Εγκρίθηκαν σήμερα ομόφωνα από το Κεντρικό Συμβούλιο Νεωτέρων Μνημείων οι μελέτες στερέωσης, αποκατάστασης και ανάδειξης της Γέφυρας της Πλάκας, στην πρώτη συνεδρίαση του γνωμοδοτικού οργάνου για το 2018.
Η ιστορία του γεφυριού
Το λιθόκτιστο μονότοξο γεφύρι της Πλάκας, έργο του 1866 και κηρυγμένο μνημείο και έργο τέχνης από το 1871, κατέρρευσε την 1η Φεβρουαρίου 2015, έπειτα από τις ισχυρές βροχοπτώσεις που έπληξαν τα Τζουμέρκα. Ωστόσο, όπως είχε διαπιστώσει η ομάδα μελετητών του ΕΜΠ, που προσέφερε αφιλοκερδώς τις προκαταρκτικές μελέτες για το έργο, οι πλημμύρες που δημιουργήθηκαν από τις βροχοπτώσεις δεν ήταν από μόνες τους ικανές να προκαλέσουν βλάβες στο μνημείο, αλλά κύριο αίτιο της κατάρρευσης ήταν η διάβρωση που εντοπίστηκε στο ανατολικό βάθρο της γέφυρας.
Σημειώνεται ότι το 2008 είχαν γίνει κάποιες εργασίες συντήρησης στο μνημείο, οι οποίες δεν ολοκληρώθηκαν, ενώ το 2013 είχε γίνει σύσκεψη αρμόδιων φορέων για την περαιτέρω αναστήλωση του μνημείου, που ωστόσο δεν προχώρησε. Ρωγμές στο μνημείο είχαν εντοπιστεί και το 2014.
Τον Ιούνιο του 2016 τα μέλη του ΚΣΝΜ έδωσαν το πράσινο φως για την αποκατάσταση του γεφυριού και την άμεση υλοποίηση εργασιών στερέωσης των τμημάτων του που δεν είχαν καταρρεύσει. Τον Οκτώβριο και Νοέμβριο του 2017 πραγματοποιήθηκαν επείγουσες εργασίες, όπως η στερέωση και συγκράτηση υφιστάμενων τμημάτων για την αποτροπή του κινδύνου κατάρρευσής τους και η περισυλλογή και διάσωση του αυθεντικού υλικού του μνημείου.
Οι μελέτες, που εγκρίθηκαν σήμερα, τέθηκαν σε όλα τα στάδιά τους υπόψη Επιστημονικής Επιτροπής που συγκροτήθηκε για το σκοπό αυτό (προεδρεύει ο ομότιμος καθηγητής του ΕΜΠ Μανόλης Κορρές) και Κοινής Επιτροπής Παρακολούθησης του έργου.
Σύμφωνα με τις μελέτες θα γίνει αποκατάσταση της γέφυρας στη μορφή που είχε πριν καταρρεύσει. Το γραφείο μελετών που ανέλαβε να τις συντάξει προτείνει την αποκατάσταση της γέφυρας σε δύο στάδια, χωρίς όμως να αποκλείεται να γίνουν σε μία φάση εάν υπάρξει αυτή η δυνατότητα από τον ανάδοχο του έργου.
Όπως διευκρίνισε ο κ. Κορρές, στο μέρος της γέφυρας που λείπει και το οποίο υπολογίζεται στο ήμισυ του συνόλου, θα χρησιμοποιηθεί ως επί το πλείστον νέο υλικό, ενώ «εξετάζεται το αν θα ενσωματωθεί και το παλιό υλικό». Συμπλήρωσε δε ότι «γνωρίζουμε παραδείγματα όπου υπάρχει διαλεκτική σχέση του αυθεντικού υλικού και των συμπληρώσεων».
Η προϊσταμένη της Διεύθυνσης Αναστήλωσης, Αμαλία Ανδρουλιδάκη, παρατήρησε ότι «χρειάζεται άμεση έγκριση των μελετών για να ξεκινήσει το έργο το καλοκαίρι».
σχόλια