Έφυγε από τη ζωή ο Richard M. Barancik, το τελευταίο εν ζωή μέλος των «Monuments Men and Women of the Second World War», μίας ομάδας, περίπου 350 ατόμων, που προστάτευαν και ανακτούσαν έργα τέχνης που είχαν κλέψει οι ναζί κατά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο.
Ο Richard Barancik πέθανε σε νοσοκομείο του Σικάγο στις 14 Ιουλίου και ο θάνατός του επιβεβαιώθηκε από την κόρη του Jill. Ήταν 98 ετών.
Ποιος ήταν ο Richard Barancik
Ο τελευταίος εν ζωή «Monuments Man» γεννήθηκε στο Σικάγο στις 19 Οκτωβρίου 1924. Κατατάχθηκε στον στρατό στα 17 του και άρχισε να σπουδάζει μηχανικός στο Πανεπιστήμιο της Νεμπράσκα για μια σύντομη περίοδο πριν μετακομίσει στην Ευρώπη για να βοηθήσει στον πόλεμο.
«Πρέπει να ομολογήσω ότι ήμουν πολύ κακός μαθητής στο γυμνάσιο. Αλλά περνούσα τον χρόνο μου διαβάζοντας και πάντα με ενδιέφερε η Τέχνη και το σχέδιο», είχε αναφέρει ο ίδιος σε συνέντευξή του που δημοσιεύτηκε μόλις πέρυσι. «Αντίθετα, οι σπουδές μου στη μηχανική πήγαν καλά γιατί βρήκα κάτι που μου άρεσε πραγματικά και είχα κλίση σε αυτό. Και τότε ήταν που ασχολήθηκα σοβαρά με τις σπουδές μου. Δυστυχώς, ο χρόνος μου στο Πανεπιστήμιο της Νεμπράσκα μειώθηκε όταν κληθήκαμε να ενταχθούμε στις ένοπλες δυνάμεις πριν από την αποφοίτηση, επειδή, εκείνη την εποχή, ο Χίτλερ έπαιζε το τελευταίο του χαρτί και ο αμερικανικός στρατός είχε λειψανδρία στο πεζικό.
Ως στρατιώτης πρώτης γραμμής, ο Richard Barancik πήγε στην Αγγλία το 1944. Την παραμονή των Χριστουγέννων εκείνης της χρονιάς, επέβαινε σε ένα πλοίο που διέσχιζε τη Μάγχη προς τη Μάχη του Bulge, όταν ένα πλοίο συνοδείας, το SS Léopoldville, βυθίστηκε από γερμανικές τορπίλες, με τουλάχιστον 800 Αμερικανούς στρατιώτες να χάνουν τη ζωή τους. Τότε το πλοίο του Barancik είχε αλλάξει κατεύθυνση για να γλιτώσει το πλήρωμά του.
Η ένταξη του Barancik στους «Monuments Men»
Μετά την παράδοση της Γερμανίας, ο Barancik εστάλη στην Αυστρία, όπου έμαθε για πρώτη φορά για το πρόγραμμα «Monuments, Fine Arts and Archives» των Συμμάχων, που ονομάζεται επίσης «Monuments Men and Women» (Οι Άνδρες και οι Γυναίκες των Μνημείων).
«Όταν έφτασα στο Σάλτσμπουργκ, δεν συγκλονίστηκα μόνο από την ομορφιά της πόλης, αλλά και από την ποιότητα των ανδρών στο Τμήμα. Ήταν μεγαλύτεροι και πολύ καλλιεργημένη σε ό,τι είχε να κάνει με τις Καλές Τέχνες», ανέφερε στην ίδια συνέντευξη.
Ο Richard Barancik αμέσως εντάχθηκε ως εθελοντής στους «Monuments Men», δουλεύοντας για τρεις μήνες ως οδηγός και φύλακας. Βοήθησε στον εντοπισμό αντικειμένων και έργων τέχνης, τα οποία μετέφερε στο κεντρικό σημείο συλλογής του Βισμπάντεν, ένα από τα δύο κύρια σημεία συλλογής που χρησιμοποιούσε η ομάδα. Υπηρέτησε επίσης ως φρουρός στα αυστριακά αλατωρυχεία, στα οποία φυλάσσονταν περίπου 6.500 έργα τέχνης που είχαν κλαπεί από τους ναζί.
