Η λατρεία των Μάγων ή η προσκύνηση των Μάγων είναι ένα θέμα εξαιρετικά δημοφιλές και οι μεγάλοι ζωγράφοι δεν παρέλειψαν να το συμπεριλάβουν στις θρησκευτικές απεικονίσεις τους.
Θέμα πλούσιο, πολυπρόσωπο και τρομερά δημοφιλές, από αυτά που δημιουργούσαν συγκίνηση αλλά και ελπίδα ζωγραφίστηκε και από τον Ρέμπραντ και ο πίνακας βρέθηκε στην Ιταλία με τους ειδικούς να αποκαλούν μείζονα την ανακάλυψη του έργου και το ιταλικό πρακτορείο ειδήσεων ANSA να κάνει λόγο για εξαιρετικά σημαντικό εύρημα.
Ο πίνακας ανακαλύφθηκε το 2016 όταν μια οικογένεια στη Ρώμη τον πήγε για αποκατάσταση επειδή έπεσε από τον τοίχο και υπέστη μια μικρή ζημιά. Ο πίνακας απεικονίζει μια σκηνή γέννησης όπου οι τρεις μάγοι χαιρετούν το βρέφος Ιησού.
Η οικογένεια πίστευε ότι ο πίνακας ήταν αντίγραφο, αλλά η συντηρήτρια Antonella Di Francesco συνειδητοποίησε ότι μπορεί να έχει ζωγραφιστεί από τον ίδιο τον ολλανδό ζωγράφο. Στις 22 Ιουνίου, ειδικοί και πραγματογνώμονες συμφώνησαν σε ένα συμπόσιο για τον Ρέμπραντ με τίτλο «Rembrandt: Identification the Prototype, Seeing the Invisible» ότι πρόκειται για πρωτότυπο έργο.
Η οικογένεια της Ρώμης στην οποία ανήκει ο πίνακας παρέμεινε ανώνυμη και το έργο αν βγει σε δημοπρασία, εκτιμάται ότι μπορεί να αξίζει από 83,5 έως και 238,5 εκατομμύρια δολάρια αν και η οικογένεια είπε ότι σκοπεύει να τον δανείζει σε μουσεία για δημόσια προβολή.
Πολλοί από τους πίνακες του Ρέμπραντ έχουν χαθεί στο χρόνο, αλλά σπάνια ένας εξαφανισμένος καμβάς επανεμφανίζεται. Το 2018, ο ολλανδός έμπορος τέχνης Jan Six ισχυρίστηκε ότι ανακάλυψε μέχρι σήμερα άγνωστη ζωγραφική του Rembrandt’s Portrait of a Young Gentleman (1635). Το 2020 ένας πίνακας του Ρέμπραντ που είχε θεωρηθεί αντίγραφο, επανεξετάστηκε και η κορνίζα του αποκάλυψε ότι ήταν τελικά έργο του. Ο Ρέμπραντ είναι στην επικαιρότητα ειδικά αυτές τις μέρες, αφού το Rijksmuseum στο Άμστερνταμ που κατέχει ένα από τα πιο σημαντικά και το πιο διάσημο έργο του, τη «Νυχτερινή περίπολο» με τεχητή νοημοσύνη αποκαλύπτει στο κοινό τα κομμάτια που λείπουν όταν κόπηκε, προκειμένου να μεταφερθεί στο Δημαρχείο του Άμστερνταμ.
Με το όνομά του να συμβολίζει την περίοδο της «χρυσής εποχής» της Ολλανδίας, στην οποία ανήκει χρονικά το έργο του, ο Ρέμπραντ φιλοτέχνησε συνολικά περίπου 400 πίνακες, περισσότερα από 1000 σχέδια ζωγραφικής και περίπου 290 χαρακτικά. Περισσότερο στο πρώιμο και λιγότερο στο ύστερο έργο του, κυριάρχησαν οι προσωπογραφίες, ωστόσο διακρίθηκε σε ένα ευρύ φάσμα θεμάτων, αναπαριστώντας επίσης, τοπιογραφίες, καθώς και ιστορικές, βιβλικές, μυθολογικές ή αλληγορικές σκηνές.
Όταν ο Ρέμπραντ μετακόμισε στο Άμστερνταμ το 1631 ήταν 25 ετών και είχε ήδη καθιερώσει το διακριτικό του στιλ, ώστε η τέχνη του δε μπορούσε να συγκριθεί με κανενός άλλου. Σε μια αγορά πλουσίων εμπόρων έτοιμων να υποδεχθούν νέες προτάσεις αναγνωρίστηκε όσο κανένας άλλος και δεν επαναπαύθηκε ποτέ, συνέχισε να πειραματίζεται με το φως και τη σκιά, τις δραματικές τους αντιθέσεις στις νυχτερινές σκηνές, τους εσωτερικούς χώρους και τα πορτρέτα του. Η ικανότητά του να προτείνει ψυχολογικές αφηγήσεις μέσω της έκφρασης του προσώπου και μιας χειρονομίας και η τέχνη του να μελετά τους χαρακτήρες που συνέχιζε να σχεδιάζει ασταμάτητα σε προσωπογραφίες, έκαναν τη φήμη του να εξαπλωθεί και να αναδειχθεί σε έναν από τους κορυφαίους ζωγράφους της πόλης.
Το σύνολο του έργου του χαρακτηρίζεται στην πορεία του χρόνου από εκτεταμένες και βαθιές αλλαγές στο ύφος του, ένδειξη μίας διαρκούς αναζήτησης. Ακόμη σε κάθε μεμονωμένο έργο ή εκδοχή του, παρατηρούνται συνεχείς μετασχηματισμοί πριν την κατάληξη σε μία τελική εικαστική μορφή. Γι΄αυτό τα σχέδια, τα χαρακτικά αλλά και τα πρώιμα έργα του φανερώνουν τη συνεχή έρευνά του, ένα ανήσυχο πνεύμα που δε σταμάτησε μέχρι το τέλος να εξερευνά τα μυστικά της τέχνης του.