Για τις τιμές στα καύσιμα και τα βενζινάδικα μίλησε ο Γενικός Γραμματέας Εμπορίου και Προστασίας του Καταναλωτή, Σωτήρης Αναγνωστόπουλος, εξηγώντας πως μια πάρα πολύ χαμηλή τιμή μπαίνει στο στόχαστρο του ελεγκτικού μηχανισμού όταν διατηρηθεί για ένα πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα.
Μιλώντας στην εκπομπή «Πρωινές Διαδρομές στο Πρώτο» στο Πρώτο Πρόγραμμα 91,6 και 105,8, ο Γενικός Γραμματέας Εμπορίου και Προστασίας του Καταναλωτή, σημείωσε πως σε ό,τι αφορά στα θέματα ποιότητας των καυσίμων, νοθείας και κλοπής στην αντλία, αρμόδιες αρχές είναι η Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων και τα κλιμάκια ελέγχου της διακίνησης της αγοράς καυσίμων.
«Το υπουργείο Ανάπτυξης είναι επιφορτισμένο με τους ελέγχους σε ό, τι αφορά το κομμάτι των τιμών και εκεί είναι μια πολύ αυστηρή διάταξη που αφορά στο πλαφόν της κερδοφορίας, που δεν επιτρέπει στην πραγματικότητα σε κάποιον να χρησιμοποιήσει την πληθωριστική κρίση προκειμένου να αυξήσει τα κέρδη του. Άρα θα πρέπει να έχει το ίδιο περιθώριο κέρδους με αυτό που είχε τον Αύγουστο του 2021, δηλαδή πριν αρχίσει ουσιαστικά η ενεργειακή κρίση που προηγήθηκε του πολέμου στην Ουκρανία» ανέφερε αρχικά ο κ. Αναγνωστόπουλος.
«Ότι υπάρχει μία πάρα πολύ χαμηλή τιμή για ένα πολύ μικρό χρονικό διάστημα, ακόμα και κάτω από την διυλιστηριακή τιμή δεν είναι κάτι το οποίο απαγορεύεται και αυτό πρέπει να είναι απολύτως σαφές. Η νομοθεσία το επιτρέπει και το επιτρέπει ακριβώς για να μπορούν ουσιαστικά να μπουν νέοι παίκτες στην αγορά, οι οποίοι δεν είναι γνωστοί, δεν έχουν πελατεία και προσπαθούν να πάρουν πελατεία μέσω των πολύ χαμηλών τιμών» επισήμανε ο ίδιος. Επομένως, από μόνη της, μια χαμηλή τιμή δεν κινεί υποψίες παραβατικότητας. «Αν όμως διατηρηθεί για ένα πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα, είναι μία συνήθης πρακτική για το συγκεκριμένο πρατήριο τότε, πράγματι, παρότι επίσης δεν είναι παράνομο, σίγουρα μπαίνει στο στόχαστρο του ελεγκτικού μηχανισμού, ακριβώς διότι θα πρέπει να εξηγηθεί για ποιο λόγο γίνεται. Για μικρά χρονικά διαστήματα είναι πολύ λογικό και συμβαίνει» εξήγησε ο κ. Αναγνωστόπουλος.
Στη συνέχεια, σχετικά με το ζήτημα των ελέγχων, ανέφερε ότι στην πραγματικότητα δεν πρόκειται να είναι ποτέ επαρκείς και εξήγησε τους λόγους. «Εγώ μπορώ να μιλήσω μόνο για τους ελέγχους επί των τιμών, οι οποίοι είναι ασφυκτικοί. Σε ό,τι αφορά στο υπόλοιπο κομμάτι που ανήκει στην Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων, όπως επίσης και στα κλιμάκια του Υπουργείου Ενέργειας, αυτό που μπορώ να πω είναι ότι προφανώς δεν μπορεί να υπάρχει ένας αστυνομικός για κάθε πρατηριούχο. Υπάρχει όμως νέα νομοθεσία η οποία υποχρεώνει τις μεγάλες εμπορικές επιχειρήσεις καυσίμων στα θέματα δέουσας επιμέλειας. Τι σημαίνει αυτό; Ότι αν παρανομήσει ένα πρατήριο, ευτυχώς από εδώ και πέρα η ποινή και η ευθύνη θα διαχέεται και στην εταιρεία εμπορίας, η οποία είναι υποχρεωμένη γι’ αυτό το λόγο να ελέγχει τι γίνεται με το καύσιμο όταν βρίσκεται σε ένα πρατήριο βενζίνης, αυτό λοιπόν θα οδηγήσει σταδιακά τουλάχιστον στην κάθαρση της συγκεκριμένης αγοράς, υπό την έννοια ότι οι εταιρείες εμπορίας θα κόψουν εμπορικές σχέσεις με αυτούς που παρανομούν».
Όσο αφορά την εμπλοκή της μαφίας στον κλάδο, ανέφερε πως «είναι γνωστό αυτό και η μαφία ξέρετε πού προσελκύεται. Προσελκύεται σε έναν χώρο όπου υπάρχει μεγάλο κέρδος από την αποφυγή της φορολογίας. Γι’ αυτό έχει αναλάβει τους συγκεκριμένους ελέγχους η Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων που είναι καταρχήν φορολογική αρχή. Διότι το καύσιμο επιβαρύνεται με συγκεκριμένους χώρους τον Ειδικό Φόρο Κατανάλωσης, τον Φόρο Προστιθέμενης Αξίας, οι οποίοι είναι μεγάλοι φόροι. Είναι βαριοί φόροι. Είναι λογικό. Και γι’ αυτό το λόγο η οποιαδήποτε κλοπή είτε στην αντλία είτε δια της νοθείας, προφανώς έχει ένα πάρα πολύ μεγάλο οικονομικό όφελος για αυτούς τους παραβατικούς επιχειρηματίες».