O Νίκος και η Γεωργία ξεκίνησαν στις 29 Απριλίου του 2012 από την Χαλκίδα για να κάνουν τον γύρο του κόσμου. Στόχος του Pin Project να καρφώσουν όσες περισσότερες πινέζες μπορούν στον παγκόσμιο χάρτη. Σήμερα, μετά από 445 μέρες στον δρόμο, το LIFO.gr τους πέτυχε σε ένα κάμπινγκ στην Μποτσουάνα της Αφρικής. Περιμένοντας ανταλλακτικά για τον «Ζήκο» (ένα τζιπ Vitara) μιλούν για την συναρπαστική περιπέτεια που έχουν ζήσει μέχρι στιγμής. Το πρώτο μέρος της συνέντευξης τους:
Γράφετε στο blog ότι δέχεστε τόσες εικόνες και εμπειρίες καθημερινά που δεν έχετε καν το χρόνο να τις επεξεργαστείτε. Από όσα έχετε περάσει ως τώρα στο ταξίδι σας, ποια είναι η πιο δυνατή ανάμνηση που θα κουβαλάτε μέσα σας όταν τελειώσει;
«Προλαβαίνουμε» να κοιτάξουμε πίσω μόνο όταν κάνουμε μεγάλες στάσεις σε διάφορους τόπους κυρίως από ανάγκη (κάποια μηχανική βλάβη στο αυτοκίνητο) ή από αδυναμία (απώλεια διαβατηρίων στο Cape Agulhas). Σε διαφορετική περίπτωση, η καθημερινότητα και η οδηγική ρουτίνα δε μας το επιτρέπει μιας και οι προτεραιότητες είναι άλλες. Η αντιμετώπιση από την κοινότητα των ντόπιων στο Struisbaai μετά την κλοπή πολύτιμων αντικειμένων από το αυτοκίνητο παραμένει μια γλυκιά ανάμνηση μετά την πικρή διαπίστωση ότι «όταν ο άνθρωπος κάνει σχέδια,ο Θεός γελά μαζί του». Επισκεφτήκαμε το συγκεκριμένο σημείο για δέκα λεπτά και τελικά γίναμε μόνιμοι κάτοικοι για 4 μήνες χάρη στη γενναιοδωρία, την φιλοξενία, την εγκαρδιότητα και την αγάπη ορισμένων ανθρώπων.
Ποια ήταν η καλύτερη και η χειρότερη αντίδραση που δεχτήκατε από τους ανθρώπους όταν ανακοινώσατε την απόφαση σας να κάνετε τον γύρο του κόσμου με ένα τζιπ;
Η πιο ενθουσιώδης αντίδραση ήταν από όλους τους φίλους και μέλη του Vitara Club (μιας ιντερνετικής και όχι μόνο οικογένειας που αποτελείται αποκλειστικά από κατόχους Vitara), οι οποίοι ξετρελάθηκαν στην ιδέα και μόνο ότι ένα Vitarακι (και το πλήρωμά του) ήθελε και μπορούσε να πραγματοποιήσει ένα τέτοιο ταξίδι. Η υποστήριξη και το ενεργό ενδιαφέρον από την πρώτη μέρα που το ανακοινώσαμε μέχρι και σήμερα είναι παροιμιώδης. Εννοείται ότι τους περισσότερους δεν τους γνωρίζουμε καν αλλά αυτό δεν τους εμποδίζει να συμμετέχουν και να συμπαρίστανται σε μεγάλο βαθμό.
Η χειρότερη αντίδραση ήρθε από όλους αυτούς που ενδόμυχα ζήλεψαν το γεγονός της υπέρβασης που δεν μπορούσαν να κάνουν οι ίδιοι. Οι περισσότεροι το εξέφρασαν με σιωπή και ορισμένοι με απαξίωση. Θα χρειαζόμασταν τρεις σελίδες για να τους αναφέρουμε όλους –ευτυχώς είναι πάρα πολλοί- και επιπλέον μπορεί να ξεχάσουμε κάποιον και να παρεξηγηθεί. Το ευτυχώς πάει στο ότι όλοι αυτοί μας έδωσαν όσο θάρρος μας έλλειπε αφού διαπιστώσαμε ότι ο καθένας για τους δικούς του λόγους επιλέγει πότε θέλει να είναι δίπλα σου και πότε όχι.
