Να το προσέχετε το πράσινο. Δεν μπορείτε να το εμπιστευτείτε. Ο Λεονάρντο Ντα Βίντσι το γνώριζε και εφιστούσε την προσοχή στους σύγχρονούς του ενάντια στην τοξική αστάθεια αυτού του χρώματος. «Η ομορφιά του», προειδοποιούσε ο Λεονάρντο, «χάνεται και γίνεται καπνός».
Ασταθές και εφήμερο, το πράσινο είναι κάτι παραπάνω από ένα απλό χρώμα. Είναι η ενέργεια που μας συνδέει με το άγνωστο.
Αν αφαιρούσαμε το πράσινο από την παλέτα της ιστορίας της τέχνης, η γέφυρα μεταξύ ζωής και θανάτου θα εξαφανιζόταν. Εξίσου νοσηρό και ζωντανό, το πράσινο στον μακάβριο πίνακα του Πικάσο για τον νεαρό φίλο του Carlos Casagemas, που αυτοκτόνησε στην ηλικία των 20, χαλάει ακόμα περισσότερο τα κάτισχνα μάγουλά του, ενώ την ίδια στιγμή ανάβει μια χαρούμενη φωτιά από χλωροφύλλη στους γεμάτους ζωή καταπράσινους καμβάδες του Μονέ.
Ασταθές και εφήμερο, το πράσινο είναι κάτι παραπάνω από ένα απλό χρώμα. Είναι η ενέργεια που μας συνδέει με το άγνωστο.
Αν αφαιρούσαμε το πράσινο από την παλέτα της ιστορίας της τέχνης, η γέφυρα μεταξύ ζωής και θανάτου θα εξαφανιζόταν.
Οι πειραματισμοί με το πράσινο δεν είναι απλώς μια πορεία στο μονοπάτι μεταξύ της ύπαρξης και της μη-ύπαρξης, αλλά και η πόρτα στα μυστήριά τους. Συγχρόνως το χρώμα της σήψης και της ανάπλασης, το πράσινο συμμετέχει με αβίαστη ζωτικότητα στην αποσύνθεση και την αναγέννηση.
Ίσως είναι αυτή η προκλητική αμφισημία του πρασίνου που ανάγκασε τον ίδιο τον Λεονάρντο, ενάντια στις ίδιες του τις συμβουλές, να επενδύσει το πιο διάσημο και αινιγματικό του έργο, τη Μόνα Λίζα, με μία σκοτεινή απόχρωση αυτού του χρώματος – που από τότε έχει σκουρύνει, καταλήγοντας σε μία μεγαλοπρεπή μαυρίλα στο υποσυνείδητο της πολιτισμικής ιστορίας.
Φορώντας ένα από τα πιο σκιώδη και βαθιά πράσινα κοστούμια, η Τζοκόντα κολυμπάει στη βιτρίνα της ψυχής μας και έχει εδώ και καιρό αναγνωριστεί ως ένας μυστικιστικός σύνδεσμος μεταξύ του κόσμου των ζωντανών και αυτού των νεκρών.
Ο δοκιμιογράφος του 19ου αι. Walter Pater έγραψε κάποτε γι αυτήν: «Όπως ένας βρικόλακας, έχει υπάρξει νεκρή πολλές φορές και έχει μάθει τα μυστικά του τάφου».
Περιγράφοντας το ανεξιχνίαστο μοντέλο του Λεονάρντο ως «γηραιότερη και από τις πέτρες πάνω στις οποίες κάθεται», ο Pater συνεχίζει να φαντάζεται ότι η Μόνα Λίζα έχει, κατά τη διάρκεια των αιώνων, επιστρέψει ξανά και ξανά σε διάφορες μορφές.
Η Μόνα, που αναγεννιέται αδιάκοπα με το σκούρο πράσινο φόρεμά της, το οποίο συμβόλιζε τη θέση της ως συζύγου εμπόρου, ήταν σύμφωνα με τον Pater «η μητέρα της Ελένης της Τροίας» και η «Παναγία».
Πολύ πριν ο Λεονάρντο Ντα Βίντσι χρησιμοποιήσει το πράσινο, στο χρώμα είχε ήδη αποδοθεί μία ιδιαίτερη θέση στην πολιτισμική φαντασία.
Οι αρχαίοι Αιγύπτιοι το χρησιμοποίησαν για την τολμηρή πρασινωπή όψη του θεού της ζωής και του θανάτου, του Όσιρι, άρχοντα του κάτω κόσμου, που είχε υπό την κυριαρχία του το πέρασμα των ψυχών ανάμεσα στους δύο κόσμους.
Τυπικές αναπαραστάσεις του Όσιρι, όπως αυτές που βρέθηκαν στους τοίχους του τάφου του 13ου αι. π.Χ. του Horemheb, του τελευταίου μονάρχη της 18ης δυναστείας της Αιγύπτου, απεικονίζουν έναν πολύ αδύνατο θεό με πράσινη επιδερμίδα, του οποίου η ψεύτικη γενειάδα φαραώ τον ξεχωρίζει ως μία θεότητα αδιαφιλονίκητης υπεροχής.
Παντοτινά νέος, ο Όσιρις ήταν μία «μηχανή αναγέννησης», τόσο για τον εαυτό του όσο και για τον υπόλοιπο κόσμο. Ο κόσμος πίστευε για τον πράσινο θεό Όσιρι, που έλεγχε τις πλημμύρες αλλά και την άνθηση της χλωρίδας, ότι θα έδειχνε εν τέλει στις ψυχές των Αιγύπτιων βασιλέων το μονοπάτι της αναγέννησης.
