Μαζί με τον καλό φίλο Γιώργο Μυλωνά, τον ιστορικό τέχνης με τον οποίο, λίγο πριν φύγει, ο Κούνδουρος έβαζε μπροστά μια έκθεση με τα ζωγραφικά του έργα, συναντούμε τη Σωτηρία Ματζίρη Κούνδουρου, το «Σωτηράκι», όπως του άρεσε να την αποκαλεί ο δημιουργός, στο «εμβληματικό» σπίτι τους στο Μετς. Μας μιλά την ώρα που προσπαθεί να βάλει τάξη σε μια πυκνή αλληλογραφία, όπου, μεταξύ άλλων, βλέπουμε γράμματα του Ελύτη. «Να, σε αυτό το γράμμα εξηγείται ο Νίκος στον ξάδελφό του γιατί του "έφαγε" το κορίτσι όταν πήγε στο Παρίσι, φιλοξενούμενή του. Ο ξάδελφος, βέβαια, του έκοψε την "καλημέρα" για χρόνια!»
Δεν είναι γνωστό στο ευρύ κοινό, αλλά ο Κούνδουρος ζωγράφισε ένα εκκλησάκι το 1962 στη λίμνη του Αγίου Νικολάου μέσα σε μια παλιά σπηλιά φορτωμένη ιστορίες. «Όσο καιρό κράτησε η αγιογράφηση», εξηγεί η ανθρωπολόγος Μαρία Καραμητσοπούλου, πολύτιμη συνεργάτις του Κούνδουρου, «είχε πάρει ένα τραπεζάκι καφενείου με μια καρέκλα ειδικά για τον παπα-Νικολάκη. "Όσο εγώ θα ζωγραφίζω, εσύ θα ψέλνεις": με αυτήν τη συμφωνία ο παπούλης ερχόταν ως ψάλτης όποτε χρειαζόταν. Ο Νίκος, αν και δεν ήταν θρησκευόμενος, ήταν πιστός της παράδοσης και είχε τεράστια αγάπη στον λαϊκό πολιτισμό. Έτσι, μάζευε με αγάπη κι έσωσε υφαντά, χάλκινα, πήλινα, οτιδήποτε εξέφραζε τη λαϊκή τέχνη και τους ανώνυμους καλλιτέχνες. Κάθε φορά που κατέβαινε στην Κρήτη ζητούσε να πηγαίνει σε αυτό το εκκλησάκι και να αναπαύεται, βλέποντάς το». Αυτή η παράσταση είναι και μια «τοιχογραφία» της γενιάς του Κούνδουρου, μια προσωπική μαρτυρία που ο δημιουργός κατέθεσε ως αντίδωρο στους Κρήτες προγόνους του. Στ' αριστερά της βλέπουμε τους Σφακιανούς παππούδες του, τον παππού Ρούσσο να έχει στο πλάι του ένα παιδάκι, τον Ιωσήφ, που είναι ο πατέρας του Νίκου.
Άνδρας με δεμένα χέρια
Ο Ιωσήφ Κούνδουρος υπήρξε δεινός ρήτορας, σημαντικός πολιτικός που διετέλεσε και υπουργός στην κυβέρνηση Βενιζέλου. «Άλλωστε, η πρώτη επαφή του Νίκου με ένα κράτος εχθρικό ήταν όταν έζησε από νέος τη δίωξη του πατέρα του από το καθεστώς Μεταξά» μας λέει η Μαρία Καραμητσοπούλου. «Μολονότι αστικής καταγωγής −κι αυτό ήταν κάτι που πάντοτε έλεγε ο Κούνδουρος, όπως, για παράδειγμα, σε κάθε αναφορά του στη Μακρόνησο, "εγώ εκεί δεν βασανίστηκα, γιατί είχα μπει με μέσο"−, απορούσε με τον εαυτό του, λέγοντας χαρακτηριστικά: "Πώς βγάζω από μέσα μου μιαν ορμή κτήνους που με κάνει να θέλω να χτυπήσω!"». Κι αυτό συνέβαινε γιατί τον ενοχλούσε βαθιά η αδικία, ήταν κάτι που τον έκανε, κυριολεκτικά, ταύρο. Δεν είναι τυχαίο που η σύζυγος του Αργυράκη τον αποκαλούσε «Νικόταυρο».