Καθώς διάβαζα στο blog σας όλα αυτά που περνάτε, μου ερχόταν στο μυαλό μια φράση που είχα διαβάσει κάπου: «Το χειρότερο πράγμα που μπορεί να σου συμβεί σε ένα ταξίδι είναι να πάνε όλα τα πράγματα καλά». Η περιπέτεια είναι τελικά το πιο ενδιαφέρον κομμάτι ενός ταξιδιού;
Μία μηχανική βλάβη στο Μαρόκο, μία 4ωρη περιπλάνηση στη Μαυριτανία όπου χαθήκαμε στην έρημο, μία λάθος στροφή στη Γκάνα, μία κλοπή στη Νότια Αφρική και πολλά άλλα αναπάντεχα μέχρι στιγμής μας έχουν χαρίσει απίστευτες εμπειρίες που σε διαφορετική περίπτωση δε θα είχαμε ζήσει.
Η περιπέτεια είναι μέρος του αναπάντεχου και εκεί είναι όλη γλύκα από τη στιγμή που αποφασίζεις να αφήσεις τον καναπέ σου. Το μυστικό έγκειται στο να βαδίζεις απροετοίμαστος/ απροκατάληπτος. Επιπλέον, το πόσο ανοικτός είσαι σε νέα πράγματα, μπορεί να σε φέρει αντιμέτωπο με καταστάσεις που για άλλους είναι δυσάρεστες ενώ για άλλους αποτελούν πρόκληση. Σε κάθε περίπτωση, ποτέ δεν είσαι έτοιμος. Και φυσικά δε χρειάζεται να πάρεις ένα τζιπάκι και να πας στην Αφρική για να «ζήσεις την περιπέτεια». Στην περίπτωσή μας πάντως, ο Ζήκος μέχρι στιγμής έχει φροντίσει για ένα συναρπαστικό ταξίδι (είτε λόγω κλοπών, είτε λόγω βλαβών).
Μου αρέσει πολύ η ιστορία που φτιάξατε στην Σουαλιζάνδη όταν σε έλεγχο δημιουργείται πρόβλημα με ένα σκάλ που κουβαλάτε στο τζιπ. Γράφετε: : «το σκαλ το κουβαλάμε από την Ελλάδα, η σφαγή έγινε προ 5ετίας, ήταν η αγαπημένη αγελάδα του παππού μας και μας το αφιέρωσε ειδικά για το ταξίδι αυτό, μας φέρνει καλή τύχη ενώ σε περίπτωση που το σκαλ αφαιρεθεί από το αυτοκίνητο, το νεκρό πνεύμα του παππού θα θυμώσει πολύ και όλη η κακή τύχη θα πέσει σε αυτούς που πήγαν κόντρα στις ευχές και το θέλημά του». Ήσασταν άνθρωποι με μεγάλη φαντασία πριν ξεκινήσετε αυτό το ταξίδι ή την αναπτύξατε για λόγους επιβίωσης πάνω στον δρόμο; Σας έχει βοηθήσει η φαντασία σε άλλες δυσκολίες που αντιμετωπίσατε;
Όχι, δεν έχουμε μεγάλη φαντασία. Ποτέ δεν είχαμε για να είμαστε ειλικρινείς. Τόσο η ιστόρια με το σκαλ όσο και διάφορες άλλες ιστορίες και ψεματάκια που σκαρφιζόμαστε, είναι ακριβώς για να καταφέρνουμε να ξεγλιστράμε από δύσκολες καταστάσεις. Και φυσικά μας έχει βγει σε καλό.
Για όλη την Αφρική και τις προξενικές αρχές όπου αιτούμαστε τις άδειες εισόδου,είμαστε δάσκαλοι που έχουμε πάρει την άδειά μας και ταξιδεύουμε. Ο δάσκαλος είναι ένα επάγγελμα που το σέβονται άπαντες. Επιπλέον, σε όλα τα μπλόκα που μας σταματάνε, δίνουμε πάντα φωτοτυπίες αναφέροντας ότι τα αυθεντικά μας έγγραφα (άδειες κυκλοφορίας, οδήγησης κλπ) βρίσκονται στην πρεσβεία μας στην εκάστοτε πρωτεύουσα. Εννοείται ότι οι τροχαίοι δεν έχουν ιδέα αν υπάρχει καν Ελληνική προξενική αρχή στην πρωτεύουσά τους.
Σε κάθε περίπτωση, η «έκθεση» μας σε διάφορες καταστάσεις,μας έχει βοηθήσει να αναπτύξουμε ικανότητες που δεν γνωρίζαμε ότι είχαμε.
Είχα την αίσθηση από αυτά που γράφετε για το Μαρόκο, ότι ήταν σαν κάποιος να σας έκοψε βίαια τον ομφάλιο λώρο με την Ευρώπη για να βρεθείτε σε κάτι εντελώς άγνωστο. Η μια αναποδιά φέρνει την άλλη. Οι ντόπιοι προσπαθούν να σας ξεγελάσουν συνεχώς. Σαν κάποιος να σας έλεγε: «Για να δούμε μπορείς να συνεχίσεις στην Αφρική»; Μετά από ένα χρόνο στην Αφρική τι σας έχει μείνει από εκείνη την εμπειρία;
Ν: Στην πρώτη μας διανυκτέρευση στο Μαρόκο (στο Chefchaouen), ήθελα να πάρω τη μαμά μου και να της πω να έρθει να με πάρει, όπως έκανα την πρώτη φορά που με πήγε στην κατασκήνωση.
