Όποιοςπηγαίνει στην αγορά κάτι του λείπει.Δεν μιλάμε για δόντια, δάχτυλα, πόδια,μάτια (Θεός φυλάξοι) ή άλλα απαραίτηταπράγματα, παρά για την ίδια την έλλειψηπου κάνει μυστήρια πλαναρίσματα μέσαστη φαντασία του πελάτη. Για να θέλειςνα αποκτήσεις κάτι -έχεις δεν έχειςλεπτά- σημαίνει ότι κάτι μέσα σουκροταλίζει απειλητικά. Σε καταγγέλλειως ενδεή, σε χωρίζει από τον εαυτό σου,κάνει λογαριασμούς και σχέδια ερήμηνσου, αναπολεί το έχειν σου και το βγάζειελλειμματικό. Γενικά την έλλειψη δεντην προσέχουμε· προσηλωνόμαστε στοπράγμα που μας δελεάζει και όχι στηνπρότερη διάθεση. Νιώθουμε ότι το ίδιοτο εγώ μάς συλλαμβάνει επ' αυτοφώρω ναείμαστε λιγότεροι και κατώτεροι τουαναμενομένου, ανεξεταστέοι και επιλαχόντεςμιας πληρότητας που ενίοτε ισοδυναμείμε άδεια κυκλοφορίας.
Ποιανού;Κατά κύριο λόγο του σώματος. Αγοράασωμάτων ψυχών δεν υφίσταται διότιόποιος γλιτώνει από τα μάτια -τα δικάτου και των άλλων, το ίδιο κάνει-απαλλάσσεται αυτομάτως και από τοεμπόρευμα. Περιέργως, ενώ μόνο ο οφθαλμόςπαραμένει γυμνός, αυτός είναι πουεκστρατεύει πάντα στα καταστήματα. Ηκοιλιά, όπως λέει η παράδοση, βρίσκειτρόπο να χορτάσει· το μάτι δενχορταίνει ποτέ. Άρα θέλει να φάει ό,τιβλέπει. Κυρίως να σαγηνευτεί και νααφηγηθεί στον εαυτό του μεγαλεία.
Οιβιτρίνες το γνωρίζουν αυτό και κάνουντα πάντα για να γίνουν αφηγηματικές.Ήταν μεγάλο εφεύρημα για τους εμπόρουςνα εκθέτουν τα ενδύματα ντύνονταςπλαστικές κούκλες· το μανεκέν(ανθρώπινο ξόανο γαλλιστί, απ' όπου καιη καθιέρωση της λέξης στις πασαρέλες)είναι πλασματικό αντίγραφο του πελάτη.Του λέει μια ιστορία προτού καν ο ίδιοςσακουλευτεί τη γλυκιά παγίδα, τον ντύνειεκ του μακρόθεν, τον παραμυθιάζει μεδέλεαρ ένα παλτό, σακάκι, παντελόνι·τα μάγια και τα ρούχα δεν παίζουν πρώτουςρόλους. Ο βασικός καμβάς είναι η έλλειψη,η λιμάρικη φαντασία, η ασφυξία τουπαρελθόντος· άπαξ και αυτό το στάδιοξεπεραστεί, οι κούκλες -ψυχρές αλλάυπερδραστήριες, χωρίς μάτια αλλά μεαεικίνητα χέρια- βγαίνουν στο δρόμο, σεντύνουν και σε γδύνουν, σου επιτρέπουνχαιρετούρες με την τύχη σου.
Μπροστάστον καθρέφτη, η φράση-κλειδί (Μουπάει;) ισοδυναμεί ακαριαία με ταξίδι.Οι θρησκείες εμπόδισαν και εμποδίζουνακόμα προς Ανατολάς τη μόδα να παρέχειαπλόχερους λαχνούς στον κοσμάκη. Ηομοιόμορφη ένδυση δεν είναι ερωτική.Κυρίως δεν μπορεί να χαρίσει στον καθέναιδιωτική ιστορία. Από τη στιγμή όμωςπου το εξωτερικό του ανθρώπου απελευθερώθηκεκαι παντρεύτηκε την αυθαιρεσία, οιέμποροι έγιναν ανθρωπογνώστες. Με τονέο ρούχο γίνεσαι άλλος άνθρωπος.Ξεκορμίζεις και επανέρχεσαι στο παλιόσώμα διαφορετικός.
