Από τον Γιάννη Πετρίδη
Κατεβαίνοντας την Ζήνωνος, τον δρόμο που μεγάλωσα σαν παιδί για να πάω στο σημείο συνάντησης με την Νατάσσα Μποφίλιου, τον Σωκράτη Μάλαμα, τον Οδυσσέα Ιωάννου και τον Θέμη Καραμουρατίδη, ήλθαν στο μυαλό μου ξεχασμένες εικόνες από το μακρινό παρελθόν, αν εξαιρέσουμε το ότι το σπίτι που γεννήθηκα είναι σήμερα πολυκατοικία, τα περισσότερα σπίτια παραμένουν τα ίδια μερικές δεκάδες μέτρα μακριά από την Ομόνοια.
Το νέο τους κοινό άλμπουμ με τίτλο "Πρώτες Λέξεις" φέρνει κι αυτό συνειρμούς από το παρελθόν, τότε που κυκλοφορούσαν οι συλλεκτικοί δίσκοι με δύο ή και περισσότερους τραγουδιστές που συμμετείχαν σε άλμπουμ κάποιου από τους πολλούς τότε επώνυμους συνθέτες της εποχής.
Η πρόσκληση για την συνέντευξη με τους συντελεστές του άλμπουμ ήταν για μένα κάτι ιδιαίτερα ευχάριστο γιατί μου έδινε την ευκαιρία να συνομιλήσω με άτομα που εκτιμώ ιδιαίτερα.
Δεν θα πρωτοτυπήσω βέβαια γράφοντας ότι ο Σωκράτης είναι από τους αγαπημένους μου Έλληνες καλλιτέχνες, η Νατάσσα είναι από τις φωνές που κρατάει ζωντανό το ενδιαφέρον μου για το ελληνικό τραγούδι. Θυμάμαι σαν σήμερα όταν στο τέλος του 2005 είχαμε συμπεριλάβει στα ελληνικά άλμπουμ που είχαμε ξεχωρίσει στην εκπομπή "Από τις 4 στις 5" στην ΕΡΤ, το πρώτο της άλμπουμ.
Ο Οδυσσέας είχε προκαλέσει το ενδιαφέρον μου με τις εκπομπές του στο Μελωδία και την προσπάθεια που έκανε πάντα για το καλό Ελληνικό τραγούδι, όσο για τον Θέμη, τον γνώρισα από κοντά πέρυσι σε μία μουσική εκδήλωση στον Πειραιά όπου έπαιξε για μας μαζί με την Νατάσσα, και εντυπωσιάσθηκα από την αγάπη και τις γνώσεις του για την μουσική, όχι μόνο την Ελληνική, αλλά και την σύγχρονη Αμερικάνικη εναλλακτική ροκ σκηνή.
Το λαϊκό τραγούδι είναι το άρωμα που έχει όλο το τραγούδι από τότε που θυμόμαστε την παρουσία του ελληνισμού εδώ πέρα. Από το δημοτικό, από τα ρεμπέτικα, από την εκκλησία, από τις ψαλμωδίες, από όλα. Είναι το άρωμα που έρχεται σε εμάς με διάφορους τρόπους. Και φυσικά θα επιβιώσει το λαϊκό τραγούδι, γιατί έχει μία θαυμαστή δυνατότητα.
Θέλω πρώτα να μου πείτε, «Πρώτες λέξεις». Τι είναι ο τίτλος;
Οδυσσέας: Θα μπορούσα να σκεφτώ και να σου πω μία φοβερή θεωρία και να φτιάξω μία πολύ ωραία και ελκυστική ιστορία, αλλά δεν υπάρχει. Ψάχναμε για τίτλο αλλά νονοί δεν είμαστε εμείς. Ο Χρήστος Κορτσέλης τον βρήκε. Επιλέξαμε τον τίτλο ενός τραγουδιού που το αγαπούσαμε όλοι από τον δίσκο και που στην πορεία συνειδητοποιήσαμε - και κάποιες φορές τα πράγματα τυχαία γίνονται - ότι ήταν ένας τίτλος που νοηματοδοτούσε τον δίσκο αλλά και με την έννοια της πρώτης συνεργασίας αρκετών εξ' ημών. Με τον Σωκράτη συνεργαζόμαστε πολλά χρόνια, από το '96. Το πρώτο μας τραγούδι ήτανε το «Μισή πίστη» στο «Λαβύρινθο».