Γ: Επίσης στο Chefchaouen, για πρώτη φορά στη ζωή μου, ένιωθα ότι δεν ήξερα τι ήθελα. Πολύ μπερδεμένη και πολύ φοβισμένη για το άγνωστο.
Γενικότερα, το Μαρόκο ήταν ένα σοκ από πολλές πλευρές παρ’ όλο που δεν είναι Αφρική από πολλές απόψεις (επιπλέον, είναι η μοναδική χώρα στην ήπειρο που δεν ανήκει στην Αφρικανική Ένωση, αντίστοιχη της ΕΕ). Ευτυχώς όμως που έπεσαν τόσες αναποδιές μαζεμένες και πήραμε θάρρος. Γενικότερα, συνειδητοποιήσαμε από πολύ νωρίς ότι το άγνωστο εγγυάται την περιπέτεια και η περιπέτεια εγγυάται εμπειρίες ζωής. Μάθαμε να έχουμε υπομονή, μάθαμε ότι ποτέ δεν είσαι μόνος και τελικά αφομοιώσαμε πλήρως αυτό που λένε ότι «όλα για κάποιο λόγο γίνονται».
Το ταξίδι είναι τεστ αντοχής και για την σχέση σας; Υπάρχουν πράγματα που ανακαλύψατε ο ένας για τον άλλον που δεν θα μπορούσατε να τα δείτε στην καθημερινότητα της συμβατικής ζωής;
Μετά από τέσσερα χρόνια συμβίωσης (τρία σε αστικό περιβάλλον και ένα στο δρόμο) νιώθουμε ότι έχουμε κάνει πάρα πολλά πράγματα μαζί. Τόσα που άλλοι δεν τα κάνουν σε 20 χρόνια. Επιπλέον, γνωρίζαμε καλά ο ένας τον άλλον πριν αποφασίσουμε να υλοποιήσουμε το ταξίδι και αυτό έπαιξε μεγάλο ρόλο. Πλέον, όταν αρχίζουμε να τσακωνόμαστε (πράγμα πολύ συχνό και πριν και τώρα) μετά από λίγα λεπτά υπερισχύει η λογική του ότι «δεν έχουμε να χωρίσουμε τίποτα» άρα γιατί να τρώμε τις σάρκες μας από τη στιγμή που τα θελω και τα δεν θέλω είναι κοινά. Και τελειώνει πριν καν αρχίσει.. Άλλοι δεν το εφαρμόζουν ποτέ και άλλοι το ανακαλύπτουν όταν πλέον μένουν μόνοι. Εμάς μας πήρε ένα χρόνο..
Το πιο δύσκολο κομμάτι είναι η καθημερινή συναναστροφή 24/7 και η ρουτίνα που αυτό «βγάζει» σε μία ήδη γεμάτη σχέση και σίγουρα αυτό δεν το βιώναμε στην Ελλάδα. Αλλά δεν έχουμε και επιλογές. Από την άλλη όμως, αυτό βοηθάει στο να βγαίνουν πιο εύκολα πράγματα στην επιφάνεια επίσης λόγω έλλειψης επιλογών. Σε κάθε περίπτωση, τα κουσούρια είναι κουσούρια και απλά μαθαίνεις να ζεις με αυτά. Ευτυχώς τα ξέραμε από πριν αλλά δυστυχώς δεν μπορείς να τα προσπεράσεις σε οποιοδήποτε περιβάλλον.
Ονομάσατε το τζιπ «Ζήκο» και την οροφή του όπου βρίσκεται η σκηνή «Φιφίκα» (η αγαπημένη του κινηματογραφικού «Ζήκου»). Γιατί δώσατε αυτό το όνομα; Αγαπάτε τόσο την ταινία; την Ελλάδα του Χατζηχρήστου; έχει να κάνει με την σχέση σας;
Η ταινία «Της Κακομοίρας» είναι η αγαπημένη μας κωμωδία και ο Χατζηχρήστος ως Ζήκος απλά θεός! Το όνομα στο αυτοκίνητο το έδωσαν δύο καλοί φίλοι, ο Προκόπης και η Γιάννα, οι οποίοι γνωρίζουν τη λατρεία μας για την εν λόγω ταινία ενώ υπάρχει και μία σχέση με τη μάρκα του αυτοκινήτου. Η ονοματοδοσία στη σκηνή οροφής προέκυψε στην πορεία και ταίριαξε γάντι στην περίπτωσή μας. Επιπλέον, θέλαμε να δώσουμε μία πιο ανθρώπινη διάσταση στις ιστορίες μας και για το λόγο αυτό επιλέξαμε να δώσουμε ονόματα σε δύο άψυχα αντικείμενα. Συν ότι αποφεύγουμε σκοπίμως να διαφημίζουμε μάρκες και λογότυπα.
