Λίγη ψυχή στο στόμα
Το πρότυπο μπαρ-εστιατόριο της Αθήνας συνεχίζει να έχει τέλεια ατμόσφαιρα και να γεμίζει κάθε μέρα. Αν και οι τιμές του δεν είναι άσχημες, γιατί έχεις την αίσθηση ότι θα μπορούσαν καλύτερα στον τομέα του φαγητού;
«Το βγάλαμε Nixon για πλάκα» λέει ένας εκ των συνιδιοκτητών, απευθυνόμενος σε γνωστό του από τα μαθητικά τους χρόνια. Η πλάκα πλάκα, αλλά εδώ έχει γίνει σοβαρή δουλειά. Πρόκειται για το χώρο διασκέδασης με τις υψηλότερες τεχνικές προδιαγραφές της Αθήνας: άρτια αρχιτεκτονική με άποψη, αναπαυτικά καθίσματα, έξυπνη διαρρύθμιση (το μπαρ μπροστά, τα τραπέζια για φαγητό στο ελαφρώς υπερυψωμένο επίπεδο, πάνω), τέλειος εξαερισμός. Α, και σοφά μελετημένος ήχος, που σου επιτρέπει να συζητάς με τον παραδιπλανό σου χωρίς να ξελαρυγγιάζεσαι, ενώ η μουσική ακούγεται πεντακάθαρα, σε ένταση σωστή. Επιπλέον, δίπλα ακριβώς στην είσοδο υπάρχει ένας καλά εξοπλισμένος μικρός κινηματογράφος όπου –από αυτή την εβδομάδα– έχουν αρχίσει οι συστηματικές προβολές ταινιών όπως το Κακό, το πρώτο ελληνικό σπλάτερ. «Δε σου θυμίζει το Electric, στο Νότινγκ Χιλ;» σχολιάζει χαμηλόφωνα ένας αγγλοσπουδαγμένος νέος, μπαίνοντας στον κόπο να μη φανεί αλαζόνας. Ναι, ο κόσμος που συχνάζει στο Nixon χαρακτηρίζεται από σεμνές διαθέσεις. Ηλικίες 22-37, πλούσιοι και (σχετικά) φτωχοί, άσημοι και διάσημοι. Τι ωραία να βρίσκεσαι –επιτέλους– σε ένα μοντέρνο μέρος όπου τόσο η αχαλίνωτη κοινωνική επίδειξη όσο και ο electro-ταγαρισμός θεωρούνται ανάθεμα…
Στον τομέα όμως του φαγητού και του σέρβις, τα πράγματα δεν είναι αναλόγως ρόδινα. Ο μικρός κατάλογος διαθέτει απλά πιάτα: λίγα ορεκτικά και σάντουιτς, τρεις σαλάτες, δύο μπέργκερ, κάποιες μακαρονάδες, και δυο τρία πιάτα ημέρας: να ένα δείγμα αυτογνωσίας. Οι λουκουμάδες ντομάτας (εναλλακτικοί ντοματοκεφτέδες), ζουμερο-τραγανοί και αρκούντως νόστιμοι. Μια ρεβιθόσουπα ημέρας με κομματάκια παστουρμά διέθετε δυναμικό, αλλά αποδείχτηκε μέτρια εκτελεσμένη. Η σαλάτα με τα φρέσκα φρούτα και τη «σιτρονέτ» πορτοκαλιού (πώς λέμε λαδολέμονο, αλλά με χυμό πορτοκάλι) ήταν οπτικά μέτρια και κάπως άνευρη – και κόστιζε €7! Το Nixon μπέργκερ (€11), με τυρί και μπέικον, σίγουρα αφήνει πίσω του τον ανταγωνισμό στα υπόλοιπα νεανικά μοδο-φαγάδικα (και διαθέτει και πιο φρέσκα υλικά), αλλά από το ψωμάκι έλειπε η χάρη. Παρομοίως, αρκετά ως πολύ νόστιμο το πιλάφι με κοτόπουλο και το διακριτικό κάρι, που, δυστυχώς για το ίδιο, δεν ήταν ριζότο, όπως το είχαν βαφτίσει. Και πολύ συχνά οι νεαρές σερβιτόρες είναι άφαντες από την αίθουσα, ή μπερδεύονται στο σερβίρισμα. Να λαπάδιασε το ριζότο και να παπάριασε το ψωμάκι του μπέργκερ λόγω καθυστέρησης στον πάγκο της κουζίνας; Ποιος ξέρει. Εδώ, κάποιες Κυριακές, νωρίς, η καρμπονάρα αποδείχτηκε από τις καλύτερες της πόλης, και το σοφρίτο ημέρας ήταν έξοχο. Όπως απολαυστικότατη ήταν και η μους σοκολάτας, ενώ η κρέμα καταλάνα (παραλλαγή της κρεμ μπριλέ) βαριόταν κάτω από τη σκληρή, καραμελένια επιφάνειά της.
Συντονιστείτε, παρακαλώ, μίστερ πρέζιντεντ.