Θέλω να μου πεις τι ήταν εκείνο Σωκράτη που είχες διακρίνει; Πώς συνεργάστηκες τότε με τον Οδυσσέα; Θυμάσαι;
Σωκράτης: Τα στιχάκια που τα έψαχνε ιδιαίτερα, η λιτότητα, η μεγάλη οικονομία που είχε ο λόγος και αυτό ακριβώς που έλεγε. Αυτή η μισή πίστη εκείνη την εποχή με αντιπροσώπευε πλήρως. Αργότερα του έλεγα «τώρα η πίστη αυτή η μισή δεν μου αρκεί, τη θέλω ολόκληρη» και μου λέει «καν' την ολόκληρη!».
Οδυσσέας: Υπάρχει μία ιστορία με το Σωκράτη που, δεν το κάνει φυσικά επίτηδες, σε κάθε τραγούδι που έχουμε κάνει, σε κάθε τραγούδι, μου αλλάζει μία λέξη. Στο «Μισή Πίστη» ο στίχος ήταν «και στο χέρι για ευχή» μου το 'κανε «μια ευχή», μου έβαλε ένα γράμμα. Το ίδιο έκανε και στο «Στα είπα όλα», μου έκανε τα χώματα, χρώματα!
Οι «Πρώτες λέξεις» είναι από τα κορυφαία τραγούδια του άλμπουμ. Είναι ένα δυνατό λαϊκό τραγούδι, Θέμη. Αυτό που θαυμάζω σε σένα είναι ότι, όπως και ο Σωκράτης, πατάτε απόλυτα γερά στο ελληνικό τραγούδι, στην παράδοση, αλλά έχετε και τις επιρροές σας από τους ξένους εκλεκτούς τραγουδοποιούς. Συμφωνείς και εσύ;
Σωκράτης: Συμφωνώ. Για τον Καραμουρατίδη συμφωνώ, για τον εαυτό μας δεν μπορούμε να πούμε.
Εννοώ ότι έχεις επιρροές, έτσι δεν είναι;
Σωκράτης: Βέβαια.
Οδυσσέας: Το να πάρει κάποιος τον κώδικα του λαϊκού τραγουδιού αυτούσιο, όπως είναι, και να τον μεταφέρει στις μέρες μας αυτούσιο, από μόνο του δεν λέει κάτι. Ο Θέμης, τόσο στον δικό μας δίσκο, όσο και στης Νέγκα, σεβάστηκε τον κώδικα του λαϊκού τραγουδιού. Οι ενορχηστρώσεις του είναι τουλάχιστον ευφυείς για μένα. Παίρνει το βασικό του κώδικα, τη βασική του δομή, δεν την πειράζει, αλλά δεν την μιμείται κιόλας. Κάνει ένα λαϊκό τραγούδι όπως πρέπει να είναι σήμερα.
Έχει μέλλον το λαϊκό τραγούδι; Αυτό που αγαπήσαμε όλοι και που θέλουμε να συνεχίσει και να ακούγεται, τι λέτε;
Θέμης: Το σίγουρο είναι ότι τα λαϊκό τραγούδι μέσα μας υπάρχει ξεκάθαρα όπως υπήρχε πάντα.