Στο σκληρό δίσκο που κουβαλάμε από Ελλάδα, εκτός από το Ζήκο, έχουμε καμιά 60αρια παλιές ελληνικές ταινίες. Βρες έναν τριαντάρη που πιστεύει ότι η Ελλάδα του 60 και του 70 ήταν χειρότερη απο την Ελλάδα του σήμερα και εμείς πάμε πάσο. Οι πιο μεγάλοι θα μας πουν ονειροπόλους επειδή βγάζουμε συμπεράσματα από ασπρόμαυρες ταινίες του 60 με τον Ηλιόπουλο, το Χατζηχρήστο και τον Κωνσταντάρα μιας και εμείς δεν τα ζήσαμε. Βαθιά μέσα τους όμως είναι οι ίδιοι που ξέρουν καλύτερα αλλά φοβούνται να το παραδεχτούν ανοικτά. Αλλά ο Μαυρογυαλούρος υπήρχε από το 60 μέχρι και σήμερα.. λάθος;
Με τη σχέση μας, η ταινία και τα κόρτε της Φιφίκας στον άμοιρο το Ζήκο, δεν έχουν καμία απολύτως σχέση αλλά οι ατάκες πολλές φορές βρίσκουν εφαρμογή!
Αν κάποιος διαβάσει το blog θα ανακαλύψει ότι ο «Ζήκος» μοιάζει σαν να είναι ο τρίτος της παρέας. Γράφετε «Είναι πληγωμένος» (όταν του σπάνε το τζάμι για να το ληστέψουν), «Είμαστε σε άσχημη ψυχολογική κατάσταση, το ίδιο και ο Ζήκος» (όταν είναι κολλημένος στην λάσπη), και το αποκορύφωμα στη Μποτσουάνα όπου γράφετε ότι δεν σας άρεσε «το γεγονός της απαξίωσης του Ζήκου από τους ντόπιους μόνο και μόνο επειδή δεν είχαν ξαναδεί το συγκεκριμένο μοντέλο μερικές φορές μας έβγαζε από τα ρούχα μας λες και μόνο τα Toyota, τα Land Rover και τα Isuzu είναι 4Χ4». Το να δίνετε ανθρώπινες ιδιότητες σε ένα αυτοκίνητο μήπως υποκαθιστά την έλλειψη δικών σας ανθρώπων (φίλων, συγγενών) σε αυτή την περιπέτεια;
Ο Ζήκος είναι ο τρίτος της παρέας αναγκαστικά και όταν περνάς τόσες πολλές μέρες μέσα σε ένα αυτοκίνητο και μία σκηνή, τότε εύκολα γίνεται προέκτασή σου. Άλλωστε, οι περισσότεροι ταξιδιώτες συνηθίζουν να δίνουν όνομα στο μέσο που χρησιμοποιούν (αυτοκίνητο, μηχανάκι, ποδήλατο κλπ) οπότε και μεις δεν ξεφύγαμε από αυτό το χούι. Επιπλέον, έχουμε επενδύσει πολλά σε χρήμα, χρόνο και γνώση επάνω στο συγκεκριμένο αυτοκίνητο (είναι κομματάκι σπάνιο στην πετρελαιοκίνητη έκδοση) που του αξίζει εδώ που τα λέμε να του συμπεριφερόμαστε σα φίλο. Κακά τα ψέματα, μαζί με τον Ζήκο έχουμε ζήσει πολύ έντονες στιγμές. Όσον αφορά την έλλειψη των δικών μας ανθρώπων, αυτή είναι δεδομένη και δεν υποκαθίσταται με τίποτα. Αν ταξιδεύαμε με κανονική παρέα, πάλι δε θα μας έλλειπαν;
Στη Σενεγάλη όπου βρίσκεστε σε μια εποχή που δεν έχει τουρίστες, είστε οι μοναδικοί λευκοί που περπατάτε στον δρόμο. Γράφετε: «Είναι περίεργο. Οι ντόπιοι σε κόβουν από πάνω προς τα κάτω». Υπήρχαν άλλες στιγμές που να αισθανθήκατε περίεργα ως λευκοί στην Αφρική;
Καθημερινά! Στη Σενεγάλη μας λένε tubab, στη Ζιμπάμπουε mukiwa, στη Γκάνα obruni, στη Μποτσουάνα makua, στη Μοζαμβίκη muzungu και πάει λέγοντας. Ακριβώς όπως εμείς λέμε «να ένας μαύρος», εκείνοι λένε «να ένας obruni». Χωρίς παρεξήγηση και με κριτήριο μόνο το χρώμα του δέρματος.
