☛ «Πότε θα σταματήσει η άνοδος της Χρυσής Αυγής;» αναρωτηθήκαμε στο προηγούμενο τεύχος μας. Και στα σχόλια, φυσικά, μίλησαν και οι αναγνώστες μας.
«Αντί για αναλύσεις επί αναλύσεων για τη Χ.Α., μήπως να σταματήσουμε να εθελοτυφλούμε και να παραδεχτούμε επιτέλους ότι οι Έλληνες είναι σε μεγάλο βαθμό ρατσιστές και οπισθοδρομικοί; Απλώς τόσα χρόνια φοβούνταν να το εκδηλώσουν και ψήφιζαν ΝΔ ή ΛΑΟΣ. Δεν νομίζω ότι είναι κάτι πιο πολύπλοκο!» (Vasilis More Bass)
«Γιατί δεν χάνει ψήφους η Χ.Α. μετά τις αποκαλύψεις; Γιατί, πολύ απλά, για τους ψηφοφόρους της Χ.Α. όλες αυτές οι πράξεις της οργάνωσης είναι "δικαιολογημένη αντίδραση στο σύστημά ΤΟΥΣ" (εδώ ανοίγει μια τεράστια κουβέντα ως προς το τι εννοούν ως "σύστημα" και ποιοι είναι οι "άλλοι"). Δεν μπορεί να περιμένεις από κάποιους να αντιδράσουν απέναντι σε ειδεχθείς πράξεις, όταν δεν τις θεωρούν καν ειδεχθείς! Άρα, το κουβάρι πρέπει να το πιάσουμε από πιο πίσω...» (Έκτορ Μπελασκοαράν Σάιν)
«Πολεμώντας τη Χρυσή Αυγή, δεν θα καταφέρει κανείς τίποτα, γιατί αυτή απλώς εκπροσωπεί τη Δεξιά. Και να πεταχτεί τελείως έξω η Χ.Α., αμέσως θα μπει κάποια άλλη παράταξη στη θέση της. Η αιτία για την άνοδο της Δεξιάς είναι καθαρά η κοινωνική και οικονομική κρίση... Αν θέλουν να ρίξουν τη Χ.Α. και τη Δεξιά, καλά θα κάνουν να αντιμετωπίσουν την αιτία και όχι το σύμπτωμα...» (φούσκα)
«Η Χρυσή Αυγή, ως επιλογή ύφους, χαρακτήρα και μεθόδου άσκησης πολιτικής είναι το στερητικό σύνδρομο αγανακτισμένων –από την καπιταλιστική/ευρωπαϊκή/ελληνική κρίση και τη λιτότητα– πολιτών, ιδεολογικά ανυποψίαστων μετά την απότομη διακοπή της εντός ευρωπαϊκής πορείας μεταπολιτευτικής ασυδοσίας, την οποία θεωρούν κανονική και την οποία, ενώ την κατηγορούν για όσα προκάλεσε, δεν αντιλαμβάνονται ότι και τη συντηρούσαν και τους συντηρούσε και ότι ακόμα αυτήν αποζητούν» (ΤΝΚΣ)
☛ Με αφορμή το editorial του Στάθη Τσαγκαρουσιάνου για την ψευτοδημοκρατία, μας έγραψε η dragonella: «Θυμήθηκα ένα παλαιότερο κείμενο που είχε γράψει ο Στάθης Τσαγκαρουσιάνος για την ηχορρύπανση στην Αθήνα, ότι σκεπάζει και παίρνει μια για πάντα μαζί της ήχους, σκέψεις, ομιλίες, μνήμες προσώπων και ζωές από τα παλιά, το ελάχιστο της εξωτερικής και εσωτερικής φύσης που μας απομένει στο δομημένο περιβάλλον. Η Αθήνα έχει μεγαλύτερο θόρυβο και από τη Νέα Υόρκη, λέει η φίλη μου η Ρόζμαρι από τα Κανάρια Νησιά, χρειάζεσαι μια συσκευή λευκού θορύβου, λέει η άλλη φίλη