Ο θεατρικός συγγραφέας και σκηνοθέτης René Pollesch (Ρενέ Πόλλες) πέθανε στις 26 Φεβρουαρίου σε ηλικία 61 ετών, όπως ανακοίνωσε η Volksbühne am Rosa-Luxemburg-Platz.
Ο Πόλλες ήταν μια από τις καθοριστικές καλλιτεχνικές προσωπικότητες του θεάτρου από το 2001 και καλλιτεχνικός διευθυντής του από το 2020. Προς το παρόν δεν υπάρχουν πληροφορίες για τα αίτια του θανάτου του.
Η Γερμανία και ο θεατρικός κόσμος αποτίνουν φόρο τιμής σε ένα από τα τρομερά παιδιά του γερμανικού θεάτρου που με τη δουλειά τους διαμόρφωσαν το γερμανικό και ευρωπαϊκό θέατρο στα τέλη του 20ου αιώνα.
Ο Πόλλες δεν αντιμετώπιζε τα έργα του ως «αιωνίως έγκυρες αλήθειες» αλλά περισσότερο ως υλικό το οποίο καθένας μπορεί να χρησιμοποιήσει ώστε να οριοθετήσει τον εαυτό του. Αυτό που κυρίως τον απασχόλησε είναι η αποφυγή στο θέατρο της στεγνής αναπαράστασης της ζωής. Το ζητούμενό του ήταν να επιμένει σε έναν λόγο που θα αποκαλύπτει την κανονικότητα ως κατασκευή και θα μας ωθεί καθημερινά να μην αντιμετωπίζουμε την πραγματικότητα ρεαλιστικά.
Ο Ρενέ Πόλλες γεννήθηκε το 1962 στο Dorheim/Friedberg της Έσσης και σπούδασε στο Ινστιτούτο Εφαρμοσμένων Θεατρικών Σπουδών του Πανεπιστημίου του Giessen με τους Andrzej Wirth και Hans-Thies Lehmann τη δεκαετία του 1980. Τη δεκαετία του 1980, η σχολή αυτή θεωρήθηκε το θεωρητικό λίκνο του "μεταδραματικού θεάτρου", μιας αυτοαναφορικής και αποδομητικής προσέγγισης στη συγγραφή και τη σκηνοθεσία για τη σκηνή.
Εμπνευσμένο από τις θεωρίες του Μπέρτολτ Μπρεχτ και από μεταμοντέρνους καλλιτέχνες, όπως ο σκηνοθέτης Ρόμπερτ Γουίλσον, ο θεατρικός συγγραφέας Χάινερ Μύλλερ και η ομάδα παραστάσεων Wooster Group, το μεταδραματικό θέατρο ενδιαφέρεται λιγότερο για την πλοκή ή την πιστότητα του κειμένου παρά για τη διερεύνηση -και την έκρηξη- της σχέσης μεταξύ μιας σκηνικής παρουσίασης και του κοινού της. Ως συγγραφέας και σκηνοθέτης (σκηνοθετώντας πάντα μόνο τα δικά του κείμενα), ο Πόλλες έγινε μια από τις καθοριστικές φωνές του σύγχρονου θεάτρου.
Ένα από τα πιο εντυπωσιακά χαρακτηριστικά του θεάτρου του είναι ο χειρισμός του και η υπερβολική χρήση της θεωρίας, γι' αυτό και το θέατρό του μπορεί να χαρακτηριστεί ως θέατρο λόγου. Αντί για χαρακτήρες, αφηγήσιμες δράσεις ή συγκρούσεις, έφερε στη σκηνή μια αδιάκοπη ροή λόγου, πάντα στα όρια της υπερβολής που βρήκε πολυάριθμους μιμητές. Ορισμένα από τα νέα του έργα ήταν παραλλαγές προηγούμενων. Ήταν καλλιτεχνικός διευθυντής στο Πράτερ, τη δεύτερη σκηνή της Volksbuehne, που παρουσίαζε πιο πειραματικά έργα, από το 2001-2007.
Οι παραγωγές του Πόλλες παρουσίαζαν το χαρακτηριστικό ύφος του κωμικού και συχνά ήταν επηρεασμένες από τα ψυχαγωγικά σχήματα και τις στήλες των σκανδαλοθηρικών εφημερίδων. Πολλά έργα δανείστηκαν θεματικά και αφηγηματικά στοιχεία από τον arthouse κινηματογράφο.
Με τον Fabian Hinrichs, δημιούργησε τον μονόλογο, με τίτλο «ja nichts ist ok» στη Volksbühne μόλις πριν από δύο εβδομάδες, ο οποίος απέσπασε τις καλύτερες κριτικές.