Από κει και πέρα όμως, εδώ μιλάμε για την ιστορία μιας ηπείρου η οποία είναι βαμμένη με αίμα μαύρων από λευκούς. Από το Βερολίνο (1884-85) και το περίφημο «Scramble of Africa» μέχρι σήμερα έχει κυλίσει πολύ νερό στο αυλάκι αλλά όχι αρκετό για να ξεχάσει σχεδόν ένα δισ.πληθυσμός το τι υπέφερε αυτός και οι προγόνοι τους από τους λευκούς. Επιπλέον, οι μαύροι ηγέτες δεν ξύπνησαν μία μέρα και είπαν «θα γίνουμε άπληστοι,θα γίνουμε λαμόγια, θα φάμε με χρυσά κουτάλια, θα κοροϊδεύουμε τον κόσμο». Είδαν και έκαναν, πάλι από τους λευκούς κατακτηκές. Αν προσθέσουμε το γεγονός ότι η ήπειρος αυτή έχει την τύχη να φιλοξενεί ορισμένους δημοφιλείς παγκόσμιους τουριστικούς προορισμούς τους οποίους μόνο λευκοί μπορούν να προσεγγίσουν και να χαρούν, βάζουμε άλλο ένα τουβλάκι στο τοίχος των ταξικών, φυλετικών και κοινωνικών διαφορών που χωρίζουν τα δύο χρώματα. Αν ως κερασάκι προσθέσουμε την περίοδο του απαρτχάιντ, την οποία αποδοκίμασε σύσσωμη η παγκόσμια μαύρη κοινότητα, τότε όχι μόνο τους νιώθουμε που μας κοιτάνε στις τσέπες και σε κάθε ευκαιρία κοιτάνε να σε ξεγελάσουν αλλά μέχρις ενός σημείου το δικαιολογούμε κιόλας.
Σε γενικές γραμμές, ο τουρισμός έχει μεν αμβλύνει τα μίση και έχει επιφέρει ανάπτυξη, απασχόληση και ανταλλαγή πολιτισμών αλλά από την άλλη έχει εσφαλμένα ριζωθεί στο μυαλό όλων ότι λευκός=πλούσιος ακόμα κι αν ταξιδεύεις με ποδήλατο μόνο και μόνο γιατί οι μάζες δεν μπορούν να το αποκτήσουν. Και κάπου για τους αφρικανούς, είναι αυτό που λέμε «βλέπεις το δέντρο και χάνεις το δάσος». Με το φυλετικό ρατσισμό να γίνεται μείζον θέμα και στην Ελλάδα, είναι μεγάλο στοίχημα για εμάς να κατανοήσουμε πως σκέφτονται και τι νιώθουν οι αφρικανικοί λαοί και είμαστε σε θέση να αντιλαμβανόμαστε πολλά περισσότερα πράγματα πλέον μετά από αυτό το ταξίδι. Στο τέλος τέλος, το χρώμα δε σε κάνει ανώτερο ή κατώτερο. Απλά διαφορετικό.
Υπάρχει μια κατάχρηση της λέξης «σουρεαλιστικός» στον τρόπο που την χρησιμοποιούμε για περίεργα πράγματα που συμβαίνουν στην συμβατική καθημερινότητα μας. Εσείς, που θα μπορούσατε άνετα να κάνετε συχνή χρήση της λέξης με όλα αυτά που έχετε περάσει, το κάνετε μόνο μια φορά στη Σουαλιζάνδη. Γράφετε: «Αν δεν είναι σουρεαλιστικό να βλέπεις το "Die Hard 5" ( Πολύ σκληρός για να πεθάνει) στην Σουαζιλάνδη με 1.2 ευρώ το εισιτήριο και άλλο 1.5 ευρώ το ποπ-κορν γίγας, τότε πείτε μας εσείς τι είναι». Τι άλλο λοιπόν ήταν σουρεαλιστικό από όλα αυτά που συναντήσατε μέχρι σήμερα στο ταξίδι σας;
