Βιασμός, σεξουαλική κακοποίηση, εσωτερικές διενέξεις, μυστικά, οικονομικές ατασθαλίες: όλα τα είχε το σκάνδαλο που ξέσπασε με φόντο το Νόμπελ Λογοτεχνίας όταν το Νοέμβριο του 2017 η σουηδική εφημερίδα Dagens Nyheter αποκάλυψε τις καταγγελίες δεκαοχτώ γυναικών εναντίον του 71χρονου Γαλλο-Σουηδού φωτογράφου Ζαν-Κλοντ Αρνό.
Ο Αρνό δεν ήταν μόνο σύζυγος της Καταρίνα Φρόστενσον, μέλους της Σουηδικής Ακαδημίας που είναι υπεύθυνη για το Νόμπελ Λογοτεχνίας, αλλά, όπως ο ίδιος κόμπαζε, το «19ο μέλος της επιτροπής».
Εκτός από μια σωρεία σεξουαλικών κακουργημάτων σε διάστημα είκοσι ετών, κάποια από τα οποία έλαβαν χώρα σε χώρους ιδιοκτησίας της Ακαδημίας, ο Αρνό κατηγορήθηκε και για άλλες παράνομες δραστηριότητες, όπως η διαρροή των ονομάτων των βασικών υποψηφίων, τα οποία γίνονται κάθε χρόνο αντικείμενο έντονης στοιχηματικής δραστηριότητας.
Τον περασμένο Οκτώβριο που καταδικάστηκε ο Αρνό σε δύο χρόνια φυλάκιση, επτά από τα δεκαοχτώ μέλη της Ακαδημίας είχαν ήδη παραιτηθεί ενώ είχε αποφασιστεί ότι δεν θα απονεμηθεί βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας για το 2018.
Το ίδιο το Ίδρυμα Νόμπελ μάλιστα, κατηγόρησε ανοιχτά πριν λίγο καιρό την Ακαδημία ότι «έχει καλλιεργήσει μια ερμητική κουλτούρα όσον αφορά στα βραβεία».
Στο διάστημα που μεσολάβησε μέχρι σήμερα, κακήν κακώς η επιτροπή της Ακαδημίας ξαναμάζεψε τα κομμάτια της, ενώ το Ίδρυμα Νόμπελ είχε ανακοινώσει ότι το 2019 θα απονεμηθούν δύο βραβεία για να καλυφθεί το περσινό κενό.
Σύμφωνα με ακόμα πιο πρόσφατη ανακοίνωση (την εβδομάδα που μας πέρασε), το Ίδρυμα δήλωσε επίσης ότι, αναγνωρίζοντας τα ζητήματα που προέκυψαν από το σκάνδαλο Αρνό, διόρισε πέντε εξωτερικά μέλη της Ακαδημίας για να βοηθήσουν στην επιλογή των υποψηφίων, σημειώνοντας παράλληλα ότι θα απομακρυνθεί άμεσα όποιο μέλος βρεθεί υπόλογο για δραστηριότητα που μπορεί να εκθέσει το κύρος του θεσμού.
Γνωρίζουμε ότι η Ακαδημία εξετάζει γύρω στις 200 υποψηφιότητες τον Φεβρουάριο, κατόπιν ανακοινώνει μια λίστα τον Μάιο και μια τελική λίστα πέντε υποψηφίων το καλοκαίρι, αλλά δεν έχουμε ιδέα πώς ακριβώς επιλέγεται ο νικητής, αφού τα πρακτικά είναι σφραγισμένα και μπορούν να αποκαλυφτούν μετά από 50 χρόνια.
Το ίδιο το Ίδρυμα Νόμπελ μάλιστα, κατηγόρησε ανοιχτά πριν λίγο καιρό την Ακαδημία ότι «έχει καλλιεργήσει μια ερμητική κουλτούρα όσον αφορά στα βραβεία».
