ΣΥΜΒΑΙΝΕΙ ΤΩΡΑ

99 Red Balloons

Facebook Twitter
0

Τα ενενήντα εννιά κόκκινα μπαλόνια της Τζένης Μαρκετου ήρθαν και στην Αθήνα και εγκαταστάθηκαν στην αυλή του Ωδείου Αθηνών, στον χώρο που νοικιάζει το ΕΜΣΤ. Μια αθώα και χαρούμενη εγκατάσταση, σε πρώτη εντύπωση, κάτι σαν εκτεταμένη διακόσμηση ευτυχίας σε παιδικό πάρτι, το έργο αυτό σχολιάζει τα κλειστά κυκλώματα παρακολούθησης και αναφέρεται γενικότερα στην έννοια του «panopticon» και του Μεγάλου Αδελφού, «μας βλέπουν όπου και να είμαστε, από όπου μπορούν». Κάποια από αυτά τα μπαλόνια, επιλεγμένα, κρύβουν μέσα τους κάμερες παρακολούθησης και μαγνητοσκοπούν ό,τι γίνεται γύρω τους. Η εικόνα αυτή προβάλλεται στον ίδιο χρόνο σε μια αίθουσα στο εσωτερικό του μουσείου, πλαισιωμένη από μαγνητοσκοπημένα στιγμιότυπα από άλλες κάμερες παρακολούθησης σε διαφορετικά μέρη του κόσμου, τα οποία η καλλιτέχνις έχει βρει στο διαδίκτυο. Η προβολή στο εσωτερικό είναι αρκετά αισθητικοποιημένη με τον στερότυπο κώδικα εφέ των βίντεο, με ένα αποτέλεσμα που θυμίζει ενίοτε και βίντεο κλιπ των αρχών της δεκαετίας του 1990.

Η ιδέα για τα μπαλόνια ξεκίνησε, από ό,τι μου λέει η Τζένη Μαρκέτου, μετά την 11η Σεπτέμβριου του 2001 και την αλλαγή που επέφερε στη Νέα Υόρκη, όπου κατοικεί η καλλιτέχνις. Τότε ξεκίνησε τα νέα πειράματα, κάνοντας βόλτες μέσα στην πόλη και κυρίως στις ζώνες που είχαν χαρακτηριστεί πιο επικίνδυνες με ένα από τα «ύποπτα» κόκκινα μπαλόνια της, καταγράφοντας αθόρυβα και φυσικά κρυφά (όπως, εξάλλου, συμβαίνει με την ευλογία της εξουσίας πάντα στις μεγαλουπόλεις) ό,τι συνέβαινε γύρω της. Μάλιστα, συνεχίζει να μου διηγείται την ιστορία της πρώτης απόπειρας κατά την οποία κατέληξε στα υπόγεια γραφεία του FBI κάτω από τον Κεντρικό Σταθμό (Grand Central) της Νέας Υόρκης. Την εποχή αμέσως μετά την 11η Σεπτεμβρίου η έννοια της παρακολούθησης ήταν και η νόρμα. Πέραν των κλειστών κυκλωμάτων, κάθε περαστικός ήταν δορυφόρος και κυρίως συγχρονισμένος να παρατηρεί οτιδήποτε είναι ύποπτο και να το καταγγέλλει, προκειμένου να διατηρηθεί η εθνική ασφάλεια. Και αυτό βέβαια έθετε το θέμα τι είναι τελικά ύποπτο. Πώς προσλαμβάνεται οτιδήποτε διαφορετικό; Με το κόκκινο μπαλόνι της και τον χρόνο τον οποίο απασχολεί το FBI, το οποίο την συλλαμβάνει -για μικρό διάστημα- ύστερα από την καταγγελία κάποιου στον σταθμό, η Μαρκέτου δημιουργεί μια ενδιαφέρουσα ανατροπή της έννοιας του πανοπτικού και της «τάξης» σε διαφορετικά επίπεδα.

Το πρότζεκτ αυτό της Τζένης Μαρκέτου κυκλοφορεί εδώ και περίπου πέντε χρόνια σε διαφορετικά μουσεία και καταστάσεις, παρουσιασμένο άλλοτε με μικρές και άλλοτε με μεγαλύτερες παραλλαγές.