Θα περάσει στους νεότερους;
Θέμης: Πιστεύω ότι αξίζει να περάσει στους νεότερους. Προσωπικά, ξεκίνησα να ασχολούμαι περισσότερο με πιο λαϊκά είδη προσπαθώντας να τα προσεγγίσω με το δικό μου τρόπο. Έχω παρατηρήσει τα τελευταία χρόνια, και με τα live μας και με τη Νατάσσα, ότι είναι πολύ ανεπτυγμένη η αγάπη για το λαϊκό τραγούδι και οποιαδήποτε στιγμή και να είναι, οποιουδήποτε προγράμματος, όταν έρχεται η στιγμή του, γίνεται αυτό το κάτι. Δεν μπορούμε όμως να το χρησιμοποιούμε πια μόνο μουσειακά. Δεν μπορούμε δηλαδή να παίρνουμε πράγματα μόνο από το παρελθόν. Θεωρώ ότι ως γενιά οφείλουμε να προσπαθήσουμε, ασχέτως αν θα το καταφέρουμε, να μεταφράσουμε και να αποκωδικοποιήσουμε το λαϊκό τραγούδι σε σχέση με τα δικά μας βιώματα, τη δική μας καθημερινότητα και τη δική μας σχέση με το άμεσο, απλό τραγούδι.
Είστε αισιόδοξοι γι' αυτό;
Θέμης: Θέλω να είμαι αισιόδοξος γιατί αλλιώς θα τα παρατήσουμε.
Οδυσσέας: Έχω απαντήσει με το σώμα μου. Με το μυαλό μου, αν με ρωτούσες όχι ως στιχουργό, αλλά ως παραγωγό ραδιοφώνου, και έβαζα κάτω τη σκέψη μου, θα σου έλεγα ότι είναι πολύ δύσκολο να επιβιώσει αυτό ο ήχος. Τα τελευταία 3 χρόνια συνειδητοποίησα -παρότι λατρεύω το λαϊκό τραγούδι, τον Άκη Πάνου και όλα αυτά - ότι όποτε έσκαγε στην πιάτσα ένα καλό λαϊκό τραγούδι, αισθανόμουν υπέροχα. Άρα το σώμα μου έχει απαντήσει. Με το μυαλό θα σου έλεγα όχι, μάλλον είναι τελειωμένο. Προφανώς δεν είναι τελειωμένο όμως.
Νατάσσα: Αν υπάρχει ένα είδος που θα διασωθεί στην ελληνική μουσική, είναι αυτό που έχει τις πιο βαθιές ρίζες. Γενικότερα θεωρώ ότι ό,τι έχει ρίζα, ακόμη και αν μεταβάλλεται μέσα στη διαδικασία των καιρών και στα trend της κάθε εποχής, είναι αυτό που κρατάει. Απλά θεωρώ ότι το λαϊκό τραγούδι σήμερα, αυτό που το ξεχωρίζει δεν είναι τόσο η φόρμα του, όσο το αίσθημα. Μπορεί να υπάρχει ένα τραγούδι με λαϊκό αίσθημα, το οποίο να έχει μία φόρμα καινούρια, μία φόρμα διαφορετική, αν όμως έχει λαϊκό αίσθημα, με το που θα σκάσει στο live, με το που θα σκάσει στο ραδιόφωνο, κατευθείαν θα σου χτυπήσει αυτή την ρίζα.
Σωκράτης: Το λαϊκό τραγούδι δεν είναι ένα τραγούδι που τραγούδησε ο Διονυσίου ή ο Καζαντζίδης. Το λαϊκό τραγούδι είναι το άρωμα που έχει όλο το τραγούδι από τότε που θυμόμαστε την παρουσία του ελληνισμού εδώ πέρα. Από το δημοτικό, από τα ρεμπέτικα, από την εκκλησία, από τις ψαλμωδίες, από όλα. Είναι το άρωμα που έρχεται σε εμάς με διάφορους τρόπους. Και φυσικά θα επιβιώσει το λαϊκό τραγούδι, γιατί έχει μία θαυμαστή δυνατότητα. Να μπορέσει να ενσωματωθεί στους καινούριους ρυθμούς και στα καινούρια δυτικά τεχνουργήματα, ας τα πούμε έτσι, τα κόλπα. Γιατί οι δυτικοί έχουν βρει θαυμάσια κόλπα, ξεκινώντας απ' τα μπλουζ, απ' το ροκ, όλα αυτά τα στοιχεία τα έχουν αναγάγει σε πολύ υψηλά επίπεδα και έτσι όλο αυτό το πράγμα εδώ μπορεί να μπολιάσει τα δικά μας λαϊκά ή η δυτική κουλτούρα να δανειστεί λαϊκά στοιχεία δικά μας και να μπορέσει να φτιάξει πράγματα.
