Ένακατασκότεινο πέρασμα (σε πλήρη αντίθεσημε το εκτυφλωτικό φως της Αθήνας) όπουγύρω προβάλλονται αλλεπάλληλεςκατεδαφίσεις κτιρίων στη Γερμανία μετάτο B' Παγκόσμιο Πόλεμοχωρίζει τον «έξω» με το μέσα χώροτόσο πραγματικά όσο και συμβολικά.Εάν αποφασίσεις να περάσεις στο τούνελπρέπει να έχεις κάποιες ώρες στη διάθεσήσου, γιατί η διαδρομή είναι μακριά, χωρίςπαρεκκλίσεις ή διεξόδους, και σε καλείσε ένα εσωτερικό ταξίδι στα «έγκατα»της ανθρώπινης φύσης ή κοινωνίας,σε υπαρξιακές αναζητήσεις καιδιχασμούς. Η μόνη σουαντίσταση είναι να περάσεις τρέχοντας,αλλά το πιο πιθανό είναι ότι κάτι θα σεσυνεπάρει. Αν δεν ξέρεις πού έχεις μπει,φαντάζεσαι διάφορα. Πρόκειται γιαένα θέαμα προσομοίωσης της πραγματικότητας;Για τη μετεξέλιξη των«πανοραμάτων» που υιοθέτησανκάποια μουσεία τον τελευταίο αιώνα γιατην ψυχαγωγική εκμάθηση της ιστορίας;Ή για το γνωστό τρενάκι τρόμου τουπαιδικού λούνα παρκ, που διαπραγματεύεταιτον πόνο, ειδικά για ενήλικες;
Σίγουρααφορά μια προσπάθεια συναισθηματικήςμετατόπισης η οποία ξεκινάει από μιαιστορία που συνθέτουν για το «κοινό»οι τρεις επιμελητές της πρώτης Μπιενάλετης Αθήνας (η οποία είναι πια μιαεπιτυχημένη πραγματικότητα), μέσα απότην επιλογή διαφορετικών έργων τέχνηςκαι την ουσιαστική και νοηματική επανατοποθέτησή τους σε έναν «καινούργιο»χώρο, στην προκειμένη περίπτωσησε μια καινούργια «νοηματική»(εν)κατάσταση. Όπως είναιη νόρμα στις περισσότερες εκθέσειςσύγχρονης τέχνης σήμερα, οι επιμελητέςδιαλέγουν να πουν μια συγκεκριμένηιστορία, ακολουθώντας μια αφήγηση πουσυνθέτει την «DestroyAthens» σε έξι διαφορετικάκεφάλαια, τα οποία χωροταξικά λειτουργούνάψογα. Αυτό που μοιάζει να είναι εδώπρωτοτυπία σε σχέση με μεγάλες διεθνείςεκθέσεις είναι ότι προτείνεται μία καιμοναδική διαδρομή επίσκεψης, χωρίςκαμία διαφορετική επιλογή από την πλευράτου θεατή, μοτίβο που πρωτοσυναντήσαμεστην Αθήνα στην έκθεση της συλλογήςΔάκη Ιωάννου «Monumentto now»πριν από τρία χρόνια περίπου, στο ίδρυμαΔΕΣΤΕ. Το κύριο αρχιτεκτονικό στοιχείοπου καθιστά την έκθεση την πιο καλοστημένηενότητα που έχουμε δει ποτέ στονπροβληματικό εν πολλοίς χώρο τηςΤεχνόπολης είναι ένας ατέρμονοςφαινομενικά διάδρομος που ενώνει ταδιαφορετικά κτίρια και δεν αφήνει καμίαοπτική επαφή με τον περιβάλλοντα χώρο!Αυτή η λύση, που απορρέει από συζητήσειςμε την αρχιτεκτονική ομάδα Α12 απότην Ιταλία (δουλειά των οποίων έχουμεδει και στην Μπιενάλε της Βενετίας το2003), ενδυναμώνει την πρόθεση των επιμελητώννα προσδώσουν έναν σκοτεινό χαρακτήραστην έκθεση καθιστώντας -επιτυχημένα-την εμπειρία αρκετά κλειστοφοβική, καικάποιες στιγμές ανυπόφορη.
