Δριμεία επίθεση κατά των τεχνολογικών κολοσσών εξαπολύει σε μακροσκελές και βαρυσήμαντο άρθρο της που δημοσιεύεται στον Guardian η Νάομι Κλάιν, με αφορμή την ανάθεση του ρόλου του επικεφαλής μιας νέας επιτροπής με αντικείμενο την «ανάπλαση» της πολιτείας της Νέας Υόρκης στη νέα πραγματικότητα μετά την πανδημία, στον πρώην CEO της Google, Έρικ Σμιντ, από τον κυβερνήτη της Νέας Υόρκης Άντριου Κουόμο.
Σύμφωνα με το σκεπτικό της απόφασης, στόχος του συγκεκριμένου πάνελ είναι η μόνιμη ενσωμάτωση της τεχνολογίας σε κάθε επίπεδο της ζωής των πολιτών. Μία μέρα πριν από αυτή την ανακοίνωση, το περασμένο Σάββατο, ο Κουόμο είχε ανακοινώσει μια παρόμοια συνεργασία με το Ίδρυμα του Μπιλ και της Μελίντα Γκέιτς με στόχο την ανάπτυξη ενός «εξυπνότερου» εκπαιδευτικού συστήματος (ουσιαστικά, με την κατοχύρωση και επέκταση μεθόδων online εκπαίδευσης).
Είναι ξεκάθαρο ότι οι εταιρείες αυτές έχουν διαπιστώσει πως τώρα είναι η στιγμή για να αποκτήσουν αντίστοιχη εξουσία με εκείνη που απολαμβάνουν οι Κινέζοι ανταγωνιστές τους, οι οποίοι έχουν την πολυτέλεια να λειτουργούν απερίσπαστοι από ενοχλήσεις όπως οι δημοκρατικοί θεσμοί και τα εργασιακά και πολιτικά δικαιώματα.
«Έξυπνες πόλεις» και διαρκής παρακολούθηση, με βάση το κινεζικό υπόδειγμα... Στο κείμενό της, η διάσημη ακτιβίστρια και συγγραφέας βιβλίων όπως το "No Logo" και του «Δόγμα του Σοκ», μεταφέρει τις έντονες ανησυχίες της για το μέλλον που μας επιφυλάσσουν, οι πανίσχυρες πλέον και υπεράνω ελέγχου τεχνολογικές υπερδυνάμεις της Silicon Valley, που φαίνονται να αντιμετωπίζουν την πανδημία ως πρόβα και ως εργαστήριο για «ένα παντοτινό –και εξαιρετικά κερδοφόρο– μέλλον» όπου κανείς δεν θα ακουμπάει κανέναν και κυρίως κανείς δεν θα μπορεί να ακουμπήσει τις ίδιες:
«Πήρε λίγο καιρό μέχρι να έρθει και να κολλήσει το πράγμα, ήδη όμως έχει αρχίσει να εμφανίζεται ευκρινής η εικόνα ενός δόγματος σοκ της πανδημίας. Κάτι που θα μπορούσαμε να αποκαλέσουμε New Deal της Οθόνης [Screen New Deal]. Πολύ πιο high-tech από οτιδήποτε αντίστοιχο έχουμε δει σε προηγούμενες καταστροφές, το μέλλον που με βιασύνη υλοποιείται ενώ εξακολουθεί να μεγαλώνει ο σωρός των θυμάτων, φαίνεται να αντιμετωπίζει τις προηγούμενες εβδομάδες της απομόνωσης όχι ως μια αναγκαιότητα προκειμένου να σωθούν ζωές αλλά ως πειραματικό εργαστήριο για ένα παντοτινό –και εξαιρετικά κερδοφόρο– "ανέπαφο" μέλλον...»
«Πρόκειται για ένα μέλλον στο οποίο τα σπίτια μας δεν θα είναι ποτέ ξανά αποκλειστικά προσωπικοί χώροι, και παράλληλα, μέσω των υψηλών ταχυτήτων της ψηφιακής συνδεσιμότητας, θα λειτουργούν ως σχολείο, ιατρείο, γυμναστήριο και ενδεχομένως, ως φυλακή. Βεβαίως, για πολλούς από εμάς, τα σπίτια μας ήδη είχαν μετατραπεί σε εργασιακούς χώρους 24ωρης λειτουργίας και σε στέκια αποκλειστικής ψυχαγωγίας πριν από την πανδημία... Στο μέλλον όμως που με βιασύνη συγκροτείται, όλες αυτές οι τάσεις προορίζονται για ιλιγγιώδη επιτάχυνση».
