Η Credit Suisse περνά τις τελευταίες ημέρες καταπολεμώντας φήμες στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης σχετικά τους ισολογισμούς της, προσπαθώντας να πείσει τους επενδυτές και τους πελάτες της ότι η κατακόρυφη πτώση της τιμής της μετοχής της και η εκτόξευση των CDS (συμβόλαια ανταλλαγής κινδύνου αθέτησης) δεν δείχνουν την πραγματική ιστορία για την οικονομική υγεία της τράπεζας.
Στο επίκεντρο της αναστάτωσης βρίσκεται ένα απλό ερώτημα που αναλυτές της αγοράς θέτουν από το περασμένο καλοκαίρι, που η Credit Suisse ανακοίνωσε περιορισμούς στην επενδυτική της τράπεζα και περικοπές 1,53 δισ. ευρώ: Πόσο μεγάλη θα είναι στ' αλήθεια η «τρύπα» στο κεφάλαιο;
Τον περασμένο μήνα, οι αναλυτές της Deutsche Bank προέβλεπαν πως τα μέτρα θα υποχρεώσουν την Credit Suisse να αναζητήσει επιπλέο 4,09 δισ. ευρώ λόγω του κόστους αναδιάρθρωσης, των αναπτυξιακών αναγκών άλλων επιχειρηματικών κλάδων και της πίεσης των ρυθμιστικών φορέων για την ενίσχυση των κεφαλαιακών δεικτών.
Οι περικοπές στην επενδυτική τράπεζα και η απόλυση χιλιάδων εργαζομένων θα συνοδευτεί από ένα κόστος απολύσεων και ενδεχομένως διαγραφή ζημιών στην εκκαθάριση συναλλαγών υψηλού κινδύνου. Η τράπεζα θα πρέπει επίσης να επενδύσει σε άλλα τμήματα των δραστηριοτήτων της - κυρίως στη διαχείριση περιουσιών - για να αυξήσει τις ροές εσόδων και να αντισταθμίσει τα χαμένα έσοδα της επενδυτικής τράπεζας.
Η μετοχή της υποχώρησε έως και 12%, κατά τη διάρκεια των χθεσινών συναλλαγών στη Ζυρίχη, φτάνοντας τα 3,52 φράγκα. Εκτιμάται πως, μόνο φέτος, η τράπεζα έχει χάσει περίπου το 60% της αξίας και οδεύει ολοταχώς προς τη μεγαλύτερη ετήσια πτώση στην ιστορία της.
Το κόστος ασφάλισης για τα ομόλογα της Credit Suisse εκτοξεύεται στα ύψη
Μέχρι την Παρασκευή, οι αναλυτές της Keefe, Bruyette & Woods υπολόγιζαν το ποσό στα 6,13 δισ. ευρώ και εκτιμούσαν ότι αυτό θα άφηνε την Credit Suisse, μετά τις πωλήσεις περιουσιακών στοιχείων, να αναζητά από τους επενδυτές κεφάλαια ύψους 4,09 δισ. ευρώ «για ένα σαφές σχέδιο ανάπτυξης ή/και για να αντισταθμίσει τυχόν άγνωστα γεγονότα, όπως δικαστικές διαμάχες ή φόβους ζημίας πελατών».
Η κεφαλαιοποίηση της τράπεζας έχει συρρικνωθεί στα 10,22 δισ. ευρώ τις τελευταίες εβδομάδες μετά από πτώση της τιμής της μετοχής κατά 25%, σε μία περίοδο που οι επενδυτές της έχουν ήδη υποστεί απώλειες από σκάνδαλα όπως το Archegos και το Greensill.
Ανώτερα στελέχη της τράπεζας εμφανίζονται ανένδοτα ότι η αύξηση κεφαλαίου θα είναι η έσχατη λύση. «Θέλω να είμαι σαφής, δεν έχουμε βολιδοσκοπήσει επενδυτές για κεφάλαια», δήλωσε ένας τραπεζίτης που πέρασε το Σαββατοκύριακο τηλεφωνώντας σε κορυφαίους πελάτες και αντισυμβαλλόμενους προσπαθώντας να τους καθησυχάσει για την οικονομική υγεία της τράπεζας.