Αυτοπροσωπογραφία
«Όσο ζούσε, βέβαια, ο πατέρας του Νίκου, δεν τον άφηνε να γίνει ζωγράφος. Ούτε γι' αστείο δεν ήθελε να μπει στη Σχολή Καλών Τεχνών. Έλεγε χαρακτηριστικά;: "Μοδίστρα θα σε κάνω;"» αποκαλύπτει η Σωτηρία Ματζίρη. «Ο μεγαλύτερος αδελφός του Νίκου, ο Ρούσσος Κούνδουρος, υποχρεώθηκε να σπουδάσει νομικά και να γίνει δικηγόρος, όπως και ο πατέρας τους. Ανάλογη τύχη ίσως θα είχε και ο Νίκος. Έτσι, μόλις ο πατέρας πέθανε το '42, όλοι έκαναν αυτό που θέλανε. Ο Ρούσσος γράφτηκε στην Ιατρική (πρωτοπόρος της ελεύθερης ραδιοφωνίας, έπειτα ασχολήθηκε επίσης με τη σκηνοθεσία) και ο Νίκος γράφτηκε στην Καλών Τεχνών. Στην παλέτα που βλέπουμε, ο Κούνδουρος ζωγραφίζει τον εαυτό του σε ηλικία 16 περίπου χρονών με τα σύνεργα της "δουλειάς". Εκτίθεται για πρώτη φορά στην έκθεση της Ύδρας, καθώς την ξέθαψα από ένα παλιό σεντούκι της Κρήτης».
Ο Θανάσης Βέγγος με στολή εργασίας
«Όταν πρωτοκοιτούσα τα σχέδια του Κούνδουρου στο κασελάκι του, δεν θα ξεχάσω με τι συγκίνηση ανακάλυψα τον "άγιο" Βέγγο» μας λέει ο Γιώργος Μυλωνάς. Στο πίσω μέρος του σχεδίου γράφει ο ίδιος «Μακρονήσι, 1951». Στη Μακρόνησο, τη «δεύτερη θητεία», όπως την αποκαλούσε ο δημιουργός, χρεώθηκε την κατασκευή ενός θεάτρου. «Θέατρο σήμαινε μερικές χιλιάδες στρατιώτες που ανέβαιναν σε κάτι νταμάρια που είχε το νησί, μάζευαν πέτρα, την έβαζαν στον ώμο και τη σωριάζανε σε ένα πλάτωμα που είχαμε σκάψει. Εκεί άρχισε να χτίζεται το περίφημο θέατρο το μακρονησιώτικο» αναφέρει ο σκηνοθέτης σε παλιότερη συνέντευξή του. Ο Κούνδουρος είχε ζητήσει να τον αφήσουν σε ένα βουνό, μακριά από τους επιτηρητές του. Ο Θανάσης Βέγγος πηγαινοερχόταν κάθε μέρα από το στρατόπεδο στο βουνό για να του πηγαίνει φαγητό. Να πώς αφηγείται ο ίδιος ο σκηνοθέτης την αρχή της γνωριμίας του με τον Βέγγο. «Τα κιβώτια του μπακαλιάρου τα έχει βουτήξει ο Βέγγος αγκαλιά, τα πετάει χάμω και μου λέει "σύντροφε", λέω "τι συμβαίνει;", μου λέει "μην κοιμάσαι εδώ πέρα τη νύχτα, θα πάθεις ζημιά". Και του λέω: "Τι σε νοιάζει εσένα;". Δεν απάντησε. Αρχίζει με ένα σκεπάρνι και κάνει, κάνει, και φτιάχνει ένα κρεβάτι με τα ξύλα από τα κιβώτια του μπακαλιάρου. Μου λέει: "Εδώ θα κοιμάσαι, όχι στο χώμα". "Τι σε νοιάζει εσένα, σύντροφε;" του απάντησα, ήταν και άσχημος − και τώρα άσχημος είναι. Λέει: "Δεν θα κοιμηθείς στο χώμα"».
Η αυθεντική αφίσα της ταινίας «Δράκος»
«Το σχέδιο για την περίφημη αφίσα του "Δράκου" ο Κούνδουρος το έφτιαξε μέσα σ' ένα καφέ, σε μια χαρτοπετσέτα. Στο τελευταίο ζωγραφικό του έργο δε, ο Νίκος εμφανίζει πάλι τη μορφή του "Δράκου". Αυτή η ταινία ήταν, τελικά, μεγάλο "βάρος" για τον Κούνδουρο» σχολιάζει η Μαρία Καραμητσοπούλου, συμπληρώνοντας ότι ο σκηνοθέτης δεν ήταν ούτε τριάντα χρονών όταν την ολοκλήρωσε.