Αυτά τα γεγονότα τα οποία συμβαίνουν τώρα, εδώ και τέσσερα – πέντε χρόνια στη χώρα μας και είχαν αρχίσει να φαίνονται από πιο πριν, έστω και σε εκείνη την εποχή της καταπληκτικής ευεξίας που είχαμε με τους Ολυμπιακούς Αγώνες το 2004, ενώ υπάρχουν μεμονωμένοι δημιουργοί που έχουν αναφερθεί σε αυτά, τι είναι εκείνο που δεν προκαλεί στιχουργούς να γράψουν τραγούδια τέτοια που θα οδηγήσουν και τον κόσμο σε μία οργή μεγαλύτερη ή να τον βοηθήσουν όπως έκαναν τα τραγούδια του Θεοδωράκη στη δικιά μου γενιά και κάποιων άλλων;
Οδυσσέας: Η δουλειά της τέχνης δεν είναι να οργίσει τον κόσμο, ο κόσμος είναι οργισμένος από μόνος του. Όταν έχουν κόψει τη σύνταξη στη μάνα μου στη μέση, είναι οργισμένη από μόνη της. Την οργή την έχει, δεν θέλει από εμένα να υπογραμμίσω την οργή της. Από μένα ζητάει κάτι άλλο, όπως και η τέχνη. Σε μία εποχή που μπορείς άνετα να γράψεις σε ένα μπλογκ ή σε μια ανάρτηση «Ο πρωθυπουργός είναι χαζός» και να μην έχεις καμία επίπτωση νομική, απ' την τέχνη δεν το χρειάζεσαι αυτό. Το τραγούδι, που θα δημιουργήσει μία συλλογικότητα, θα στεγάσει μία συλλογικότητα και ένα κοινό αίσθημα, δεν είναι καθόλου σίγουρο ότι θα είναι πολιτικό. Μπορεί να είναι και ερωτικό. Αυτά δεν τα προβλέπεις και δεν τα δημιουργείς σε ένα εργαστήρι. Την εποχή που έγραφε τα μεγάλα τραγούδια του ο Θεοδωράκης, το soundtrack της εξέγερσης του Πολυτεχνείου έγιναν δύο ριζίτικα τραγούδια με τη φωνή του Ξυλούρη, γραμμένα αιώνες πριν, από άγνωστους τύπους, μπορεί και βοσκούς. «Αγρίμια, αγριμάκια μου» και «Πότε θα κάνει ξαστεριά». Ένα από τα δύο γραμμένο για υπόθεση ζωοκλοπής.
Δεν παραγγέλνονται τα πολιτικά τραγούδια. Δεν είναι μέσα σε δοκιμαστικό σωλήνα. Και επίσης, χωρίς αυτό να θεωρηθεί ελιτίστικο, όταν κάποιος αποφασίζει να μιλήσει για την εποχή του με τον κώδικα της τέχνης, θα πρέπει να είναι έτοιμος να κριθεί με βάση την καλλιτεχνική του επάρκεια. Η ιδεολογία του και η οργή του από μόνη της δεν είναι ικανές να δημιουργήσουν ένα καλό τραγούδι. Αν έχεις πολύ καλή ιδεολογία, πολύ υγιή και ωμό θυμό και ως καλλιτεχνικό δημιούργημα αυτό που κάνεις είναι κακό, δεν υπάρχει ούτε ιδεολογία, ούτε τίποτα. Υπάρχει ένα κακό τραγούδι. Η ερώτηση είναι «σε κάθε εποχή, υπάρχουν καλά τραγούδια;».
