυρθεί, καιαποφάσιζε το φεγγάρι να ‘ρθει. Μόνοστον τόπο μου, από τα τόσα του κόσμουπου ταξίδεψα, γεύτηκα και γνώρισα τόσοόμορφη, τόσο συγκλονιστική ετούτη τη«λυχναφή ώρα», κυρίως με καιρό καθαρό.Μόνο εδώ έκλαψα με τη γενναιοδωρία καιτην ανοχή της φύσης απέναντι στις άπειρεςκαι συνεχείς παρεκτροπές και παραβάσειςμας. Σαν μάνα που αγκαλιάζει και δοξάζειτο παιδί της, κι ας είναι και εγκληματίας.
Φλυαρώ,όμως, και αδικώ κατάφωρα την εικόνα πουξεκίνησα να περιγράφω - τελειώνουν καιοι λέξεις μου εδώ. Πεπερασμένος ο χώρος,βλέπετε. «Εκεί έξω», που λέτε, αγναντεύονταςπέρα από την ασχήμια, βλέπω αυτόν το«ζωγραφισμένο» αττικό ουρανό νααγκαλιάζεται και από τα τρία βουνά του:την Πεντέλη, τη μαρμαρορημαγμένη, τηνΠάρνηθα, που έλιωσε στις φλόγες εκείνοτο φοβερό καλοκαίρι του 2007, και τονΥμηττό, που και αυτός κάηκε στα χαμηλάτου, και που ψηλά τον ασκημαίνουν τωνραδιοφωνικών σταθμών οι αποκρουστικέςκεραίες. Η «συμπληρωματική περιγραφή»μου, μεμιάς διεγράφη, όμως. Την κατήργησεαυτό το απερίγραπτο φως του δειλινούκαι ο λίγος χειμώνας που ως τώρα μαςκαταδέχτηκε.
Έναανεπαίσθητο χιόνι καλύπτει τις ρημαγμένες,καμένες και χτισμένες πλαγιές των τριώνσωματοφυλάκων αυτής της αιώνιας πόλης.Τις ομορφαίνει κιόλας, σαν μακιγιάζσεμνό, σε πρόσωπο πολύ ταλαιπωρημένο.Πρόσωπο που ανεξήγητα έμαθα ν' αγαπώ,περισσότερο για τις αυλακιές στο δέρματου παρά γι' αυτό που οι επιφανειακοίτης κοινωνίας μας ονομάζουν «ζωντανήΙστορία». Ίσως να με ελκύει αυτή ακριβώςη ταλαιπωρία της. Πιθανώς και η αντοχήτης στους βιασμούς που καθημερινάυπομένει. Θα ‘θελα και εγώ να ήμουνβουνό της και να την αγκαλιάσω -προστατεύοντάς την, όχι από ξένουςεισβολείς αλλά από εχθρούς εσωτερικούς.Θα ‘θελα να την αγαπήσω παράφορα, χωρίςνα αναγκάζομαι να κόβω φωτογραφίεςυψηλής ευκρίνειας, κολλώντας τες στο«βαθύ γαλάζιο» και γράφοντας λόγια σανκαι τούτα για να δοξάσω το πανάσχημοπρόσωπό της!...
σχόλια