«Στις αλλαγές προχωράς με συναινέσεις, κόντρα στο ρεύμα», είχε πει σε μία από τις τελευταίες δημόσιες εμφανίσεις του ο πρώην πρωθυπουργός Κώστας Σημίτης. Ήταν ένας πολιτικός που πάντοτε έλεγε την άποψή του με παρρησία κι ας ήξερε ότι αυτό θα ενοχλούσε. Ο ίδιος δήλωνε σοσιαλιστής δυτικού τύπου και όπως τόνιζε χαρακτηριστικά: «Η πολιτική δραστηριότητα χωρίς αντιθέσεις, χωρίς προσωπικές τριβές, χωρίς κόπο, χωρίς αντιπαλότητες, δεν υφίσταται». Ήταν προοδευτικός, μεθοδικός και μετριοπαθής αλλά και αρκετά επιφυλακτικός στις κοινωνικές του σχέσεις. «Πολιτικός με όραμα», ήταν μια φράση που τον συνόδευε συχνά στη μακρά πορεία του, αφού ταυτίστηκε με την ιδέα του εκσυγχρονισμού και της ευρωπαϊκής σύγκλισης.
Η συμμετοχή της Ελλάδας στην ΟΝΕ, τα μεγάλα έργα για την προετοιμασία των Ολυμπιακών Αγώνων και η ένταξη της Κύπρου στην Ευρωπαϊκή Ένωση ήταν τα κορυφαία επιτεύγματα της οκταετούς θητείας του ως πρωθυπουργού, ενώ η κρίση στα Ίμια ήταν η πιο δύσκολη στιγμή που κλήθηκε να διαχειριστεί. Φίλοι και αντίπαλοι αναγνωρίζουν ότι άφησε σημαντικό αποτύπωμα σε κρίσιμες περιόδους της σύγχρονης ελληνικής πολιτικής ιστορίας. Με πλούσιο ακαδημαϊκό έργο και έντονη αντιδικτατορική δράση, καταγράφηκε ως ένας πολιτικός που συνδέθηκε με τις μεγάλες κοινωνικές και οικονομικές μεταρρυθμίσεις που άλλαξαν την Ελλάδα. Υπήρξε ιδρυτικό στέλεχος του ΠΑΣΟΚ –ιδρύθηκε τον Σεπτέμβριο του 1974–, και είχε γράψει σχετικά: «Η κομματική οργάνωση του ΠΑΣΟΚ πέρασε, από την ίδρυσή της μέχρι το 2004, διάφορες φάσεις. Η φάση της δημιουργίας της διήρκεσε περίπου έως το 1980. Η δεύτερη, της εισροής πολλών νέων μελών, ολοκληρώθηκε στα μέσα περίπου της δεύτερης κυβερνητικής τετραετίας. Πολλοί, βέβαια, ήρθαν για ιδιοτελείς λόγους. Ήθελαν να εξασφαλίσουν διορισμούς ή ευνοϊκή μεταχείριση».
Στην ιδιωτική του ζωή ήταν βιβλιοφάγος, σινεφίλ, πήγαινε πολύ συχνά σε παραστάσεις της Λυρικής Σκηνής, ενώ μέχρι το τέλος είχε πάντα ισχυρή άποψη για όλα τα θέματα της καθημερινότητας. Συγχρόνως, φημιζόταν για τη σεμνότητα και τη διακριτικότητα του οικογενειακού του βίου. Άγνωστες στο ευρύ κοινό παραμένουν και κάποιες πρωτοβουλίες που είχε πάρει, όπως η εντολή που είχε δώσει στο Πάντειο Πανεπιστήμιο ώστε ο μισθός του ως καθηγητή να διατίθεται σε σειρά κοινωφελών σκοπών του ιδρύματος, για παράδειγμα στην οργάνωση της βιβλιοθήκης του. Παράλληλα, του άρεσε να πίνει τον εσπρέσο του σε γνωστό καφέ της πλατείας Κολωνακίου, πολύ κοντά στο διαμέρισμα όπου διέμενε στην οδό Αναγνωστοπούλου· πολλές φορές προτιμούσε να κάνει βόλτες στους Αγίους Θεοδώρους, όπου είχε εξοχικό και έμελλε να αφήσει την τελευταία του πνοή σήμερα σε ηλικία 88 ετών. Υπερηφανευόταν και για τα αμπέλια που διατηρούσε στο κτήμα του έκτασης πενήντα στρεμμάτων στο Κορακοχώρι Ηλείας.