«Θα προβούμε σε πωλήσεις περιουσιακών στοιχείων και εκποιήσεις ακριβώς για να μπορέσουμε να χρηματοδοτήσουμε αυτή την πολύ ισχυρή στροφή που σκοπεύουμε να επιτύχουμε προς μια σταθερή επιχείρηση». Η τράπεζα σχεδιάζει να πουλήσει ολόκληρα τμήματα της επενδυτικής της τράπεζας - ενδεχομένως συμπεριλαμβανομένης του πολύτιμου τμήματος τιτλοποίησης -,που σύμφωνα με τους αναλυτές, θα μπορούσε να συγκεντρώσει έως και 2,04 δισ. ευρώ.
Η Credit Suisse προσπαθεί να καθησυχάσει τους επενδυτές
Οι διευθυντές της Credit Suisse αναγκάστηκαν να επιδοθούν σε «επίθεση γοητείας» μετά την αύξηση των spreads των CDS του ομίλου την περασμένη εβδομάδα, που κατέδειξε την ολοένα και πιο αρνητική στάση των επενδυτών για τον όμιλο.
Μέσα στο Σαββατοκύριακο, τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και τα διαδικτυακά φόρουμ πλημμύρισαν από φήμες για επικείμενη κατάρρευση της τράπεζας. Μέχρι τη Δευτέρα είχε καταστεί σαφές ότι η επικοινωνιακή εκστρατεία της τράπεζας είχε αποτύχει να καθησυχάσει τις νευρικές αγορές. Αναρίθμητοι επενδυτές έσπευσαν να πουλήσουν τις μετοχές και τα ομόλογα της Credit Suisse, ενώ αγόρασαν CDS. Το πενταετές CDS της Credit Suisse εκτινάχθηκε κατά περισσότερες από 100 μονάδες βάσης τη Δευτέρα, με ορισμένους χρηματιστές να κάνουν αναφορές για έως και 350 μονάδες βάσης, σύμφωνα τους Financial Times.
Οι μετοχές της τράπεζας κατρακύλησαν σε ιστορικά χαμηλά επίπεδα κάτω από τα 3,60 ελβετικά φράγκα, σημειώνοντας πτώση κοντά στο 10% όταν άνοιξαν οι συναλλαγές.
Τα δύο ζητήματα που φαίνεται να απασχολούν περισσότερο τους επενδυτές και τους «παρατηρητές» στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης είναι η κεφαλαιακή θέση της τράπεζας, που αντικατοπτρίζει, επί της ουσίας, την ικανότητά της να απορροφά ζημίες, καθώς και τα επίπεδα ρευστότητάς της, τα οποία θα δοκιμαστούν σε περιόδους βραχυπρόθεσμης πίεσης.
Η τράπεζα επιμένει ότι δεν υπάρχει κίνδυνος. Σε σύγκριση με άλλες ευρωπαϊκές τράπεζες, η Credit Suisse έχει παρόμοιο δείκτη CET1 (δείκτη κεφαλαίου κοινών μετοχών κατηγορίας 1) με τις UBS, HSBC, Deutsche Bank και BNP Paribas. Επιπλέον, η τράπεζα διαθέτει 16,05 δισ. ελβετικά φράγκα πρόσθετου κοινού μετοχικού κεφαλαίου, το οποίο αντλείται από την έκδοση των λεγόμενων cocos (υπό αίρεση μετατρέψιμων ομολόγων), που μπορούν να μετατραπούν σε κεφάλαιο σε περιόδους πίεσης.