Τακεφάλαια, «οι έξι μέρες» όπωςτα ονομάζουν οι επιμελητές, οι διαφορετικέςενότητες ουσιαστικά, μοιάζει να έχουνπερισσότερο νόημα για τις σχέσεις έργωνπου συγκεντρώνουν σε κάθε χώρο, παράγια τη διαδοχή τους, κατά την γνώμη μου,που είναι πιο σαθρή. Αυτοί οι διαχωρισμοίκαταφέρνουν επίσης να συγκεντρώσουνέργα διαφορετικής υφής και ευαισθησίας,ικανοποιώντας έτσι «γούστα» ενόςμεγάλου βεληνεκούς ειδικευμένων καιμη θεατών της σύγχρονης τέχνης, γεγονόςπολύ έξυπνο και θεμιτό για μια διεθνήδιοργάνωση σαν την Μπιενάλε, που πέραόλων οφείλει να έχει ένα πρώτο συγκεκριμένοβαθμό επιτυχίας.
Αφήνονταςπίσω έναν πιο χαλαρά συντεθειμένο,σχεδόν αμήχανο εξωτερικό χώρο, με τηνπαρουσία σημαντικών ομάδωνκαλλιτεχνών-ακτιβιστών της πόλης όπωςτο Κενό Δίκτυο, κάνεις τη μετάβασηπρος τον «κάτω κόσμο» μέσα από τοεκκωφαντικό έργο (που περιγράφεται πιοπάνω) των Julian Rosenfeldtκαι Piero Steinle,όπου όλα ισοπεδώνονται! Αυτό αποτελείκαι μια εντυπωσιακή, σχεδόν ταυτολογικήαρχή με τον τίτλο της έκθεσης. Έτσιοδηγούμαστε στη δεύτερη μέρα αυτής τηςδιερεύνησης του Τόπου και της Ιστορίας,από τις πιο ενδιαφέρουσες ενότητες,όπου η πόλη αντιμετωπίζεται ως μιαπιο γενική πολιτιστική και κοινωνικήπεριοχή. Όλα τα έργα είναι πολύ δυνατά.Ξεχωρίζουν αυτά των OttolithGroup, η επανα-παρουσίασητης τηλεοπτικής σειράς του πασίγνωστουΓάλλου κινηματογραφιστή ChrisMarker, η οποία ύστερα από«λογοκρισία» του κύριου παραγωγούτης, του Ιδρύματος Ωνάση, δεν διανεμήθηκεευρέως, και κατά την οποία προσωπικότητεςόπως ο Κορνήλιος Καστοριάδης, οΙωάννης Ξενάκης ή ο MichaelSerres μιλούν για τηνπνευματική κληρονομιά της Ελλάδας.Αξίζει τις πέντε ώρες που χρειάζονταιγια να τη δεις! Ή το έργο του ΓιάννηΣαββίδη, μια σειρά από ενδιαφέρουσεςδιαφορετικές χαρτογραφήσεις της Αθήνας,σε σχέση με διαφορετικές υποθετικέςιστορικές προοπτικές. Συμβολικόενδιαφέρον έχει και η παρουσίαση ενόςμικρού σχεδίου του Πικάσο (1959), τοοποίο έχει σχεδιαστεί με σκοπό να γίνεικαρτ ποστάλ για να μαζευτούν χρήματαπου θα βοηθούσαν τον αγώνα για τηναποφυλάκιση του Μανώλη Γλέζου.