Το ότι μπορείς να βρεις KFC και Nandos στην τελευταία πόλη της Ζιμπάμπουε, δε μας κάνει εντύπωση πλέον. Ο καπιταλισμός είναι παντού και για την παγκοσμιοποίηση έχουν μιλήσει άλλοι σπουδαίοι. Εμείς απλές διαπιστώσεις κάνουμε. Ωστόσο, αξίζει να αναφέρουμε το παρακάτω περιστατικό: Σε κουβέντα που είχαμε ένα βράδυ με μία 40αρα Μπατσουάνα μεσαίας τάξης, κάποια στιγμή μας ζήτησε το laptop μας για να συνδεθεί στο facebook λογαριασμό της και επιπλέον θέλησε να μας κάνει «προσθήκη». Στο άκουσμα της αρνητικής απάντησης ότι δεν έχουμε λογαριασμό στο facebook, μας αποκάλεσε Βουσμάνους (Οι Μπατσουάνα βρίσκονται σε μία μόνιμη κόντρα με τους Βουσμάνους, πρώτο πληθυσμό στη γη με ιστορία 50.000 χρόνων, τους οποίους εδώ και δεκαετίες προσπαθούν να εκμοντερνίσουν και να εκπολιτίσουν με συνεχόμενα ανεπιτυχή αποτελέσματα). Τόσο πίσω ήμασταν για την εν λόγω κυρία. Το γεγονός ότι για παράδειγμα στην Μποτσουάνα το ηλ. ρεύμα, το τρεχούμενο νερό ή το αυτοκίνητο δεν είναι δεδομένα στις περισσότερες αγροτικές επαρχίες απλά κάνει πιο σουρεαλιστικό το χαρακτηρισμό της κυρίας. Το ίδιο φαινόμενο με το facebook παρατηρήσαμε και στη Γουινέα όπου σε μία ολόκληρη αίθουσα εκμάθησης PC ενός χωριού, όλοι οι χρήστες ήταν συνδεδεμένοι στο facebook την ίδια στιγμή που μία γεννήτρια έδινε ρεύμα στο κτήριο.
Από την άλλη, περιπτώσεις όπου για παράδειγμα στη Ζιμπάμπουε ο μέσος αγρότης –όχι αστός- έχει τρία κινητά για να τον καλύπτουν και τα τρία δίκτυα της χώρας, μπορεί να ακούγονται σουρεαλιστικές αλλά δεν είναι, ακριβώς γιατί πίσω από αυτό κρύβεται μία από τις ταχύτερες διεισδύσεις από τις εταιρίες κινητής τηλεφωνίας, όταν ο μέσος αφρικανός δεν είχε ποτέ του σταθερό τηλέφωνο. Έτσι εξηγείται η μανία του να πέσει με τα μούτρα σε οτιδήποτε νέο του πασάρουν όπως ακριβώς ένα παιδάκι από την επαρχία θα πέσει με τα μούτρα στην πρώτη του επίσκεψη στα Jumbo. Ακόμα όμως κι αν συμφωνήσουμε ότι ιδίως τα κοινωνικά δίκτυα είναι σημεία των καιρών που σε κάποια χρόνια θα έχουν υποχωρήσει, και πάλι η Αφρική είναι γεμάτη σουρεαλιστικές καταστάσεις που άλλες φορές θα προκαλούν το γέλιο, άλλες το σαρκασμό, άλλες τη λύπηση και άλλες τη σιωπή και την αποστροφή.
Κάποιος θα μπορούσε να πει: «Εντάξει ρε παιδιά και να μην καταφέρετε να συνεχίσετε το ταξίδι σας στην Ασία, και τι έγινε; Έχετε ταξιδέψει αυτές τις 400 και κάτι μέρες όσο δεν θα ταξιδέψουν άνθρωποι σε δυο ζωές». Τι θα του απαντούσατε; Ο δρόμος ανοίγει την όρεξη;
Δεν είναι το ταξίδι αυτό καθεαυτό όσο η ανεξαρτησία που νιώθεις περιπλανόμενος με ότι αυτό συνεπάγεται και φυσικά με τον τρόπο που έχουμε επιλέξει να το κάνουμε εμείς. Και ποιος είπε ότι πρέπει να συνεχίσουμε με το Ζήκο για την Ασία ή την Αμερική; Υπάρχουν κι άλλοι τρόποι να ταξιδέψει κανείς. Και φυσικά τα χρήματα δεν είναι το παν. Δεν μπορούμε να φανταστούμε τους εαυτούς μας κλεισμένους σε τέσσερις τοίχους. Πόσο μάλλον να επιστρέψουμε σε μία καθημερινότητα που μας έφθειρε και τελικά αποφασίσαμε να την αποχωριστούμε ελαφρά τη καρδία. Μόνο όποιος το έχει κάνει μπορεί να το καταλάβει στην πλήρη του έκταση.
