Πέθανε σε ηλικία 79 ετών, μετά από πολύμηνη μάχη με τον καρκίνο, ο βραβευμένος σκηνοθέτης, παραγωγός και συγγραφέας Λάκης Παπαστάθης.
Ο διάσημος σκηνοθέτης πέθανε τα ξημερώματα της Τετάρτης. Ήταν ένας από τους κύριους εκπροσώπους του Νέου Ελληνικού Κινηματογράφου, αλλά και ένας πολύπλευρα δημιουργικός άνθρωπος, ο οποίος άφησε το αποτύπωμά του σε ποικίλα είδη τέχνης και με διαφορετικά μέσα έκφρασης (κινηματογράφος, τηλεόραση, λογοτεχνία, κριτική κ.ά.).
Πολυδιάστατη πνευματική προσωπικότητα, ο Λάκης Παπαστάθης θεωρείται ένας από τους σημαντικότερους σκηνοθέτες της γενιάς του και παράλληλα ένας από τους θεμελιωτές του πολιτιστικού ντοκιμαντέρ στην ελληνική τηλεόραση, κυρίως μέσω της εκπομπής «Παρασκήνιο» την οποία δημιούργησε μαζί με τον σκηνοθέτη Τάκη Χατζόπουλο το 1976.
Ποιος ήταν ο Λάκης Παπαστάθης
Ο Λάκης Παπαστάθης γεννήθηκε στον Βόλο το 1943. Σπούδασε στο Κέντρο Σπουδών Κινηματογράφου (1963). Το 1972 πρωτοσκηνοθετεί τη μικρού μήκους ταινία Γράμματα από την Αμερική, η οποία βραβεύεται στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης. Την περίοδο 1968-1971 εργάστηκε ως βοηθός σκηνοθέτη, κυρίως στην Ευδοκία του Αλέξη Δαμιανού.
Τρία χρόνια αργότερα περνά στην τηλεόραση, όπου ως σκηνοθέτης-παραγωγός, δημιουργεί με τον Τάκη Χατζόπουλο τις σειρές Παρασκήνιο και Ιστορικό Αρχείο.
Το Παρασκήνιο πρότεινε στην ΕΙΡΤ ο Ροβήρος Μανθούλης που τότε ήταν αναπληρωτής διευθυντής και υπεύθυνος προγράμματος. Από την πρώτη προβολή του Παρασκήνιου δημιουργήθηκε μεγάλο ενδιαφέρον που εκφράστηκε και με πολλά δημοσιεύματα στον τύπο.
«Το Παρασκήνιο μόνον στη Δημόσια Τηλεόραση μπορούσε να υπάρξει. Κανένα ιδιωτικό κανάλι δεν θα το δεχόταν. Δεν ήταν ποτέ ένα προϊόν με μεγάλη τηλεθέαση. Η αντιμετώπιση που κατά καιρούς είχε εξαρτιόταν από το γούστο, την παιδεία και τις απόψεις των εκάστοτε διοικούντων. Και αυτό φαινόταν από τον σεβασμό που είχαν στην εκπομπή, τι ώρα την έπαιζαν, πώς την διαφήμιζαν, πόσες εκπομπές ενέκριναν, τι κοστολόγιο αποδέχονταν. Στην αρχή είχαμε κάποια κρούσματα λογοκρισίας που με τον καιρό ευτυχώς σταμάτησαν. Πιστεύω πως στη Δημόσια Τηλεόραση πρέπει να υπάρξει ένας καλλιτεχνικός διευθυντής – μαζί με τον υπεύθυνο προγράμματος- που θα εγκρίνει αλλά και θα ελέγχει το τελικό αισθητικό και καλλιτεχνικό αποτέλεσμα τις κάθε εκπομπής Λόγου και Τέχνης. Θα είναι το άγρυπνο μάτι που θα αποτρέπει αυθαίρετες αναθέσεις σε ακατάλληλους ανθρώπους, θα παρακολουθεί και θα αξιολογεί κάθε συνεργάτη του καναλιού και θα καθορίζει δημιουργικά τους κανόνες. Μολονότι πιστεύω πως θα ήταν σήμερα ουτοπικό, ονειρεύομαι μια Δημόσια Τηλεόραση με σύντομες αλλά απολύτως αντικειμενικές , χωρίς κομματικές σκοπιμότητες ειδήσεις, χωρίς ατέρμονες πολιτικές συζητήσεις, με πολύ λιγότερες αθλητικές εκπομπές, με αυστηρά επιλεγμένες ταινίες και θεατρικές παραστάσεις, και πλήθος εκπομπών πολιτισμού και τέχνης που με κάποιο τρόπο θα συνδέονται με τα σχολεία και τα πανεπιστήμια. Δεν εννοώ βαρετά μαθήματα αλλά γοητευτικές εκπομπές –αυτό είναι το στοίχημα- οι οποίες θα κάνουν προσιτές τις αξίες, τις γνώσεις και τα αισθήματα που θα μας ανεβάζουν σαν πολίτες» έλεγε σε συνέντευξη στη Β. Γεωργακοπούλου.