Αυτός ο σεμνός άνθρωπος σε όλες τις κρίσιμες στιγμές, από τη βόμβα στη χούντα μέχρι τη σύγκρουση με όλη την Ευρώπη για την ένταξη της Κύπρου, αποδείκνυε το μέταλλο και τη γενναιότητα ενός ηγέτη που συνδύαζε μαχητικότητα, προετοιμασία και σύνεση. Ο Κώστας Σημίτης ανήκε σε εκείνους τους μεγάλους ηγέτες που προίκισαν την Ελλάδα με πολιτικές μεγάλων οριζόντων και επιτεύγματα μεγάλων στόχων.
H Άννα Διαμαντοπούλου, πρόεδρος του Δικτύου για τη Μεταρρύθμιση στην Ελλάδα και την Ευρώπη, πρώην Επίτροπος της Ε.Ε. αλλά και πρώην υπουργός, ήταν εκείνη που τίμησε, σε ειδική εκδήλωση, τον πρώην πρωθυπουργό Κώστα Σημίτη, παρουσία του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη αλλά και του αρχηγού του ΠΑΣΟΚ Νίκου Ανδρουλάκη. Σε συνομιλία που είχαμε μαζί της μας θύμισε όσα είχε γράψει ο Κώστας Σημίτης: «Με τη λέξη "εκσυγχρονισμός" εννοούμε τη διεύρυνση των δυνατοτήτων της ελληνικής κοινωνίας να αντιμετωπίζει τα προβλήματα της εξέλιξής της και να καθοδηγεί τις λύσεις τους. Δεν είναι μια φάση ή ένα στάδιο ανάπτυξης. Είναι μια διαρκής κοινωνική διεργασία». Και εξήγησε: «Ο Κώστας Σημίτης υπήρξε μια πολυσήμαντη προσωπικότητα με σφραγίδα πολιτικής ταυτότητας. Μια ταυτότητα που διαμορφώθηκε από μια ισχυρή δημοκρατική παράδοση, από την κατανόηση των ολέθριων συνεπειών ενός εμφύλιου πολέμου που όλοι ήταν εναντίον όλων και από την επιρροή των σοσιαλδημοκρατικών κομμάτων στην Ευρώπη όπου έζησε ως φοιτητής, ως καθηγητής, ως εξόριστος. Μια πολιτική και ιδεολογική ταυτότητα που όρισε τη σχέση του με την κοινωνία, με την πολιτική, με το κράτος, με την Ευρώπη και κυρίως με το εθνικό μας ζήτημα.
Πέρα όμως από την πολιτική και ιδεολογική ταυτότητα υπάρχει και αυτή του χαρακτήρα του ανθρώπου. Πολλές φορές περιγράφηκε ως ένας εξαιρετικά σεμνός και χαμηλών τόνων πολιτικός, χωρίς ρητορικές εκρήξεις, που δεν άλλαξε ποτέ του τις πολιτισμικές και προσωπικές του συνήθειες για να γίνει λαϊκός (κατά τον ορισμό της εποχής) και αρεστός. Αυτός ο σεμνός άνθρωπος σε όλες τις κρίσιμες στιγμές, από τη βόμβα στη χούντα μέχρι τη σύγκρουση με όλη την Ευρώπη για την ένταξη της Κύπρου, αποδείκνυε το μέταλλο και τη γενναιότητα ενός ηγέτη που συνδύαζε μαχητικότητα, προετοιμασία και σύνεση. Ο Κώστας Σημίτης ανήκε σε εκείνους τους μεγάλους ηγέτες που προίκισαν την Ελλάδα με πολιτικές μεγάλων οριζόντων και με επιτεύγματα μεγάλων στόχων.
Οι επιλογές του, η επιμονή του, η μεθοδικότητά του (που αποτυπώθηκε με το περίφημο μπλοκάκι), καθόρισαν και σφράγισαν την πορεία της χώρας μετά τη Μεταπολίτευση και διαμόρφωσαν το σημερινό ελληνικό κράτος με τη συμμετοχή της χώρας στην ΟΝΕ, με τα μεγάλα έργα που έδωσαν νέες δυνατότητες στη χώρα, με μια μελετημένη κοινωνική πολιτική, με το ΕΚΑΣ και τη Βοήθεια στο Σπίτι, αλλά και με την ιστορικής σημασίας Εθνική Επιτυχία Εισόδου της Κύπρου στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Ο πολιτικός που πέτυχε εμβληματικούς εθνικούς στόχους, όπως το να βάλει την Ελλάδα στον βασικό πυρήνα της Οικονομικής και Νομισματικής Ένωσης και να εντάξει την Κύπρο στην Ε.Ε., κόντρα σε όλες τις προβλέψεις αλλά και τις επιθυμίες Ευρωπαίων ηγετών της εποχής, διέπονταν σταθερά από το φρόνημα του πατριωτισμού που απέρριπτε τις μεγάλες λέξεις και τις τζάμπα μαγκιές». Και κατέληξε: «Άφησε πίσω του μεγάλες μεταρρυθμίσεις με κοινωνικό πρόσημο, μεγάλα έργα που άλλαξαν την Ελλάδα και ίσως είναι ο μόνος Έλληνας πολιτικός που άφησε ένα τόσο πλούσιο συγγραφικό έργο. Μέσα από τα βιβλία του εμείς αλλά και οι γενιές που έρχονται μπορούν να μελετήσουν μια σημαντική περίοδο της Ελλάδας με μεγάλα επιτεύγματα, μεγάλες προκλήσεις και μεγάλα προβλήματα».