Ένα κόκκινο από αυτά τα μπαλόνια παρουσιάστηκε και αρκετά χρόνια πριν στην γκαλερί Breeder, σε ατομική έκθεση της Μαρκέτου, η οποία μάλιστα παρουσίασε και μια ενδιαφέρουσα περφόρμανς, κατά την οποία αναπαράχθηκε διασκεδαστικά το τραγούδι «99 red balloοns» της Nina Hagen. Αργότερα, στη Νέα Υόρκη παρουσιάστηκε με τον τίτλο «Flying Spy Potatoes; Mission 21st Street, NY» το 2005, όπου διαφορετικοί επισκέπτες μπορούσαν να πάρουν το μπαλόνι τους και να «παρακολουθήσουν», ακολουθώντας την αποστολή που τους είχε δοθεί. Τα αποτελέσματα προβάλλονταν σε πραγματικό χρόνο μέσα στην αίθουσα του κέντρου ΕΥΕΒΕΑΜ. Για έξι εβδομάδες η περιοχή του Τσέλσι στη Νέα Υόρκη είχε μεταμορφωθεί σε επιφάνεια επιτραπέζιου παιχνιδιού, όπου οι πράκτορες-θεατές μπορούσαν να αναλογιστούν πάνω στην έννοια των κλειστών κυκλωμάτων μέσα από το παιχνίδι. Επίσης, ως παιχνίδι και με τον τίτλο «99 Red Balloons: A game of flying perspectives», το πρότζεκτ παρουσιάστηκε το 2006 στο Tech Museum of Innovation στο San Jose, στην Βασιλεία της Ελβετίας και στο πλαίσιο της Μπιενάλε της Σεβίλλης, στο αεροδρόμιο της Σεβίλλης, όπου τα μπαλόνια εισέβαλαν στο κλειστό κύκλωμα παρακολούθησης του αεροδρομίου!

Στο ΕΜΣΤ το έργο παρουσιάζεται με τον τίτλο «Red Eyed Skywalkers», αλλά δυστυχώς δεν έχει την ίδια επίδραση όπως στα προαναφερόμενα μέρη. Ενώ είναι πραγματικά φανταστικό το ότι το Εθνικό Μουσείο αγόρασε για τη μόνιμη συλλογή του αυτή την εγκατάσταση με την ειδική προϊστορία, η οποία μάλιστα έχει δημιουργηθεί από μια καταξιωμένη Ελληνίδα καλλιτέχνιδα που ζει και εργάζεται τόσα χρόνια στην Αμερική, το γεγονός και ο τρόπος παρουσίασης δεν ευνοεί καθόλου το έργο και επιδεικνύει κατά κύριο λόγο το πρώτο αισθητικό επίπεδό του. Η διάδραση με το ελληνικό κοινό είναι ελάχιστη, οι κρυμμένες κάμερες μέσα στα μπαλόνια μαγνητοσκοπούν το πάτωμα στο οποίο είναι εγκατεστημένο το έργο και ενίοτε κάποιον ανυποψίαστο θεατή που τυχαίνει να περνά. Θα μπορούσαν όμως να είναι στραμμένες στα γραφεία της Νέας Δημοκρατίας, του κόμματος της αντιπολίτευσης, και ίσως αυτό να ήταν πιο ενδιαφέρον σχόλιο. Επίσης, οι προβολές από μαγνητοσκοπημένα μέσω κλειστού κυκλώματος επεισόδια διαδηλώσεων ή πολέμου που βρέθηκαν στο ίντερνετ και «ξαναπαιγμένα» μέσα στο μουσείο μοιάζει με λύση ανάγκης σε σχέση με τις προηγούμενες παρουσιάσεις. Δίνει ένα χαρακτήρα σαν να πρέπει οπωσδήποτε να αποδειχτεί ότι αυτή είναι μια νέα εκδοχή ενός πετυχημένου έργου. Κατά τα άλλα, σαν την ίδια ώρα αυτή η εκδοχή να ήρθε κάπως αργά και να είναι ασυγχρόνιστη με τα ζητήματα και τις συζητήσεις της εποχής. Και είναι λιγάκι κρίμα, γιατί έτσι γίνονται συνήθως τα πράγματα στην Ελλάδα. Καλές πρωτοβουλίες, μισά αποτελέσματα. Εφόσον ένα τόσο καλό έργο αγοράστηκε, γιατί δεν γινόταν απλά να δειχτεί ως αυτό που είναι με τη σχεδόν δεκάχρονη πορεία του και στιγμιότυπα από άλλες σημαντικές παρουσιάσεις; Ή να δειχτεί με την ανάλογη προετοιμασία, όπως σε άλλα μέρη; Μπορεί να φταίνε τα χρήματα που δεν υπάρχουν, ο χρόνος που δεν υπάρχει πάντα, αλλά εκεί είναι που χρειάζεται μια γερή γραμμή επιμέλειας και αποφάσεις που θα αναδείξουν στο έπακρο το έργο και το γεγονός της απόκτησής του από το μουσείο! Καμία φορά, ίσως χρειάζεται και κάποιος να περιμένει για την κατάλληλη ευκαιρία.

0

ΣΥΜΒΑΙΝΕΙ ΤΩΡΑ