Μεγάλο μέρος των έργων που φρουρούσε ο Barancik βρισκόταν σε σφραγισμένα κιβώτια, εκείνη την εποχή, επομένως δεν μπορούσε να δει πολλά από αυτά που προστάτευε. «Κάποιος μπορεί να έλεγε: "Υπάρχει εκεί μέσα ένας Βερμεέρ" και ήξερε ότι ήταν κάτι σημαντικό ή πολύτιμο», δήλωσε στους New York Times ο Robert M. Edsel, ιδρυτής και πρόεδρος του Monuments Men and Women Foundation και συγγραφέας του βιβλίου «The Monuments Men: Allied Heroes, Nazi Thieves, and the Greatest Treasure Hunt in History».
Και φυσικά, μιλάμε για το βιβλίο που αποτέλεσε και τη βάση της διάσημης ταινίας του 2014, με σκηνοθέτη και πρωταγωνιστή τον Τζορτζ Κλούνεϊ.
Η στροφή καριέρας και η αναγνώριση
Μετά το χρόνο που πέρασε ως «άνδρας των μνημείων», ο Richard Barancik ξεκίνησε τις σπουδές του ως αρχιτέκτονας, κάτι που στη συνέχεια έγινε και το κύριο επάγγελμά του.
Παρέμεινε στο εξωτερικό στο Πανεπιστήμιο του Cambridge και στην École des Beaux-Arts στο Παρίσι πριν επιστρέψει στις ΗΠΑ για να πάρει το πτυχίο του στο Πανεπιστήμιο του Ιλινόις Urbana-Champaign. Στη συνέχεια άνοιξε το αρχιτεκτονικό γραφείο Barancik, Conte & Associates το 1950 και συνέχισε να εργάζεται μέχρι τη συνταξιοδότησή του το 1993.
Το 2015, ο Barancik και τρία άλλα μέλη των «Monuments Men and Women» ταξίδεψαν στην Ουάσιγκτον για να λάβουν το Χρυσό Μετάλλιο του Κογκρέσου, το υψηλότερο βραβείο που μπορεί να δοθεί σε έναν πολίτη. «Οι Αμερικανοί νοιάζονταν για τις πολιτιστικές παραδόσεις της Ευρώπης», δήλωσε τότε στους Los Angeles Times. «Κάναμε ό,τι μπορούσαμε για να σώσουμε αυτά που είχαν κλέψει οι ναζί. Είναι το καλύτερο που μπορούσαμε να κάνουμε».
Η κόρη του Jill ανέφερε στους New York Times ότι ο Barancik «ντράπηκε πολύ για την προσοχή που έλαβε» αφού έλαβε το Χρυσό Μετάλλιο του Κογκρέσου. «Δεν ένιωθε ήρωας», είπε. «Έλεγε, "ήμουν παιδί, ήμουν εκεί για τρεις μήνες. Είναι λάθος να παίρνω εγώ τα εύσημα". Αλλά του έλεγα, "Ήσουν αυτόπτης μάρτυρας σε ό,τι γινόταν και εκπροσωπείς τους ανθρώπους που δεν είναι πια μαζί μας"».
Παράλληλα, η κόρη του προσέθεσε ότι ένα θετικό από την αυξανόμενη προσοχή που τύγχανε ο Barancik ήταν τα πάρα πολλά γράμματα που λάμβανε. «Έπαιρνε γράμματα από θαυμαστές και, μία φορά την εβδομάδα, ένα αίτημα για αυτόγραφο», είπε η κόρη του. «Λάμβανε επίσης πολλά γράμματα από μαθητές, με εκείνον να προσπαθεί αν τους εμφυσήσει την αγάπη του για την τέχνη».
ΠΗΓΗ: The Art Newspaper