Ένας από τους πιο γνωστούς υπουργούς της κυβέρνησης Σημίτη ήταν και ο ακαδημαϊκός και πρώην πρύτανης του ΕΚΠΑ Μιχάλης Σταθόπουλος. Ως υπουργός Δικαιοσύνης υλοποίησε το 2000 την απόφαση της τότε κυβέρνησης να μην αναγράφεται το θρήσκευμα στις ταυτότητες. Στη συζήτησή μας με αφορμή τον θάνατο του πρώην πρωθυπουργού δήλωσε: «Ο Κώστας Σημίτης, πρώτον, δεν ήταν λαϊκιστής, δεν ήταν εθνικιστής, δεν ήταν κομματικός. Δεύτερον, ιδεολογικά ήταν σοσιαλδημοκράτης, ρεαλιστής, συναινετικός. Τρίτον, πνευματικά ήταν διανοούμενος και φιλότεχνος. Φυσικά, δεν ήταν αψεγάδιαστος. Έτσι, μερικές φορές έδειξε ατολμία, σε άλλες περιπτώσεις ήταν περισσότερο συμβιβαστικός απ' ό,τι έπρεπε. Τελικά, τον θεωρώ τον καλύτερο πρωθυπουργό της χώρας από τη Μεταπολίτευση έως και σήμερα».
«Για τη στιβαρή προσωπικότητα του Κώστα Σημίτη και τον γενναίο βίο του δεν χρειάζεται να ειπωθούν πολλά. Ακέραιος πολιτικός μα και ενεργός, μαχητικός πολίτης, όταν η ίδια η ιδιότητα του πολίτη είχε καταργηθεί από τη χούντα. Άνθρωπος των ιδεών, ευρωπαϊστής, από τους Ευρωπαίους αριστερούς της μακράς ρεφορμιστικής παράδοσης και όχι της κομμουνιστικής ρήξης, υπήρξε για δεκαετίες ένα μειοψηφικό παράδειγμα. Σε αντίθεση, όμως, με τους περισσότερους από τους συνοδοιπόρους του αστικού προοδευτισμού, ο ίδιος είχε πραγματική τριβή με το λαϊκό στοιχείο, με τους καθημερινούς ανθρώπους, παρά τις ρηχές κριτικές για τη φερόμενη ως μη-σχέση του με τον λαό. Ας μην ξεχνάμε ότι ήταν για δεκαετίες βουλευτής Πειραιά. Δεν ήταν κάποιος που απολάμβανε προνόμια ως ειδήμονας μα ένας πολιτικός του κλασικού και δύσκολου δημοκρατικού αγώνα. Και αυτή η διπλή διάσταση του επέτρεπε να είναι όχι μόνο σημαντικό τμήμα του ΠΑΣΟΚ και της Ιστορίας του αλλά και αντι-παράδειγμά του», επισημαίνει στη LiFO ο Παναγής Παναγιωτόπουλος, αναπληρωτής καθηγητής στο Τμήμα Πολιτικής Επιστήμης και Δημόσιας Διοίκησης ΕΚΠΑ.
«Για την άσκηση της εξουσίας σε δύο συναπτές θητείες αξίζει και πρέπει να ειπωθούν πολύ περισσότερα. Δυο μεγάλα μεγέθη αυτής της πορείας θα ήθελα να σημειώσω: ο Σημίτης, με το εγχείρημα του εκσυγχρονισμού, εντάσσεται στους πρωθυπουργούς του 20ού αιώνα που ανασυγκρότησαν τις στρατηγικές επιλογές της χώρας. Το 1996, όταν ανέλαβε την πρωθυπουργία, η Ελλάδα έτεινε να εγκλωβιστεί σε έναν ιδιότυπο "βαλκανισμό" ή, σε κάθε περίπτωση, έδειχνε να παρασύρεται από τη ροπή της στον αυτο-εξωτισμό και σε έναν χαμηλής έντασης μιζεραμπιλισμό. Η κοινωνία όμως είχε, μαζί με αυτά, και μια σαφή ευρωπαϊκή ροπή και μια θέληση συντονισμού με τις μεγάλες αλλαγές του κόσμου.