Υπάρχουν τέτοια τραγούδια, τα οποία θα μπορούσαν να εκφράσουν τη γενιά τη σημερινή που είναι τώρα στους δρόμους, στα Πανεπιστήμια βλέπουμε τι γίνεται. Υπάρχει τέτοιο τραγούδι για να το έχουν σαν σημαία τους;
Νατάσσα: Υπάρχει τόση πολύ μαζική οργανωμένη πολιτική σκέψη για να μπορεί να υπάρχει και ένα τραγούδι το οποίο θα εκφράζει όλη αυτή τη μάζα; Ζούμε σε μία εποχή απόλυτης διάχυσης. Επίσης το τι είναι πολιτικό τραγούδι και τι εκφράζει ένα μεγάλο ποσοστό των ανθρώπων, δεν είναι απαραίτητα ένα μαζικό τραγούδι. Δηλαδή για εμάς ας πούμε, ένα τραγούδι που είναι πολύ χαρακτηριστικό μας για παράδειγμα είναι το «Εν λευκώ». Το οποίο είναι ένα τραγούδι που έχει μία πολιτική χροιά, μέσα όμως από το πρόσωπο. Μέσα από τη μονάδα. Όταν πήγαινα στα live του Σωκράτη, σκεφτόμουν ότι πάω να δω ένα live που έχει μία πολιτική χροιά. Όχι με την έννοια τη στενή, αλλά με την έννοια την πλατιά και αυτό που είναι πολιτική. Χωρίς όμως να μου λέει τσιτάτα ή να μου κάνει προπαγάνδα. Καλλιεργώντας όμως μέσα απ' τα τραγούδια τον εαυτό μου και μέσα από τον τρόπο που αυτός ο άνθρωπος βλέπει τον κόσμο, ουσιαστικά υιοθετώ μία πολιτική στάση. Άρα, υπάρχει πολιτικό τραγούδι, το οποίο απευθύνεται σε όλους. Αλλά απευθύνεται σε όλους, πρώτα όμως στον καθένα ξεχωριστά.
Θέμης: Ό,τι μπορεί να σου δώσει τροφή για σκέψη είναι δηλαδή.
Μήπως τα μέσα μαζική ενημέρωσης δεν αφήνουν να γεννηθεί ένα τέτοιο τραγούδι; Πριν τα τραγούδια αυτά τα ανακαλύπταμε μόνοι μας, γεννιόντουσαν μέσα από τον κόσμο. Η μουσική που προβάλλεται μήπως είναι μία μουσική η οποία κοιμίζει ένα μεγάλο μέρος της νεολαίας;
Νατάσσα: Όλη η νεολαία δεν είναι πια στην τηλεόραση, είναι μέσα στο ίντερνετ. Και το πώς διαχειρίζεται η κάθε νεολαία την οργή της, το θυμό της και πού στρέφεται κάθε φορά, αυτό πια είναι ελεύθερο. Μπορεί να βρει στο facebook τα τραγούδια του Σωκράτη, μπορεί να βρει αν θέλει τα τραγούδια του Μίκη. Το ότι δεν τα βρίσκει είναι άλλο πράγμα, πιο βαθύ, το οποίο φυσικά και έχει αντίκτυπο στην τέχνη και στο ότι δεν υπάρχουν τραγούδια που θα μπορέσουν να εμπνεύσουν μια ολόκληρη γενιά, γιατί δεν υπάρχει και μία γενιά με συγκροτημένη σκέψη, πολιτική, ώστε να μπορέσει να εμπνευστεί από ένα τέτοιο τραγούδι. Γιατί, να μην ξεχνάμε, ο κόσμος γράφει τα τραγούδια. Άρα κάτι συμβαίνει με τον κόσμο.
Οδυσσέας: Τα δικά του υλικά παίρνεις και του τα επιστρέφεις.