«Τα κάδρα στον "Δράκο" οφείλονται στην αγωγή μου ως ζωγράφου» έχει δηλώσει ο Κούνδουρος, που στη μορφή του Ηλιόπουλου θέλησε να δώσει τον δικό του «καραγκιόζη», να καταγγείλει, σε όφελος του λαού, όλες τις αδικίες που γίνονται σε βάρος του. «Στον "Δράκο", εγώ, ένα παιδί αστών, ένιωσα προλετάριος, με χέρια πιο ευαίσθητα απ' αυτά ενός οικοδόμου, προλετάριος του κινηματογράφου». Το οξύμωρο είναι ότι η ταινία, παρά την παγκόσμια κατοπινή της αναγνώριση, βγήκε απέναντι στην ελληνική κοινωνία. Η «Αυγή» τότε έκανε δημόσια επίκληση: «Δεν υπάρχει ένας εισαγγελέας να σταματήσει αυτή την αθλιότητα!». «Ο Κούνδουρος δεν πτοήθηκε, την έκανε μάλιστα αφίσα για να "τραβήξει" τον κόσμο» εξηγεί ο Γιώργος Μυλωνάς.
Εξώφυλλο από το βιβλίο «Οι ζωγραφιές της Διαλεχτής»
Κοιτώντας το εξώφυλλο, θυμάται η Σωτηρία Ματζίρη Κούνδουρου: «Όταν η κόρη μας η Διαλεχτή ήταν 9 χρονών, νοσηλεύτηκε στο Νοσοκομείο Παίδων με πνευμονία πολύ βαριάς μορφής για μέρες. Εγώ τότε δούλευα πυρετωδώς στην "Ελευθεροτυπία" και ο Νίκος καθόταν τις περισσότερες ώρες μαζί της. Για να περάσει κάπως ευχάριστα η μικρή, της ζωγράφιζε διάφορα σχέδια κι έτσι προέκυψε το βιβλίο με τις "Ζωγραφιές της Διαλεχτής". Να σας πω κι ένα μυστικό: τα κείμενα υποτίθεται πως τα γράφει η Διαλεχτή, αλλά, βεβαίως, όλα είναι του Νίκου. Πώς θα μπορούσε, άλλωστε, σε τόσο νεαρή ηλικία! Αυτή ήταν, όμως, κι άλλη μια μαγική πλευρά του: έγραφε από παιδική σκοπιά. Δυστυχώς, δεν σώζονται τα πρωτότυπα».
Νυφικό Αττικής
Οι «φορεσιές» γίνανε στο Παρίσι και ήταν το «καμάρι» του Κούνδουρου − αγαπούσε να τις δείχνει στους φίλους και στον κόσμο. Η βοηθός του Μαρία σχολιάζει πως «η νοσταλγία και ο καημός της επιστροφής που τον έτρωγαν τότε τον έκαναν να συνδεθεί ζωγραφικά με τύπους από την ελληνική παράδοση». «Η αγάπη του για τη λαϊκή παράδοση», επισημαίνει ο Γιώργος Μυλωνάς, «πήγαζε από την πεποίθησή του ότι μέσα σ' αυτήν διατηρούνταν αληθινά και ανόθευτα τα στοιχεία του ελληνισμού». «Ο Μακρυγιάννης ήταν ο γκουρού που μ' έμαθε να 'μαι Ρωμιός, Έλληνας μέχρι το βάθος της ψυχής μου και του μυαλού μου» γράφει στον φίλο του Μάνο Χατζιδάκι. Καθόλου τυχαίο που στο σπίτι του κυριαρχούν αυτές οι πέντε μετωπικές, ολόσωμες φιγούρες με τοπικές φορεσιές που 'φερε από τον καιρό της αυτοεξορίας του στο Παρίσι».