Χλωρίδα και Πανίδα
Για χιλιετίες, η παρασκευή πράσινων βαφών πραγματοποιούνταν από μία ποικιλία καλλιτεχνικών αλχημειών που αξιοποιούσαν τις αποχρώσεις από διάφορες πηγές: από κονιορτοποιημένο μαλαχίτη και ιπποφαές έως τα φυτά φράξινο και κρητίδα.
Το verdigris, γνωστό ως πατίνα, ένα από τα πιο συνηθισμένα μίγματα βαφής του χρώματος και αυτό προς το οποίο ο Ντα Βίντσι ήταν πιο επιφυλακτικός, δημιουργείται σε ένα περίεργο τελετουργικό που περιλαμβάνει τον αργό εμποτισμό μιας λεπίδας από μπρούτζο ή χαλκό σε κρασί. Μία οξική κρούστα πρασίνου που δημιουργείται στη μεταλλική επιφάνεια αφαιρείται και προστίθεται στο μίγμα.
Γεμάτη ζωή, ακόμα και στον θάνατο, η επίκληση του πρασίνου σε αμέτρητα αριστουργήματα, από την αρχαιότητα έως σήμερα, γεμίζει τα μάτια μας με προσδοκία.
Τα πάντα σχετικά με το σώμα, τη στάση και τις χειρονομίες της ντυμένης στα πράσινα γυναίκας του Giovanni di Nicolao Arnolfini, που μοιάζει να ακουμπά στοργικά το χέρι της πάνω στη κοιλιά της στο διάσημο έργο «The Arnolfini Portrait» (1434) του Jan van Eyck, οδηγούν στη σύγχρονη σκέψη ότι είναι έγκυος, ωστόσο υπάρχουν ιστορικοί τέχνης που πιστεύουν ότι αυτό δεν ισχύει. Αυτό το πλούσιο πράσινο χρώμα που πιάνει το μάτι μας, λένε οι ειδικοί, είναι περισσότερο ένας συμβολισμός για την ελπίδα μιας μελλοντικής εγκυμοσύνης. Το πράσινο φαντάζει αιώνιο.
Μία εναλλακτική προσέγγιση προς το αινιγματικό πορτραίτο είναι ότι το πράσινο απεικονίζει συγχρόνως τη ζωή και το θάνατο καθώς η πρώτη γυναίκα του Giovanni di Nicolao είχε πεθάνει στη γέννα. Το κερί που λείπει στον πολυέλαιο πάνω από το κεφάλι της καθώς και ο καθρέφτης στο βάθος του πίνακα προσδίδουν σχετικούς συμβολισμούς.
Εάν υπάρχει ένα χρώμα ικανό να καλύψει αυτή την αλλόκοτη συμπίεση ζωής και θανάτου, είναι το πράσινο.
Άλλο ένα έργο που χρησιμοποιεί το πράσινο καταδεικνύοντας το χάσμα μεταξύ αυτού και του άλλου κόσμου είναι το «The Hay Wain» του John Constable. Το πράσινο αναδεικνύει τη διάχυτη νοσταλγία με γήινες αποχρώσεις.
Κρυμμένο σε κοινή θέα
Σε πιο σύγχρονες εποχές καλλιτεχνικής έκφρασης, το πράσινο συνέχισε να είναι μία αινιγματική απόχρωση, τόσο αποκαλυπτική όσο και κρυψίνους.
Ο επιδραστικός συμβολιστικός πίνακας του Πωλ Γκωγκέν «Green Christ» (1889) είναι ένα προκλητικό συνονθύλευμα όλων των αντικρουόμενων νοημάτων του πρασίνου. Βρύα έχουν καλύψει ένα άγαλμα του Χριστού ενώ η γυναίκα που βρίσκεται μπροστά του είναι χρωματισμένη με ένα νεκρικό πράσινο, σαν να ενώνεται με το άγαλμα που αφορά τη ζωή και το θάνατο.
Το διάσημο «The Son of Man» (1964) του Ρενέ Μαγκρίτ αψηφά κάθε λογική και δεν αφήνει τον θεατή να δει το πρόσωπο που απεικονίζεται καθώς υπάρχει ένα καταπράσινο μήλο μπροστά του.
«Οτιδήποτε βλέπουμε κρύβει κάτι άλλο, πάντα θέλουμε να δούμε τι είναι κρυμμένο πίσω από αυτό που βλέπουμε», είπε ο Μαγκρίτ σε μια συνέντευξη. «Υπάρχει ενδιαφέρον για αυτό που είναι κρυμμένο και που το ορατό δεν μας δείχνει. Το ενδιαφέρον μπορεί να πάρει τη μορφή ενός αρκετά έντονου αισθήματος, ενός είδους διαμάχης, θα μπορούσε κάποιος να πει, ανάμεσα στο ορατό που είναι κρυμμένο και το ορατό που είναι παρόν».
Κανείς σύγχρονος καλλιτέχνης δεν έχει κατανοήσει πιο βαθιά τους ρυθμούς του τι είναι ορατό και τι όχι από τον Ιρλανδο-αμερικανό ζωγράφο Sean Scully. Στο έργο του «The Bather» (1983), που είναι εμπνευσμένο από τους «Bathers by a River» του Ματίς, πετυχαίνει κάτι που οι καλλιτέχνες επί αιώνες απλά πάσχιζαν να καταφέρουν: να μετατρέψουν το πράσινο από ένα φθαρτό χρώμα στο αγνότερο συναίσθημα.
Με πληροφορίες από BBC culture / Απόδοση του κειμένου της Kelly Grovier στα ελληνικά από τη Σοφία Σταθοπούλου