Στον δρόμο προσπαθούν συχνά να σας ξεγελάσουν οι ντόπιοι που συναντάτε. Να βγάλουν όσα περισσότερα μπορούν από τους «ξένους που είχαν την ατυχία να βρεθούν στον δρόμο τους και έχουν την ανάγκη τους». Εκνευρίζεστε στιγμιαία και συνεχίζετε. Στο δρόμο μαθαίνεις να συγχωρείς ακόμα και αυτούς που προσπαθούν να σε κοροϊδέψουν; Είναι όλο αυτό μέσα στο παιχνίδι της περιπέτειας;
Το ότι οι ντόπιοι θα κοροιδέψουν και θα προσπαθήσουν να βγάλουν λεφτά από έναν ξένο είναι πρακτική που «εφαρμόζεται» διεθνώς.Τα ίδια κάνουν και οι δικοί μας ξενοδόχοι, οδηγοί ταξί κλπ στους τουρίστες κάθε καλοκαίρι. Αλλοίμονο αν αφήνεις μεμονωμένα περιστατικά να χαλάνε το κέφι σου και το πρόγραμμά σου ή ακόμα χειρότερα να αποτελούν αφορμή για να χαρακτηρίσεις έναν λαό ή μία κούλτουρα. Ειδικά στην Αφρική που ο λευκός αντιμετωπίζεται ως πλούσιος, είναι το χειρότερο που μπορείς να κρατήσεις από τη συναναστροφή σου με τους ντόπιους. Σε περιπτώσεις που μπορέσαμε αντιδράσαμε και πήραμε την τύχη στα χέρια μας –όταν ο Νοτιοαφρικανός πράκτορας μας ζητούσε 2000 δολάρια για να εκτελωνίσει το κοντέινερ με το Ζήκο από τη Γκάνα- και σε άλλες περιπτώσεις απλά είπιαμε μια μπύρα εις υγείαν των κορόιδων δηλαδή εμάς. Όλα είναι στο παιχνίδι και κακίες δεν κρατάμε σε κανέναν.
Στο ακριτικό Struisbaai της Νότιας Αφρικής σας κλέβουν τα διαβατήρια. Αναγκάζεστε να μείνετε ένα τρίμηνο μέχρι να συνεχίσετε το ταξίδι σας, στο Cape Agulhas. Δουλεύετε σε μπαρ και σε ένα σαλόνι περιποίησης σκύλων. Μαθαίνετε να ζείτε με ελάχιστα χρήματα. Εκεί, μπαίνετε σε μια διαδικασία μέσα από αυτή την εμπειρία να επανεξετάσετε τι έχει αξία και τι όχι σε αυτή την ζωή. Γράφετε: «Η Ιθάκη είναι ένα πολύ εσωτερικό θέμα για τον καθένα». Τι είναι για εσάς μέχρι στιγμής η «Ιθάκη»;
Γ: Η Ιθάκη για μένα είναι ο εσωτερικός μου κόσμος και ως ονειροπόλλα δεν μου αρκούσε το στερεότυπο μεγαλώνω-σπουδάζω-βρίσκω δουλειά-παντρεύομαι. Παίρνοντας την απόφαση για αυτό το ταξίδι έκανα το πρώτο βήμα. Στη συνέχεια ξεπέρασα κάποιες φοβίες μου και συνεχίζω...
Ν: Η Ιθάκη για μένα υπηρετεί την ανάγκη που ένιωθα –όσο μεγάλωνα- να ξεφύγω από τα στερεότυπα και τις νόρμες τύπου «σωστό ή λάθος» στα οποία ήμουν εγκλωβισμένος. Είναι ας πούμε ένας αντικατοπτρισμός ή μία πλάνη την οποία κυνηγάς σαν υπνωτισμένος και δεν ξέρεις που θα σε βγάλει. Δεν με ενδιαφέρει τόσο το ταξίδι όσο το τι θα κατακάτσει μετά από όλο αυτό στην ψυχή μου. Απλά το ταξίδι είναι το μέσο και όσο να’ ναι σε βοηθάει να κάνεις συγκρίσεις, διαπιστώσεις και υπερβάσεις. Ούτε έχω βάλει κάποιο συγκεκριμένο στόχο για το που θα φτάσω ή πόσες χώρες θα επισκεφτώ ή πόσα χιλόμετρα θα γράψω. Ακόμα αμφιταλλαντεύομαι αν θα πρέπει να αλλάξει η οπτική μου γωνία για ορισμένα πράγματα. Ίσως αν τελικά αλλάξει, αυτή η «εικόνα» που κυνηγάω να είναι δίπλα μου και να μην τη βλέπω. Ξέρω όμως ότι χωρίς αυτήν «δε θα έβγαινα στο δρόμο».