Η Τρίτη,η Πέμπτη και Έκτη μέρα, παρά τιςδιαφορετικές ερμηνείες τους, μοιάζεινα αναφέρονται πάνω κάτω στο ίδιονοηματικό πλαίσιο. Μια συνάθροιση έργωνμε περισσότερο αινιγματικό καιδιφορούμενο χαρακτήρα, που καταφέρνουνπιθανότατα να ανοίξουν κανάλια σκέψηςόχι μόνο στο συνειδητό αλλά και στοασυνείδητο. Μια βουτιά στον ανθρώπινοναρκισσισμό και στα αδιέξοδα που αυτόςεμπεριέχει, αλλά μαζί και μια προσπάθεια«συγχρονισμού»με τον πιο μοδάτοgothic καλλιτεχνικόχαρακτήρα των πιο trendyδημιουργιών. Και εδώ το στήσιμο παραμένεισφιχτό και πιστό στην αρχική ιδέα, μεπολλές, άλλοτε περισσότερο επιτυχημένεςκαι άλλοτε όχι, πάντα όμως δυνατέςεικόνες και αισθήσεις. Ανάμεσα σε αυτέςπου δεν εξατμίζονται γρήγορα, κατά τηγνώμη μου (μετά την πρώτη επίσκεψη),είναι το φιλμ Home IIτου καλλιτέχνη OlafBreuning, το οποίο αναφέρεταιστους περιορισμούς της ταξιδιωτικήςπεριπλάνησης, που συμβολικά δεναπελευθερώνει από την υπαρξιακή φυλακήτου Εγώ, ή η performance τηςΓεωργίας Σαγρή, που καθιστά το θεατήμε ιδιαίτερα αφοπλιστικό τρόπο συνένοχοσε ένα έγκλημα πάθους! Επίσης ενδιαφέρουσαη καθημερινή ζωγραφική ιεροτελεστίατου Peter Dreher,ο οποίος από το 1974 μέχρι το 2007 ζωγράφιζεκαθημερινά ένα ποτήρι νερό. Λιγότεροπετυχημένο το διάλειμμα αισιοδοξίας,η Τέταρτη μέρα, που ενώ απαρτίζεται απόπολύ καλούς καλλιτέχνες, οι πολύχρωμεςδημιουργίες τους μοιάζουν σαν σφηνωμέναπαράσιτα μέσα στην όλη πορεία και κατάτη γνώμη μου αδικούνται.
Θαχρειαζόμουν όλο το περιοδικό εάν συνέχιζανα αφήνομαι στην περιγραφή της εμπειρίαςμου στην «Destroy Athens»κι αυτό είναι για μένα, όπως και γιαπολλούς άλλους, μια από τις ουσιαστικέςεπιτυχίες της έκθεσης. Παρά τις κάποιεςαδέσποτες γκρίνιες ή την επιμέρουςκριτική, η οποία ενεργοποιείταιυποχρεωτικά όταν μια έκθεση αποτελείτην πρώτη ενότητα μιας διεθνούς Μπιενάλε,οπότε κρίνεται με ανάλογα standard,πρόκειται για μια πολύ φιλόδοξη καιαξιοπρεπέστατη έκθεση, με δυνατέςστιγμές, καινούργια ονόματα καλλιτεχνών,πολλές προτάσεις και ιδιαίτερο χαρακτήρα.Μπορεί να μη λέει την «ανθρώπινηιστορία» με τη μαγεία που την αφηγήθηκεη Μπιενάλε του Βερολίνου (με την ιδέατης οποίας υπάρχει μια συγγένεια), αλλάκαταφέρνει, έστω και λιγάκι αδέξια(κυρίως με την απόφαση τόσο επιτακτικούεγκλεισμού και τις ατυχείς φορμαλιστικέςσυγγένειες κάποιων έργων), να δώσει ένασαφέστατο στίγμα. Πολλά συγχαρητήριαοφείλονται στους επιμελητές που κατάφεραννα δημιουργήσουν με τόσο επαγγελματικότρόπο αυτό το πλαίσιο, το οποίο αγκάλιασεσαν ομπρέλα μια σειρά ιδιωτικώνπρωτοβουλιών στην τέχνη, υποκίνησε μιασειρά ανθρώπων να έρθουν στην Αθήνα καιέβαλε την πόλη στο διεθνή εικαστικόχάρτη ανεπιστρεπτί!