Μήπως τελικά έχει φτάσει η ώρα να λάβει τέλος ο θεσμός του βραβείου Νόμπελ Λογοτεχνίας; Ή έστω να αναλογιστούμε, μετά από 124 χρόνια, ποια είναι πλέον η συνεισφορά του στο πολιτιστικό σύμπαν;
Το αμφιλεγόμενο (πλέον) Νόμπελ Λογοτεχνίας
Αντίθετα από τα υπόλοιπα βραβεία, το Νόμπελ Λογοτεχνίας μοιάζει συχνά να υπάρχει μόνο προς διαιώνιση της ίδιας του της – αμφιλεγόμενης - υπόστασης.
Το κλειστό κύκλωμα που το αναδεικνύει αντιπροσωπεύει ό,τι πιο αρνητικό ισχύει για τον εκδοτικό χώρο: ένα κλειστό κύκλωμα αποφασίζει τι συνιστά μεγάλη λογοτεχνία.
Η επιτροπή έχει τη δύναμη να διαμορφώνει το φιλολογικό τοπίο, κρατά όμως τις επιλογές της μυστικές, γεγονός που αιτιολογεί υπαινιγμούς για μεροληψία και διακρίσεις.
Υπάρχουν και κάποιες φορές επίσης, όπως το 2016 που πήρε το βραβείο ο Μπομπ Ντύλαν, που μοιάζει σαν να έχουν να κάνουν οι αποφάσεις τους λιγότερο με την προώθηση της λογοτεχνίας και περισσότερο με την αναζήτηση μιας αμφιλεγόμενης δημοσιότητας.
Μόνο 14 από τα 100 βραβεία που έχουν απονεμηθεί πήγαν σε γυναίκες, ελάχιστα σε μη λευκούς, ενώ τα «αγγλόφωνα» Νόμπελ Λογοτεχνίας είναι διπλάσια από τα αντίστοιχα της επόμενης πιο βραβευμένης γλώσσας, της γαλλικής.
Μόνο 14 από τα 100 βραβεία που έχουν απονεμηθεί πήγαν σε γυναίκες, ελάχιστα σε μη λευκούς, ενώ τα «αγγλόφωνα» Νόμπελ Λογοτεχνίας είναι διπλάσια από τα αντίστοιχα της επόμενης πιο βραβευμένης γλώσσας, της γαλλικής.
Το Νόμπελ Λογοτεχνίας πρέπει να γίνει πιο διάφανο ως διαδικασία και πιο ανοιχτό στις επιλογές του, αλλιώς σύντομα δεν θα έχει κανένα λόγο ύπαρξης.
Κι αυτό θα προκαλέσει ζημιά στους σημαντικούς λογοτέχνες, διότι παρόλο που το χρηματικό έπαθλο που αποδίδεται στον νικητή δεν είναι διόλου ευκαταφρόνητο (ποικίλει ανάλογα με τη χρονιά – το 2017, ο Κάζουο Ισιγκούρο έλαβε 9 εκατομμύρια κορώνες, δηλαδή 968.805 δολάρια με την τότε αναλογία), το γενικό πρεστίζ προέρχεται από τον τίτλο του «κατόχου Νόμπελ», η αξία του οποίου αυξάνεται ή μειώνεται ανάλογα με το κύρος της Ακαδημίας.
Το σκάνδαλο Αρνό αποκάλυψε όλη τη νοσηρότητα που υφέρπει σε τέτοιους οργανισμούς: τις μικροπρέπειες, την πομπώδη αυταρέσκεια, την κατάχρηση της επιρροής που απολαμβάνουν τα επίτιμα μέλη, την ταύτιση κύρους και μυστικοπάθειας.
Η Ακαδημία δεν χρειάζεται να δημοσιοποιεί τα πρακτικά όλων των συσκέψεων, αλλά θα έπρεπε να είναι πιο διαφανής όσον αφορά στα κριτήρια επιλογής των υποψηφίων και να τα μοιράζεται με το κοινό επιτρέποντάς του να συμμετέχει στη δημιουργία και στην επιβράβευση των λογοτεχνικών ηρώων του.
Με στοιχεία από το Electric Literature
σχόλια