Η πιο επικίνδυνη κατηγορία ομολόγων της Credit Suisse υποχωρεί απότομα λόγω των ανησυχιών της αγοράς
Η Credit Suisse άντλησε 1,5 δισ. δολάρια από κεφάλαια AT1 κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού, με μια προσφορά ομολόγων με 9,75%. Ενώ τη δεδομένη στιγμή η έκδοση φαινόταν ακριβή, η τράπεζα έχει έκτοτε υποβαθμιστεί από διάφορους πιστωτικούς οργανισμούς και το ομόλογο διαπραγματεύεται σήμερα με απόδοση 12,5%.
«Θα πρέπει να κάψουμε κεφάλαια ύψους 99,15 δισ. ευρώ προτού συμβεί οτιδήποτε στους πελάτες ή τους εργαζομένους», υποστήριξε στέλεχος της Credit Suisse, υπολογίζοντας αθροιστικά τα κεφάλαια (μεταξύ των οποίων τα CET1 και AT1). «Η UBS χρησιμοποίησε δισεκατομμύρια κατά τη διάρκεια της χρηματοπιστωτικής κρίσης και διασώθηκε».
Συγκρίσεις έγιναν επίσης κατά τη διάρκεια του Σαββατοκύριακου με το απότομο shell-off του χρέους της Deutsche Bank το 2016, όταν οι ανησυχίες πως η γερμανική τράπεζα θα έπρεπε να παραλείψει κάποιες πληρωμές στα ομόλογα κεφαλαίου της, οδήγησαν σε απότομες κινήσεις στην αγορά CDS.
«Θα ήμασταν επιφυλακτικοί στο να κάνουμε παραλληλισμούς με τις τράπεζες το 2008 ή την Deutsche Bank το 2016», δήλωσε ο αναλυτής της Citigroup Andrew Coombs. «Θα υποστηρίζαμε ότι η Credit Suisse είναι μια αγορά για τους γενναίους σε αυτά τα επίπεδα».
Όσον αφορά τα επίπεδα ρευστότητας της τράπεζας, η Credit Suisse έχει δείκτη κάλυψης ρευστότητας 191%, ο οποίος είναι σημαντικά υψηλότερος από τους περισσότερους ανταγωνιστές της. Ο δείκτης αυτός αντικατοπτρίζει το ποσό των υψηλής ρευστότητας χρηματοοικονομικών περιουσιακών στοιχείων που κατέχει η τράπεζα και τα οποία μπορούν να χρησιμοποιηθούν για την κάλυψη βραχυπρόθεσμων υποχρεώσεων.
«Από τη δική μας σκοπιά, εξετάζοντας τα οικονομικά στοιχεία της εταιρείας στο τέλος του δεύτερου τριμήνου, αξιολογούμε την κεφαλαιακή θέση και τη θέση ρευστότητας της Credit Suisse ως υγιή», δήλωσε ο αναλυτής της JPMorgan Kian Abouhossein.
Μέχρι το βράδυ της Δευτέρας, οι μέτοχοι της τράπεζας εμφανίστηκαν καθησυχασμένοι από τα κάπως θετικά μηνύματα αναλυτάν, έστω και αν υπήρχαν επίσης όλο και πιο έντονες εκκλήσεις για την επίσπευση της αποκάλυψης του νέου στρατηγικού σχεδίου.
Κατά το κλείσιμο της αγοράς στη Ζυρίχη, οι μετοχές της Credit Suisse είχαν ανακάμψει περίπου στο σημείο όπου είχαν ξεκινήσει, στα 4 ελβετικά φράγκα. Εν τω μεταξύ, στην Αυστραλία, ένας οικονομικός δημοσιογράφος του ABC, ο οποίος είχε γράψει ένα tweet που έγινε viral το Σάββατο, υπονοώντας ότι μια μεγάλη, διεθνής επενδυτική τράπεζα βρισκόταν «στο χείλος του γκρεμού», διέγραψε την ανάρτηση και ο εργοδότης του ανακοίνωσε ότι υπενθύμισε στον ρεπόρτερ τις κατευθυντήριες γραμμές για τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης.
Με πληροφορίες από Financial Times