Πέθανε ήρεμα στα 90 του χρόνια ο σημαντικός Έλληνας φωτογράφος της διασποράς Κωνσταντίνος Μάνος. Το πρακτορείο Magnum στο οποίο ανήκε από το 1963 μέχρι τις τελευταίες μέρες του του έκανε γνωστό το θάνατό του με μια λιτή ανακοίνωση.
Ο Κωνσταντίνος Μάνος γεννήθηκε το 1934 στη Νότια Καρολίνα από Έλληνες μετανάστες γονείς. Η φωτογραφική του καριέρα ξεκίνησε όταν ήταν 13 ετών, στη φωτογραφική λέσχη του σχολείου, και μέσα σε λίγα χρόνια έγινε επαγγελματίας φωτογράφος. Σε ηλικία 19 ετών, προσλήφθηκε ως ο επίσημος φωτογράφος της Συμφωνικής Ορχήστρας της Βοστώνης στο Tanglewood. Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, φοίτησε στο Πανεπιστήμιο της Νότιας Καρολίνας, από το οποίο αποφοίτησε το 1955 με πτυχίο στην Αγγλική Φιλολογία. Μετά τη στρατιωτική του θητεία, μετακόμισε στη Νέα Υόρκη, όπου εργάστηκε για το Esquire, το Life και το Look. Το βιβλίο του Portrait of a Symphony, για τη Συμφωνική Ορχήστρα της Βοστώνης, εκδόθηκε το 1961.
Η Σταυρούλα Παπασπύρου, παρουσιάζοντας το άλμπουμ στη LIFO, είχε γράψει:
«Μέλος αλλά και μέτοχος του πρακτορείου Magnum, συνεργάτης του Life και του Εsquire και δημιουργός του κλασικού πια και πολυβραβευμένου λευκώματος «Greek portfolio», ο Κωνσταντίνος Μάνος, πριν ξεκινήσει την περιπλάνησή του στην αγροτική Ελλάδα του '60, είχε την τύχη να εργαστεί ως επίσημος φωτογράφος μιας από τις μεγαλύτερες ορχήστρες του κόσμου. Το 1953, στα 19 του, προσελήφθη από την Συμφωνική της Βοστώνης, έχοντας γι' αποστολή να γίνει η σκιά της. Δούλεψε εκεί για μια διετία, μέχρι να πάει φαντάρος. Κι όταν, το 2000, η ορχήστρα συμπλήρωνε έναν αιώνα ζωής, κλήθηκε τιμητικά να τη φωτογραφίσει και πάλι, ώστε τα νέα –έγχρωμα αυτήν τη φορά– πλάνα του να εμπλουτίσουν τον γιορταστικό τόμο όπου καταγράφεται η ιστορία της.
«Σέβομαι απεριόριστα τους μουσικούς και τους αγαπώ. Θαυμάζω τον επαγγελματισμό και τη συνέπειά τους. Σκέφτομαι πόσα χρόνια σκληρής δουλειάς έχει καθένας πίσω του και με πιάνει δέος. Χάρη σ' αυτούς συνειδητοποίησα τι κόπος χρειάζεται για να εξελιχθεί ένας φωτογράφος από απλός διεκπεραιωτής σε σπουδαίο καλλιτέχνη. Και φροντίζω πάντα ν' αναφέρω το παράδειγμά τους στους νέους που παρακολουθούν τα σεμινάριά μου. Δύσκολα συνειδητοποιούν πόσο μεγάλη πειθαρχία απαιτεί και η φωτογραφική τέχνη».
Για τα επόμενα τρία χρόνια έζησε στην Ελλάδα, παράγοντας έργο που αποτέλεσε το A Greek Portfolio, το οποίο εκδόθηκε για πρώτη φορά το 1972 και βραβεύτηκε στην Arles και στην Έκθεση Βιβλίου της Λειψίας. Μια νέα έκδοση του A Greek Portfolio θα κυκλοφορούσε ξανά το 1999, συνοδευόμενη από μια μεγάλη έκθεση στο Μουσείο Μπενάκη. Στον πρόλογο του λευκώματος ο Κωνσταντίνος Μάνος θα έγραφε: «Κάθε φωτογραφία αυτού του λευκώματος αποτελεί μια προσωπική εμπειρία και μια ξεχωριστή στιγμή μέσα στο χρόνο, τόσο για τον φωτογράφο όσο και για το αντικείμενο. Οι άνθρωποι που απαθανατίστηκαν σ’ αυτές τις φωτογραφίες ζουν σε μικρά χωριά κι απομονωμένα αγροτόσπιτα, διάσπαρτα στην ελληνική ύπαιθρο. Οι περισσότεροι είναι άνθρωποι φτωχοί αλλά εξαιρετικά περήφανοι και με έντονη προσωπικότητα». Με τις μαγικές του εικόνες ο Μάνος μας καλεί συνοδοιπόρους στα απομακρυσμένα χωριά και νησιά της Ελλάδας του ’60 όπου άνθρωποι φτωχοί και αγέρωχοι, μέσα σ’ ένα σκηνικό αγροτικής απλότητας και γαλήνης, δίνουν με αξιοπρέπεια τον αγώνα τους για επιβίωση προσηλωμένοι σ’ έναν τρόπο ζωής απαράλλακτο για αιώνες.
Το έργο του Μάνου βρίσκεται στις μόνιμες συλλογές του Μουσείου Μοντέρνας Τέχνης στη Νέα Υόρκη, του Μουσείου Καλών Τεχνών στη Βοστώνη, του Μουσείου Καλών Τεχνών στο Χιούστον, της Εθνικής Βιβλιοθήκης στο Παρίσι, του Ινστιτούτου Τέχνης του Σικάγο, του George Eastman House στο Ρότσεστερ και του High Museum of Art στην Ατλάντα.
Το 1974 εκδόθηκε το βιβλίο του Bostonians, το οποίο παρουσιάζει τους κατοίκους της πόλης αυτής. Μια νέα έκδοση του A Greek Portfolio εκδόθηκε το 1999, συνοδευόμενη από μια μεγάλη έκθεση στο Μουσείο Μπενάκη.
Το 1995 εκδόθηκε το American Color του Μάνου, και το 2003 του απονεμήθηκε το μετάλλιο αριστείας της Leica για τη συνεχιζόμενη εργασία του σε αυτό το έργο.