«Ένα μέλλον στο οποίο για τους προνομιούχους, σχεδόν τα πάντα θα φτάνουν με delivery στο σπίτι τους, είτε εικονικά μέσω του streaming και της cloud τεχνολογίας, είτε κυριολεκτικά μέσω οχημάτων χωρίς οδηγούς ή μέσω drones για να "διαμοιραστούν" ακολούθως στην οθόνη μιας διαμεσολαβητικής πλατφόρμας. Ένα μέλλον που δεν θα γίνονται αποδεκτά ούτε τα μετρητά ούτε οι πιστωτικές κάρτες (με την πρόφαση του ελέγχου των ιών) και που δεν θα υπάρχει παρά μόνο ελάχιστη κυκλοφορία μέσων μαζικής μεταφοράς και ακόμα λιγότερη ζωντανή τέχνη».
«Ένα μέλλον που, όπως μας λένε, θα λειτουργεί με καύσιμο την "τεχνητή νοημοσύνη", αλλά στην πραγματικότητα θα στηρίζεται στα δεκάδες εκατομμύρια ανώνυμων εργατών, στριμωγμένων σε αποθήκες, σε "κέντρα πληροφορίας", σε εργοτάξια συντονισμού και εποπτείας ψηφιακού περιεχομένου, σε ηλεκτρονικά sweatshops, σε ορυχεία λιθίου, σε βιομηχανικές φάρμες και σε εγκαταστάσεις επεξεργασίας κρέατος, όπου θα μένουν απροστάτευτοι από τις ασθένειες και από την υπερ-εκμετάλλευση. Ένα μέλλον όπου κάθε μας κίνηση, κάθε μας λέξη και κάθε μας σχέση θα είναι ανιχνεύσιμη και εκμεταλλεύσιμη ως πληροφορία από ένα σύστημα που θα έχει προκύψει από μια άνευ προηγουμένου διαπλοκή ανάμεσα στο κράτος και στους γίγαντες της τεχνολογίας».
«Αν όλα αυτά δεν μοιάζουν και τόσο ανοίκεια, είναι επειδή, πριν από την πανδημία, αυτό ακριβώς το γεμάτο ψηφιακές εφαρμογές μέλλον μας πουλούσαν στο όνομα της ευκολίας και της εξατομίκευσης...».
«Αυτό όμως συνέβαινε στο αρχαίο παρελθόν, δηλαδή μέχρι και τον Φεβρουάριο. Σήμερα, όλες οι προηγούμενες ανησυχίες μας έχουν σκεπαστεί από ένα παλιρροϊκό κύμα πανικού, καθώς αυτή η ξαναζεσταμένη δυστοπία έχει μπει σε ταχεία διαδικασία rebranding και μας σερβίρεται πλέον με την υπόσχεση ότι αυτές οι τεχνολογίες είναι ο μόνος τρόπος να ασφαλίσουμε τις ζωές μας από τις επιδημίες».
«Τώρα, εν μέσω αυτής της σφαγής, αλλά και εν μέσω του φόβου και της αβεβαιότητας για το μέλλον που έχει σπείρει η πανδημία, είναι ξεκάθαρο ότι οι εταιρείες αυτές έχουν διαπιστώσει πως τώρα είναι η στιγμή για να αποκτήσουν αντίστοιχη εξουσία με εκείνη που απολαμβάνουν οι Κινέζοι ανταγωνιστές τους, οι οποίοι έχουν την πολυτέλεια να λειτουργούν απερίσπαστοι από ενοχλήσεις όπως οι δημοκρατικοί θεσμοί και τα εργασιακά και πολιτικά δικαιώματα».
«Η τεχνολογία μας παρέχει πολύ χρήσιμα εργαλεία, δεν μπορεί όμως κάθε λύση να είναι τεχνολογική. Και το πρόβλημα με την απευθείας ανάθεση της "ανάπλασης" των πόλεων και της ζωής μας σε ανθρώπους όπως ο Μπιλ Γκέιτς και ο Έρικ Σμιντ είναι αυτοί οι άνθρωποι έχουν περάσει τη ζωή τους εκθέτοντας με κάθε αφορμή την πεποίθηση ότι δεν υπάρχει πρόβλημα στον κόσμο που να μην μπορεί να το διορθώσει η τεχνολογία. Γι' αυτούς, και για πολλούς άλλους στην Silicon Valley, η πανδημία αποτελεί μια χρυσή ευκαιρία να κερδίσουν όχι μόνο την ευγνωμοσύνη, αλλά και την ευλάβεια και την εξουσία που νιώθουν ότι αδίκως τους έχει αρνηθεί μέχρι τώρα...».
Με στοιχεία από τον Guardian
Επιμέλεια: Δ. Πολιτάκης