Υπάρχουν στιγμές που βασιστήκατε αποκλειστικά στην «καλοσύνη των ξένων»;
Φυσικά! Στο Struisbaai όπου για μερικές ώρες πιστέψαμε ότι το ταξίδι τελείωσε,οι ντόπιοι είχαν αντίθετη άποψη και τελικά μας πήραν από το χεράκι, τις τρεις πρώτες ημέρες μας τάιζαν και μας πότιζαν και την τέταρτη μας βρήκαν δουλειές για να περάσουν «αναίμακτα» οι τρεις υποχρεωτικοί μήνες. Αν δεν είναι αυτό ανιδιοτέλεια, τι είναι. Στη Ναμίμπια, ο Dries ο μηχανικός, όταν μετά από μία εβδομάδα τελειώσε με το αυτοκίνητο και ενώ «σκίστηκε» να βρει τα ανταλλακτικά (είπαμε ότι το αυτοκίνητο είναι λίγο εξωτικό), στο τέλος μας λέει μαζί με τη γυναίκα του «Ευχαριστούμε πολύ, Χρόνια Πολλά για τη Γεωργία, Καλό Ταξίδι να έχετε και να προσέχετε, Τελεία». Αυτή τη στιγμή που σας γράφουμε, έχουμε κολλήσει για ένα μήνα σε ένα κάμπινγκ στη Μποτσουάνα επειδή περιμένουμε κάποια ανταλλακτικά. Μόλις το έμαθε ο διευθυντής ήρθε και μας είπε «Από εδώ και πέρα, δε χρειάζεται να πληρώνετε.. έχετε γίνει μέρος της οικογένειας». Δεν το συναντάς αυτό κάθε μέρα.
Εννοείται πως δεν ποντάρουμε πάντα στην «καλοσύνη των ξένων» γιατί μιλάμε για πράγμα σπάνιο, αλλά έχουμε μάθει τι σημαίνει να λες «ευχαριστώ» και να πιάνει τόπο. Και έχουμε επαναξιολογήσει ανθρώπινες αξίες όπως Αλληλεγγύη και Ανθρωπιά για τις οποίες δεν είχαμε και μεγάλη ιδέα στην Ελλάδα.
Όλο αυτό με τις πινέζες που προσπαθείτε να καρφώσετε στον παγκόσμιο χάρτη, μοιάζει σαν παιδικό παιχνίδι. Ο δρόμος σε βοηθά να διατηρήσεις ζωντανό το παιδί μέσα σου;
Το λογότυπο του ταξιδιού που σχεδίασαν οι πολύ καλοί μας φίλοι Γιώργος & Ιφιγένεια, θυμίζει επιτραπέζιο παιχνίδι και δεν είναι τυχαίο. Πιστεύουμε πραγματικά ότι η ζωή είναι ένα μεγάλο παιχνίδι και τους κανόνες τους βάζει ο καθένας για τον εαυτό του. Εννοείται ότι νιώθουμε σαν παιδιά και φυσικά η ανεμελιά του ταξιδιού μας βοηθάει να το διατηρούμε μέσα μας. Αλλοίμονο αν πέρναμε τη ζωή στα σοβαρά.
Τα γενέθλια του Νίκου γιορτάζονται με ψητές γαρίδες που αγοράσατε από ένα ψαράδικο κάπου στην Μοζαμβίκη. Γράφει: «Ποιος θα του το έλεγε ότι θα έκλεινε τα 30 του περιπλανώμενος κάπου στη νότια Μοζαμβίκη, έχοντας αποδράσει από μία καθημερινότητα και μία ρουτίνα δίνοντας στο σύστημα αξιών του Greek dream των δεκαετιών ’90-'00 τη μούντζα που τους άξιζε. Την υγεία μας να έχουμε και από όνειρα, άλλο τίποτα». Τι ήταν αυτά που μουντζώσατε από την προηγούμενη ζωή σας;
Αν κάποιος διαβάσει μία οποιαδήποτε ημερήσια εφημερίδα θα πάρει μία ιδέα. Αν κάποιος ανοίξει την τηλεόραση και δει το δελτίο των 8, θα μας νιώσει περισσότερο. Αν κάποιος πάρει στα χέρια του ένα οποιοδήποτε περιοδικό lifestyle, θα αρχίσει να μπαίνει στο νόημα. Αν κάποιος απολυθεί επειδή διεκδίκησε τα δεδουλευμένα του, θα έρθει στη θέση μας. Αν κάποιος εργάζεται και δεν τον σέβεται κανείς, θα μπει στα παπούτσια μας. Αν κάποιος έχει σιχαθεί το ψέμα, την υποκρισία και τη μιζέρια που πλουσιοπάροχα σερβίρεται εδώ και χρόνια, θα έρθει μαζί μας χωρίς δεύτερη σκέψη. Αν κάποιος μπορέσει να δει τη «γυάλα» που τον περιβάλλει, τότε θα μπει στη διαδικασία να κάνει το σάλτο.
Διαβάστε το Β Μέρος της συνέντευξης εδώ
σχόλια