Σκηνοθέτησε τις μεγάλου μήκους ταινίες: Τον καιρό των Ελλήνων (1981), Θεόφιλος (1987), Το μόνον της ζωής του ταξείδιον (2001), Ταξίδι στη Μυτιλήνη (2010).
Γύρισε το ντοκιμαντέρ Μπαρουτόμυλοι της Δημητσάνας, για λογαριασμό του Πολιτιστικού Ιδρύματος της ΕΤΒΑ (Βραβείο στη Διεθνή Συνάντηση Αρχαιολογικής Ταινίας Μεσογειακού Χώρου «ΑΓΩΝ», 1998 / Συμμετοχή στη Διεθνή Συνάντηση Αρχαιολογικού Σινεμά του Ροβερέτο, Ιταλία, 1999).
Έγραψε τη συλλογή διηγημάτων Η νυχτερίδα πέταξε, η Ήσυχη και άλλα διηγήματα, και το 2006 Όταν ο Δαμιανός γύριζε την Ευδοκία. Το 2011 εκδόθηκε Το καλοκαίρι θα παίξει την Κλυταιμνήστρα και το 2014 το Ο δάσκαλος αγαπούσε το βωβό σινεμά.
«Ο σκηνοθέτης φτιάχνει τους ανθρώπους των έργων του με τα υλικά που έχει ο ίδιος μέσα του, ώσπου να αυτονομηθούν και να φύγουν, γιατί έχουν αποκτήσει δική τους συμπεριφορά, δεν τους κάνει ό,τι θέλει. Μ' αυτή την έννοια η ταινία είναι αυτοβιογραφική. Και για κάτι ακόμα. Αγαπώ τη Λέσβο, είμαι ένας άνθρωπος που νοητά συνεχώς επιστρέφει στο νησί. Η ταινία είναι η πραγματοποίηση αυτού του νόστου, γιατί τώρα γνωρίζω πως ο νόστος είναι εφικτός μόνο αν συνδυαστεί με τη δημιουργικότητα. Πρέπει να τον συνθέσεις με τη μνήμη σου και την ευαισθησία σου, γιατί όλα έχουν αλλάξει στον τόπο σου. Το ίδιο συμβαίνει και με τον ήρωα της ταινίας. Η επιστροφή του είναι κυρίως μια εσωτερική διαδικασία, μια υπαρξιακή βουτιά στο παρελθόν» έχει πει σε συνέντευξή του στη Βένα Γεωργακοπούλου.
Ο Λάκης Παπαστάθης ήταν παντρεμένος με την ηθοποιό Υβόννη Μαλτέζου. Μαζί απέκτησαν έναν γιο.
50 χρόνια Ευδοκία: Ο Λάκης Παπαστάθης θυμάται το παρασκήνιο της ταινίας που άφησε εποχή