Ο Ρενέ Πόλλες προσκλήθηκε πολλές φορές στο θεατρικό φεστιβάλ του Mülheim και κέρδισε εκεί δύο φορές τον διαγωνισμό του Mülheim Drama Prize, με τις παραστάσεις "world wide web-slums" (2001) και "Cappuccetto Rosso" (2006). Προσκλήθηκε στο Theatertreffen του Βερολίνου με τα έργα "Stadt als Beute / Insourcing des Zuhause Menschen in Scheiss-Hotels / Sex" (2002) και Kill your Darlings! Streets of Berladelphia" (2012).
Με καλλιτεχνικό διευθυντή τον Φρανκ Κάστορφ, ο Ρενέ Πόλλες ήταν ο αναπληρωτής διευθυντής της Volksbühne am Rosa-Luxemburg-Platz από το 2001. Αποχώρησε από το θέατρο μετά την αποχώρηση του Κάστορφ το 2017. Το 2021 επέστρεψε στον πρώην τόπο εργασίας του, μετά την παραίτηση του Klaus Dörr που κατηγορήθηκε από 10 γυναίκες που εργάστηκαν στο θέατρο για ακατάλληλη συμπεριφορά απέναντί τους.
Ο Πόλλες ανέλαβε το θέατρο μέσα σε ένα θυελλώδες σκηνικό και όλες οι ελπίδες του θεάτρου για την επιστροφή στην παλιά ζωντάνια του εναποτέθηκαν πάνω του.
Η επιστροφή στη Volksbühne ενός από τους πιο ξεχωριστούς θεατρικούς δημιουργούς της θεωρήθηκε ένα νέο ξεκίνημα.
Ο Πόλλες ήταν διαποτισμένος από το πνεύμα της Volksbühne, από τότε που είδε το πρώτο του έργο εκεί στα 17 του χρόνια. "Είναι ο τρόπος με τον οποίο οι άνθρωποι αλληλεπιδρούν μεταξύ τους εδώ, ο τρόπος με τον οποίο όλο το προσωπικό συμμετέχει σε ό,τι συμβαίνει στη σκηνή", είπε σε μια συνέντευξη στους ΝΥΤ. Δεν ήθελε ποτέ να επιστρέψει το θέατρο και στον τρόπο με τον οποίο διοικούσε ο Κάστορφ. "Δεν είμαστε ο Κάστορφ", έλεγε. "Ο Κάστορφ διοικούσε το θέατρο πολύ διαφορετικά από ό,τι εμείς". Λέγοντας «εμείς» εννοούσε τον εαυτό του και μια ομάδα ηθοποιών και επαγγελματιών του θεάτρου που συγκέντρωσε ως συμβουλευτική επιτροπή.
Το μοντέλο που έφτιαξε είναι ένα συνεργατικό μοντέλο που είναι σπάνιο στον γερμανικό θεατρικό κόσμο - και μοναδικό για ένα θέατρο του μεγέθους της Volksbühne, το οποίο διαθέτει μεγάλο προσωπικό και ένα σύνολο ηθοποιών πλήρους απασχόλησης. Θέλησε να ανανεώσει το θέατρο καλώντας τον νεαρό Γάλλο σκηνοθέτη Julien Gosselin και την Αργεντινή χορογράφο Constanza Macras, την απόλυτη σταρ του χορού Flo Holzinger όπως και τον Khavn de la Cruz, ένα Φιλιππινέζο πειραματικό κινηματογραφιστή. Οι ερμηνευτές αγαπούσαν να δουλεύουν με τον Πόλλες επειδή η μέθοδός του δημιουργούσε ένα "είδος ασφαλούς χώρου για τους σκληρά εργαζόμενους ηθοποιούς". Εφαρμόζοντας μια παρόμοια προσέγγιση στη λειτουργία της Volksbühne, ο Πόλλες προσπαθούσε να διευθύνει το θέατρο με έναν πιο δημοκρατικό και λιγότερο τοξικό τρόπο.
Ο Πόλλες μετά το 2017 υπήρξε σταθερά μέλος ενός άλλου ιστορικού θεάτρου του Βερολίνου, του Deutsches Theater, και έχει επίσης εργαστεί σε κεντρικές σκηνές στη Ζυρίχη και στο Αμβούργο της Γερμανίας. Ο Πόλλες πίστευε ότι το θέατρο χρειάζεται διαρκώς ανανέωση. «Μπορείτε να παρακολουθήσετε εύκολα ταινίες που έγιναν σε μια άλλη εποχή», έλεγε. Αλλά, «το θέατρο γερνάει παράλογα γρήγορα».