Θέμης: Και επίσης πια υπάρχει ένας καταιγισμός πληροφορίας με τέτοια ταχύτητα, που το τραγούδι-λάβαρο, για να γίνει αυτό που λέμε το τραγούδι που θα ριζώσει, ίσως να μην έχει και τον απαραίτητο χρόνο για να γίνει. Καταρχάς, έχει αλλάξει ο τρόπος που ακούνε οι άνθρωποι μουσική. Ανοίγεις το YouTube και ακούς 30 τραγούδια μέσα σε 10 λεπτά. Κάποτε περίμενες κάποιες βδομάδες μέχρι να βγει ο δίσκος, να τον πάρεις, να τον ακούσεις, να τον μελετήσεις. Έχει αλλάξει η σχέση μας με την πληροφορία της μουσικής. Οπότε όταν όλα είναι σε τέτοιους ρυθμούς και τέτοιες ταχύτητες, πρέπει να έχεις διάθεση να σταθείς πάνω από κάτι και να εισπράξεις αυτό που είναι να εισπράξεις ή όχι. Όταν ήμουν μικρός, ο μπαμπάς μου, μου έβαλε να ακούσω τον «Λαβύρινθο». Θυμάμαι δεν μου είχε αρέσει καθόλου. Μετά από πέντε – έξι ακροάσεις, έγινε ο αγαπημένος μου δίσκος. Σήμερα πια δεν έχει κάποιος την πολυτέλεια να κάνει έξι ακροάσεις ενός δίσκου ή ενός τραγουδιού.
Αυτό μας οδηγεί και σε κάτι άλλο νομίζω, στην κατάργηση του άλμπουμ.
Θέμης: Αυτό που μου έκανε τρομερή εντύπωση στα social media, είναι ότι ο δίσκος μας με το που ανέβηκε στο i-tunes, είχες τη δυνατότητα να ακούσεις κάποια τραγούδια για 20 δευτερόλεπτα. Μετά από λίγη ώρα πρόσεξα ότι ένας τύπος ήδη είχε ανεβάσει στο facebook την κριτική του για τον δίσκο, ακούγοντας τα 20 δευτερόλεπτα από το κάθε τραγούδι και έλεγε «αυτό είναι εμπνευσμένο, αυτό είναι ανέμπνευστο». Σκέφτηκα ότι έχουμε φτάσει σε αυτή τη στιγμή που ο άλλος θεωρεί ότι μπορεί να εκφράσει γνώμη.
Το ίδιο ακριβώς συμβαίνει και έξω. Το διαδίκτυο από τη μία είναι μια πραγματική επανάσταση αλλά απ' την άλλη νομίζω ότι προβάλλει πλέον μόνο την εμπορική μουσική, σύμφωνα με τις πωλήσεις και τα επίσημα downloads. Δίνει την ευκαιρία σε πολλούς μουσικούς να βγάλουν δίσκους χωρίς εταιρίες αλλά δεν ανακαλύπτονται. Ανακαλύπτονται από μικρές ομάδες. Δεν θα βγει ποτέ π.χ. ένας νέος Bruce Springsteen.
Νατάσσα: Υπάρχουν όμως σπουδαίες περιπτώσεις που κατάφεραν να περάσουν αυτή την κλωστή. Όπως οι Black Keys ή η Adele.
Και κάποιοι εδώ, στο ελληνικό τραγούδι. Εσύ ας πούμε δεν είσαι της γενιάς που μπόρεσες να γίνεις πριν, ήσουν ακριβώς στη στιγμή που γενικευόταν αυτό το φαινόμενο.
Νατάσσα: Εμείς πιάσαμε λίγο από το παλιό, πολύ λίγο, έτσι στη δύση του, αλλά εμείς δουλέψαμε πάρα πολύ και έχουμε μία χώρα που μπορούμε να πάμε σε κάθε πόλη μέσα σε ένα χρόνο από μία φορά. Δηλαδή είναι τέτοια η έκταση και τέτοια η αγορά, - είναι μικρή - που μπορεί να το δουλέψεις και να πηγαίνεις από live σε live. Γιατί όταν ξεκινήσαμε είχαμε 30 άτομα, δεν ξεκινήσαμε να έχουμε 100 ή 300 ή 500, ξεκινήσαμε με τους 30. Είχαμε αυτή την ευκαιρία. Στο εξωτερικό αυτό, για να κάνει το πέρασμά του, πρέπει να είναι σπουδαίο, για να μπορέσει να ξεχωρίσει. Αλλά υπάρχουν περιπτώσεις.