Ρόζμαρι από τη Νέα Υόρκη. Δίκιο έχει. Ο λευκός θόρυβος που σέρνει μαζί του την ακατάπαυστη ψιθυριστή λούπα των media, κραυγές από στόματα που φτύνουν ακόμα και στην έδρα του Κοινοβουλίου, τη βοή του πλήθους ανάκατα με σπασμένα συνθήματα, τις πνιγμένες ομιλίες ανάμεσα σε εξατμίσεις και χαχανητά πελατών στα πεζοδρόμια έφραξε τα αυτιά και τα μάτια κι έκλεισε τους κατοίκους της πόλης σε γυάλινο κλουβί, για να μην ακούν και να μη βλέπουν όσους τραβούν τον άλλο δρόμο. Ο φόβος, η ηθική παραλυσία και η διαφθορά περνούν από τα σπασμένα και κατουρημένα πεζοδρόμια της Μιχαήλ Βόδα ως τα σπασμένα πεζοδρόμια μιας άκρης του Π. Φαλήρου, από τον όχλο των διάσπαρτων τραπεζοκαθισμάτων στην πόλη ως τη φτυσιά και τη γόπα καθιστών και περαστικών, από τα κουρελιασμένα στρωσίδια του αστέγου ως τον αηδιασμένο που πετάει στο κενό για να γλιτώσει, μα και από τα σχέδια των αναπλάσεων της παραλίας της Αττικής ή του καζίνο και των ουρανοξυστών του Ελληνικού ως τα new age σουβλατζίδικα που δίνουν λειψό ψωμί στον άνεργο. Το τέρας με τη δημοκρατία σαν γαρύφαλλο ανάμεσα στα δόντια πλησιάζει και βάζει την ορχήστρα να παίξει για χατίρι μας τις Βαλκυρίες.
ΥΓ.: Αφιερωμένο εξαιρετικά στον λαοφιλέστατο δήμαρχο του Π. Φαλήρου, με το ταπεινό αίτημα να μας δώσει λίγο χρόνο να προλάβουμε να φύγουμε ως ηχορρυπαντόπληκτοι πρόσφυγες και μετά ας ψήσει όσα new age γουρουνόπουλα τραβάει η καρδιά του στη γωνία του πρώην σπιτιού μας».
☛ «Κύριε διευθυντά», γράφει ο Νίκος Ανδρουτσόπουλος, «ο Γιάννης Κουνέλλης στη συνέντευξή του υποστηρίζει –και ορθά– "θέλω την επιστροφή της ποίησης με όλα τα μέσα, με την άσκηση, την παρατήρηση, τη μοναξιά, τον λόγο, την εικόνα, την εξέργερση". Με αυτή την αφορμή, καταθέτω τα εξής: Η ποίηση έχει έναν λυτρωτικό ρόλο για όποιον "επαρκή" (κατά Σεφέρη) αναγνώστη μπορεί να την αισθανθεί. Η φύση των πραγμάτων, που παραμένουν ασαφή και απροσδιόριστα, προσδίδει μέσω της ποίησης, με μια υπαινικτική "σαφήνεια", μια ασυνήθη –και έξω από κάθε λογική ερμηνεία ή προσέγγιση– καταγραφή ενός συμβολισμού, ο οποίος μετουσιώνεται, με την έμπνευση του ποιητή, σε ένα ποίημα. Έτσι, προσεγγίζεται δημιουργικά η αθέατη όψη των πραγμάτων και ο ποιητής στοχεύει στην απεξάρτησή τους από το υπερβάλλον βάρος, οδηγώντας την ποίησή του σε ένα ασφαλές (λυρικό) καταφύγιο, όπου ο ευαίσθητος και επαρκής αναγνώστης δύναται να ανακαλύψει και να εκμαιεύσει τις αθέατες πλευρές της ζωής».
σχόλια