Byron
«Ο "Byron" (1991) υπήρξε η αγαπημένη ταινία του Κούνδουρου, γιατί είχε την οικονομική ευχέρεια να κάνει αυτό που ονειρεύτηκε» μας λέει η Σωτηρία. «Η Mosfilm του παρείχε κάθε τεχνική δυνατότητα σε μια δύσκολη χρονικά συγκυρία, καθώς τότε διαλυόταν η Σοβιετική Ένωση. Είχε, λοιπόν, στη διάθεσή του όλα τα gadgets απίστευτων δυνατοτήτων από τα μεγάλα στούντιο της Μόσχας. Είχε πάει αρχικά στο Μεσολόγγι κι έκανε ρεπεράζ, αλλά τίποτα δεν θύμιζε την επαναστατική πόλη που είχε στον νου του. Την έστησε, λοιπόν, εξαρχής από φελιζόλ, στην κεντρική πλατεία του χωριού Σαμπρούντγιε της Κριμαίας. Τότε ο Γκορμπατσόφ κρυβόταν πολύ κοντά μας κι εμείς δεν είχαμε πάρει είδηση. Από την τηλεόραση το μάθαμε!».
Ο Κούνδουρος, που μεγάλωσε μέσα στην ηττημένη Αριστερά, τι πίστευε για τη Σοβιετική Ένωση λοιπόν; «Το ανελεύθερο και σκυθρωπό πρόσωπο του εφαρμοσμένου κομμουνισμού το ξέρουμε από χρόνια τώρα και το προσωποποιήσαμε στην τρομερή μορφή του Στάλιν. Πρέπει να ζήσει κανείς από κοντά αυτό τον εξαπατημένο λαό, πρέπει να δει και ν' ακούσει με τα μάτια του και τ' αφτιά του έναν, δύο, εκατό από τους "υπηκόους" αυτού του απέραντου στρατοπέδου για να διαπιστώσει σε τι βαθύ τρόμο γεννήθηκαν και μεγάλωσαν τα εκατομμύρια των Σοβιετικών στις υπόδουλες "δημοκρατίες" της Ένωσης».
Ulrike Meinhof
«Η τελευταία κινηματογραφική επιθυμία του ήταν να κάνει ταινία για τη Ρόζα Λούξεμπουργκ. Μάζευε υλικό από τον Τύπο, κρατούσε σημειώσεις και είχε φτιάξει ένα σκαρίφημα σεναριακό − φανταζόταν να την υποδύεται η Μελίνα Μερκούρη. Μάλιστα, το τελευταίο καλοκαίρι μετά το ανέβασμα του θεατρικού έργου "Ο Μαιτρ και η Μαργαρίτα" ψάχναμε υλικό και βιβλία γύρω από τη ζωή της για να ανεβάσει στο θέατρο την περίπτωσή της» μας λέει η Μ. Καραμητσοπούλου. Πάντοτε τον απασχολούσε το θέμα της ένοπλης πάλης ενάντια στο κράτος και τον είχε συνεπάρει η απολογία της Ulrike Meinhof στη δίκη.
Ο Κούνδουρος ζωγράφιζε ως το τέλος. Ακόμη κι όταν ξεκουραζόταν στην Κρήτη, ποτέ δεν άφηνε την αγαπημένη του ασχολία. Τον συγκινούσαν ιδιαίτερα οι ελληνικοί μύθοι και σε αυτούς ανέτρεχε, σαν μια «επιστροφή». Είχε πει ο ίδιος: «Μ' αρέσει ο κινηματογράφος γιατί έχει φωνή, μ' αρέσει ο κινηματογράφος γιατί με τη δύναμη της εικόνας πολλαπλασιάζει τη δύναμη της εικόνας, μ' αρέσει ο κινηματογράφος γιατί έχει ένα εύρος, είναι αυτό που λέμε λαϊκή τέχνη και με γοήτευσε τόσο όσο ο μυστικισμός της ζωγραφικής». «Αυτό είναι που οφείλουμε στον Νίκο Κούνδουρο» εξηγεί ο Γιώργος Μυλωνάς. «Αν δεν κατάφερε να αλλάξει τον κόσμο, μας έδωσε φιγούρες ανεξίτηλα καταγεγραμμένες στη συλλογική μνήμη του ελληνισμού, πρόσωπα που έχουν τη δύναμη να μεταφέρουν το βλέμμα εντός μας, στο βαθύτερο είναι μας».
Ιnfo:
Η έκθεση «Μάρτυρες στο Κάδρο» θα φιλοξενείται στο Ιστορικό Αρχείο - Μουσείο Ύδρας έως το τέλος Ιουνίου. Σχεδιασμός και οργάνωση παραγωγής: MVN Consultants, Χρήστος Φ. Μαργαρίτης. Επιμέλεια έκθεσης: Γιώργος Μυλωνάς, Αλέξανδρος Μακρής, Μαρία Καραμητσοπούλου. Ώρες επισκέψεων: 9.00-16:00 & 19.30-21.30