Ο Σωκράτης πιστεύω που ξεκίνησε σε μια διαφορετική εποχή, κατάφερε να περάσει με επιτυχία και στην εποχή του διαδικτύου. Η άποψη μου είναι ότι εκτός από τα καταπληκτικά τραγούδια του, μεγάλο ρόλο έπαιξαν και η σκηνική του παρουσία. Θα ήθελα να μου πεις, Σωκράτη, αν βλέπεις διαφοροποιήσεις στο κοινό που έρχεται κυρίως στις συναυλίες σου και που ίσως σε ανακαλύπτει από τα νέα μέσα μαζικής ενημέρωσης.
Σωκράτης: Αυτό δεν το ξέρω η αλήθεια είναι. Πάντα έτσι ήταν, το ίδιο έβλεπα από κάτω. Έρχονται πιο νέοι άνθρωποι τελευταία, αλλά ταυτόχρονα υπάρχει και μία υποχώρηση. Δηλαδή δεν είμαστε πάντα σε μία ακμή, όπως ήμασταν τα τελευταία 10-15 χρόνια. Τώρα είμαστε μία γενιά εμείς, οι οποίοι αποχωρούμε σχετικά και εμφανίζονται αυτοί εδώ, αυτές οι γενιές. Εκ των πραγμάτων, οι παλιότερες γενιές μπαίνουν ελαφρώς στην άκρη για να εμφανιστούν άλλες. Οι νέοι χρειάζονται δικά τους πρόσωπα, πρόσωπα κοντινά με αυτούς. Δηλαδή, ο γιος μου τώρα που είναι 14 χρονών, η κόρη μου 16-17, θέλουν κάποιους που να είναι κοντά στα 20 και 30, όχι κάποιους που να είναι 50 χρονών.
Το ζήτημα είναι ο καλλιτέχνης να μπορεί καθώς μεγαλώνει, με την καλή δουλειά που κάνει να κρατάει ένα μεγάλο μέρος από τους οπαδούς του, αλλά και να κερδίζει σιγά – σιγά και καινούριους.
Σωκράτης: Δεν ξέρω αν μπορεί να το κάνει αυτό συνειδητά. Ο λεγόμενος «καλλιτέχνης», ο τραγουδοποιός μπορεί να κάνει το εξής: να είναι προσηλωμένος απάνω στον αποκλειστικό του έρωτα, που είναι το τραγούδι, η μουσική. Μόνον αυτό. Να ταΐζει, να βρίσκει τρόπο να ανανεώνει τον έρωτά του. Άρα χρειάζεται ένα βαθμό ευφυίας και οξυδέρκειας ακόμα πιο υψηλό, για να μπορέσεις να κρατήσεις το ενδιαφέρον σου με αυτό το αντικείμενο, που δεν σε έχει προδώσει μέχρι στιγμής, ούτε κι εσύ, για να έχεις μία αγαπημένη σχέση.
Είναι και το άλλο που μ' αρέσει και σε σένα, και στον Παπακωνσταντίνου και στον Αγγελάκα, κάνατε καριέρα χωρίς να σας βοηθήσει το κύκλωμα. Μόνοι σας. Σας θαυμάζω επειδή έρχεστε από την επαρχία. Προχωρημένα πράγματα έρχονται εκτός Αθηνών. Ένα από τα μεγάλα δράματα στη ζωή μου είναι που έκλεισε η ΕΡΤ και σταμάτησε η εκπομπή μου εκεί. Επί 38 χρόνια με άκουγε όλη η Ελλάδα και είχα καταλάβει ότι το κοινό το εκτός Αθηνών είναι ίσως το καλύτερο κοινό που υπάρχει.