Ωστόσοδεν μιλάμε για γυμνούς που βρήκαν ένασκουτί να ρίξουν πάνω τους, ούτε γιαφτωχαδάκια που αίφνης έπιασαν την καλή.Οι ιστορικοί της Ερμού (Στρατηγείου,Κοντόσης, Μολοκότος, Αλεξανδράκης,Ζάρας, Φωκάς) θα μπορούσαν να μας αναλύσουνγιατί και πώς η αγορά έχει τη δύναμη νακάνει τους πάντες -ακόμα και τις μεγάλεςγκαρνταρόμπες- να νιώθουν ρακένδυτοι.Το μυστικό δεν είναι τι έχεις, αλλά τισου λείπει. Πάντα το ελλείπον έχεισυμπεριφορά μείζονος, σε στοιχειώνειόπου κι αν βρεθείς, σου γνέφει απ' όλεςτις μεριές.
Ηαγοραπωλησία κατά συνέπεια αξίζει ναπεριγραφεί. Η είσοδος στο κατάστημαεπέχει θέση μοιραίας συνάντησης. Κάτιδικό σου, αποκλειστικά δικό σου, βρίσκεταισε ξένα χέρια. Άρα πρέπει να εξαγοραστεί.Τα λύτρα, σε κάθε παρόμοια περίπτωση,δεν λογαριάζονται. Το σημαντικό είναινα απελευθερωθεί η πτυχή του εαυτού μαςπου κρύβεται μέσα στο ρούχο. Άρα «την»αρπάζουμε από τους φύλακες. Ποτέ δεναγοράζουμε· υφαρπάζουμε το χρυσόμαλλοδέρας που κακοτύχησε.
Ανεδώ περατωνόταν η λαχτάρα της απόκτησης,η αγορά δεν θα διέθετε τίποτα τομυστηριώδες. Ήρθες, πήρες, έφυγες. Πούείναι το πρόβλημα; Στο έφυγες ασφαλώς.Μην υποτιμούμε τους ανθρώπους, είναιπάντα πιο περίπλοκοι απ' ό,τι κι οιίδιοι νομίζουν. Διότι πώς να εξηγηθείτο αίσθημα της ορφανεμένης ικανοποίησηςπου νιώθει ο αγοραστής; Μέσα στα βασιλικάδώματα του καταστήματος μπορεί ναξεχώρισε το προνομιούχο κομμάτι, αλλάολόγυρα άστραψαν σειρές ολόκληρες απόυποψήφια αποκτήματα. Όλα με τη δική τουςγοητεία, μιλώντας το καθένα ξεχωριστήδιάλεκτο που σου ραγίζει την καρδιά. Τινόημα έχει λοιπόν η «μια» αγορά;Επιστρέφοντας με ένα ρούχο στο σπίτινιώθεις φτωχότερος απ' ό,τι έφυγες. Ταυπόλοιπα παρέμειναν πίσω· αιχμάλωτα,φυλακισμένα, άψυχα πάνω στα μανεκέν καιστις κρεμάστρες.
Οζηλιάρης συγχωρεί και ξεχνάει εύκολα,αντίθετα ο αγοραστής δεν ξεχνάει ποτέ.Ντυμένος με την καινούργια του στολή,τυπικά ικανοποιημένος, ακούει μέσα τουτον εαυτό του να ορκίζεται ότι θαεπιστρέψει. Τα μικρά παιδιά, όταν βγαίνουναπό την παιχνιδούπολη με γεμάτα χέρια,δεν κοιτάνε τα αποκτήματά τους, αλλάεκείνα που αφήνουν πίσω. Βγαίνουνπισωπατώντας. Όπως και οι μεγάλοιάλλωστε.
Οιέμπειρες γυναίκες που έχουν την αγοράγια κυνηγότοπο, ξέρουν από πρώτο χέριότι η συγκίνηση για ένα ρούχο βρίσκεταιόλη προ του καταστήματος. Τότε που ηφαντασία κάνει παιχνίδι μόνη της καιοι συνειρμοί δουλεύουν στο φουλ. Ηαπόκτηση, παρά τα φαινόμενα, φέρνειαπογοήτευση. Το κεκτημένο δεν συγκινεί.Αντίθετα η προσδοκία ευφραίνει τηνκαρδιά και την ελευθερώνει τραυματίζοντάςτην.
σχόλια