Ο έκπτωτος πρόεδρος της Τυνησίας Ζιν Ελ-Αμπιντίν Μπεν Άλι πέθανε σήμερα εξόριστος στη Σαουδική Αραβία, μερικές ημέρες μετά τη διεξαγωγή προεδρικών εκλογών στην πατρίδα του, δήλωσε ο δικηγόρος της οικογένειας.
«Ο Μπεν Άλι μόλις πέθανε στη Σαουδική Αραβία», δήλωσε ο δικηγόρος, ο Μουνίρ Μπεν Σάλα, τηλεφωνικώς στο πρακτορείο ειδήσεων Reuters. Ο Μπελ Άλι διέφυγε από την Τυνησία τον Ιανουάριο του 2011 όταν οι συμπατριώτες του εξεγέρθηκαν κατά της καταπιεστικής διακυβέρνησής του σε μια επανάσταση που ενέπνευσε άλλες εξεγέρσεις της Αραβικής Άνοιξης στο εξωτερικό και οδήγησε σε μια δημοκρατική μετάβαση στο εσωτερικό.
Την περασμένη εβδομάδα ο Μπεν Σάλα είχε δηλώσει ότι η κατάσταση του πρώην προέδρου ήταν «κρίσιμη αλλά σταθερή», διαψεύδοντας τις φήμες για τον θάνατό του. Τότε, ο πρωθυπουργός της Τυνησίας Γιούσεφ Σάχεντ διαβεβαίωσε ότι ήταν έτοιμος να δώσει το πράσινο φως για να επιστρέψει στην πατρίδα του ο Μπεν Άλι για ανθρωπιστικούς λόγους. «Αν θέλει να επιστρέψει για να ενταφιαστεί εδώ, δίνω την έγκρισή μου», είπε σε συνέντευξη που παραχώρησε στο κανάλι Hannibal TV.
Ο Μπεν Άλι ανήλθε στην εξουσία στις 7 Νοεμβρίου 1987, με «ιατρικό πραξικόπημα» εναντίον του πατέρα της τυνησιακής ανεξαρτησίας, του Χαμπίμπ Μπουργκίμπα, που είχε αυτοανακηρυχθεί ισόβιος πρόεδρος. «Έπρεπε να αποκαταστήσω το κράτος δικαίου (...) Ο πρόεδρος ήταν άρρωστος και ο περίγυρός του ολέθριος», είχε δηλώσει σε συνέντευξή του στη γαλλική τηλεόραση το 1988.
Ο Μπεν Άλι, που προηγουμένως είχε υπάρξει στρατηγός, επικεφαλής της εθνικής ασφάλειας, υπουργός Εσωτερικών και την εποχή του πραξικοπήματος ήταν πρωθυπουργός, επέβαλε πολύ γρήγορα το δικό του καταπιεστικό καθεστώς. Τα επόμενα χρόνια, ο δικός του περίγυρος κατηγορήθηκε για διαφθορά και νεποτισμό. Στηρίχθηκε στον μηχανισμό της αστυνομίας για να καταπνίξει κάθε αντιπολίτευση, κυρίως εκ μέρους των ισλαμιστών, και για να φιμώσει τον Τύπο και τα συνδικάτα. Ο ίδιος υπερηφανευόταν ότι βελτίωσε το βιοτικό επίπεδο των συμπατριωτών του και μετέτρεψε την Τυνησία «σε μια σύγχρονη χώρα, παράδειγμα για πολλά σύγχρονα φιλικά έθνη».
Παράλληλα, έχαιρε της υποστήριξης μεγάλου μέρους της διεθνούς κοινότητας, καθώς θεωρείτο «ανάχωμα» απέναντι στους ισλαμιστές και επειδή συνέχισε την πολιτική χειραφέτησης των γυναικών που είχε ξεκινήσει ο Μπουργκίμπα. Στις φωνές εκείνες που κατήγγειλαν την καταπάτηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στη χώρα, οι υποστηρικτές του αντέτειναν το «θαύμα» που είχε πετύχει. Το 2003 για παράδειγμα, ο τότε πρόεδρος της Γαλλάις Ζαν Σιράκ, συνόψισε αυτήν την αντίληψη ως εξής: «Το πρώτο από τα ανθρώπινα δικαιώματα είναι να έχεις να φας, να έχεις ιατρική περίθαλψη, εκπαίδευση και κατοικία. Από αυτήν την άποψη, πρέπει να αναγνωρίσουμε ότι η Τυνησία είναι πιο προηγμένη από άλλες χώρες».
Όμως αυτή η ειδυλλιακή εικόνα παρουσίαζε ρωγμές. Η ανεργία, η φτώχεια, η διαφθορά και η περιθωριοποίηση ολόκληρων περιοχών κορυφώθηκαν στις 17 Δεκεμβρίου 2010: την ημέρα εκείνη, ένας νεαρός πτυχιούχος, πλανόδιος πωλητής φρούτων και λαχανικών, ο Μοχάμεντ Μπουαζίζι, αυτοπυρπολήθηκε σε ένδειξη διαμαρτυρίας. Ήταν η σπίθα που πυροδότησε την εξέγερση.
Μετά από έναν μήνα διαδηλώσεων και περίπου 300 νεκρούς, το καθεστώς κατέρρευσε. Ο Μπεν Άλι, η σύζυγός του και ένας από τους γιους του διέφυγαν στη Σαουδική Αραβία. Από τη ζωή του στην εξορία δεν διέρρευσε στον Τύπο σχεδόν τίποτα. Μόνο μερικές φωτογραφίες που είχε αναρτήσει στο Instagram η κόρη του, Νεσρίν.
Εκλογές στην Τυνησία
Την Κυριακή, οι Τυνήσιοι έλαβαν μέρος σε μια ψηφοφορία με υποψηφίους από όλο το πολιτικό φάσμα στέλνοντας δύο πολιτικά αουτσάιντερ στον δεύτερο γύρο, κάτι που θα ήταν αδιανόητο την εποχή της κυριαρχίας του Μπεν Άλι. Ωστόσο, αν και απολαμβάνουν μια πολύ πιο ομαλή πορεία προς τη δημοκρατία από τους πολίτες άλλων αραβικών χωρών που εξεγέρθηκαν επίσης το 2011, πολλοί είναι σε χειρότερη οικονομική κατάσταση απ΄ό,τι ήταν υπό τον Μπεν Άλι.
Αν και όλοι οι υποψήφιοι στις εκλογές της Κυριακής είναι μαχητικοί υποστηρικτές της επανάστασης, ένας από αυτούς, ο Αμπίρ Μούσι, έκανε την προεκλογική εκστρατεία του ως υποστηρικτής της έκπτωτης κυβέρνησης του Μπεν Άλι, συγκεντρώνοντας το 4% των ψήφων.
Με πληροφορίες από ΑΠΕ-ΜΠΕ/Reuters
σχόλια