Σωκράτης: Δεν τα καταφέραμε. Δεν κάναμε καμία προσπάθεια. Αυτή ήταν η φυσική ροή και κλίση των χαρακτήρων. Μιλάω για τον εαυτό μου, για τον Θανάση που γνωρίζω καλά και για τον Γιάννη όπως λες. Είμαστε άνθρωποι που δεν μπορούσαμε να μπούμε μέσα στα κέντρα των πραγμάτων και να λειτουργήσουμε μέσα από αυτό. Θέλαμε να είμαστε εκεί που χρειαζόταν να είμαστε, στα φυσικά μας περιβάλλοντα και να φτιάχνουμε τα πράγματα που θέλουμε. Αυτό το αποδέχτηκε ο κόσμος έτσι. Δεν ζήτησε κάτι άλλο από εμάς. Μας έδωσε τη δυνατότητα και την πολυτέλεια, γιατί είναι μια πολυτέλεια να μπορείς να ζεις εκτός των αστικών κέντρων και ταυτόχρονα να βιοπορίζεσαι από την εργασία την οποία έχεις επιλέξει. Να μπορείς να ζήσεις την οικογένειά σου, τα παιδιά σου, τον εαυτό σου. Εσύ να διοικείς τις ώρες σου, τα βήματά σου και οι άνθρωποι να σε αποδέχονται έτσι ακριβώς.
Νατάσσα: Ίσως αυτό τους δίνει και αυτό το παραγωγικό αποτέλεσμα που έχουν. Και οι τρεις που ανέφερες έχουν μια διαφορά με τους υπόλοιπους της γενιάς τους. Ακόμα υπάρχει σπίθα μέσα στο ταλέντο τους και στην καλλιτεχνικότητά τους. Αυτό είναι πολύ σημαντικό επειδή δεν σε αλλοτριώνει. Η πόλη σε αλλοτριώνει, ξεκάθαρα. Σε χαλάει επειδή ο ρυθμός της σου ρουφάει ότι σου περισσεύει. Και είναι αλήθεια αυτό. Και για μένα που είμαι παιδί της πόλης και γεννήθηκα εδώ, θα ήταν τέλειο να μπορούσα να κλείσω τον υπολογιστή, να μην έχω καμία σχέση με αυτό το πράγμα που γίνεται μέσα στον υπολογιστή και να μπορούσα να σηκωθώ και να έρθει και η παρέα μου μαζί επειδή δεν μπορώ να ζήσω χωρίς αυτούς, και η οικογένειά μου, και να ζήσουμε εκτός.
Θέμη τη Νατάσσα που την γνώρισες;
Θέμης: Τη Νατάσσα τη γνώρισα στην ακρόαση της «Μικρής Άρκτου».
Νατάσσα: Ο Θέμης έχει ένα τρομερό ταλέντο σε σχέση με πάρα πολλούς ανθρώπους. Ξεκίνησε σαν συνθέτης και δούλεψε πάρα πολύ σε αυτό, δηλαδή παρουσιάζει τη δουλειά του ακριβώς όπως θέλει να την παρουσιάσει. Έρχεται και σου λέει «θέλω να κάνω αυτό». Και αυτό το έχει από τότε που ήτανε 22 χρονών, που τον γνώρισα εγώ. Τα τραγούδια που έγραφε, τα ενορχήστρωνε, όπως ήθελε να γίνουν. Ήξερε πού θα πάνε, σε ποια ραδιόφωνα θα παίξουν. Είναι πολύ μεγάλος παραγωγός. Και εγώ του χρωστάω και πάρα πολλά γιατί μου άνοιξε τα μάτια.
Και τέλος λίγα λόγια το εξώφυλλο του δίσκου;
Οδυσσέας: Η Έφη Βεργίδη το έφτιαξε. Μια πολύ καλή μας φίλη και εξαιρετική ζωγράφος. Θέλαμε όσοι συμμετάσχουν, από τα βαφτίσια του δίσκου μέχρι το εξώφυλλο, να είναι άνθρωποι που θα πίναμε ένα καφέ μαζί τους και θα περνάγαμε πάρα πολύ καλά. Να είναι δικοί μας άνθρωποι. Οι «Πρώτες Λέξεις» δηλαδή είναι οι δικοί μας άνθρωποι.
Νατάσσα: Και μας ταιριάζει νομίζω.
Επιμέλεια συνέντευξης: Mαρία Παππά/ LIFO
σχόλια