Το πιο ενδιαφέρον, που δυσκολευόταν να δει ο Σημίτης και ο κοινωνικός του χώρος, είναι η αλήθεια, είναι πως αυτές οι δύο ροπές δεν ήταν δύο Ελλάδες που μάχονταν η μία την άλλη αλλά η συγκατοίκηση δύο κόσμων μέσα στο ίδιο σώμα. Έστω σε αυτήν τη συνθήκη ο Σημίτης ξεδίπλωσε με συνέπεια, με έργα και λόγο, το εγχείρημα του εκσυγχρονισμού. Πολλά μπορούν να ειπωθούν για το περιεχόμενο αυτού του εκσυγχρονισμού, επαινετικά και κριτικά. Αυτή όμως είναι και η μεγάλη συνεισφορά του, ότι συγκρότησε ένα πλαίσιο, χρωμάτισε με δύναμη τις μεγάλες στρατηγικές επιλογές της ελληνικής κοινωνίας και τις κατηύθυνε με συγκεκριμένο τρόπο. Αυτό το πλαίσιο οργάνωσε τη δημόσια ζωή και τη δημοκρατική εμπειρία της δεύτερης φάσης της Μεταπολίτευσης, τη νοηματοδότησε. Επέτρεψε, με άλλα λόγια, να διεξαχθούν αγώνες και μάχες εντός της. Και γι' αυτόν τον λόγο ακριβώς δεν χρειάζεται να συμμερίζεται κανείς την ιδεολογία του εκσυγχρονισμού για να καταλάβει ότι πρόκειται για ένα ορόσημο της σύγχρονης ιστορίας μας. Το πλαίσιο, οι όροι, η σαφήνεια, επέτρεπαν εξίσου τη στράτευση σε αυτήν και τη διαφωνία με αυτή, πάντοτε όμως με τρόπο νοηματοδοτημένο.
Από αυτό το σημείο ξεκινάει και το δεύτερο μέγεθος της προσφοράς του. Μέσα από τη σαφήνεια του πλαισίου και τη στοχοθεσία του εκσυγχρονιστικού εγχειρήματος, η περίοδος Σημίτη θα φέρει στο φως μείζονες δυναμικές και αδράνειες που υπήρχαν στη χώρα, σε ορισμένες περιπτώσεις θα τις αποκαλύψει, θα τις καταστήσει ανάγλυφες. Για να το πούμε αλλιώς, τη δεκαετία του ’90 κοιταχτήκαμε πολύ καλά στον καθρέφτη και είδαμε τα πολλά μας πρόσωπα σε αυτόν. Επαναλαμβάνω, όχι τις πολλές Ελλάδες, όχι τη χώρα του αστικού εκσυγχρονισμού από τη μια και εκείνη του φοβικού λαϊκισμού από την άλλη αλλά τη μεικτή μας "μούρη", τη συνθετότητά μας σε όλη της τη δύναμη και την αδυναμία.
Να σημειωθεί, πάντως, ότι ο Σημίτης λοιδορήθηκε και πολεμήθηκε με αδιανόητη εχθρότητα από εκείνους που εύκολα, και συχνά χυδαία, έβρισκαν στο πρόσωπό του το ιδανικό θύμα του εγγενούς θυμού τους και της κακότητάς τους. Στην πραγματικότητα, όσοι έσταξαν τόνους δηλητηρίου για το πρόσωπό του, εμπόδισαν και την κριτική που όφειλε να ασκείται στην εξουσία του και την ιδεολογία της». Κλείνοντας, ο κ. Παναγιωτόπουλος πρόσθεσε: «Ως υστερόγραφο, αξίζει να αναφερθεί ότι η διακυβέρνηση Σημίτη ήρθε πρώτη αντιμέτωπη με τη δίνη των μεγάλων διακινδυνεύσεων, το σύμπαν των απειλών και την εμπειρία του τραυματικού γεγονότος. Τέσσερα τέτοια γεγονότα ξεχωρίζουν στη θητεία του, και το καθένα βρήκε από την πολιτική εξουσία του μια διαφορετική απάντηση. Το ναυάγιο του Σάμινα το 2000 ήρθε πάνω σε μια συνθήκη τεχνολογικού εκσυγχρονισμού και συγκέντρωσης κεφαλαίου στην ακτοπλοΐα. Συνέβη δε την ώρα της μεγάλης κοινωνικής αισιοδοξίας, για να την πλήξει ισχυρά. Η διατύπωση "αυτή είναι η Ελλάδα" έδειχνε αδυναμία κατανόησης του ότι οι προσδοκίες που το ίδιο το εκσυγχρονιστικό εγχείρημα είχε καλλιεργήσει ήταν σημαντικότερες από τον ρεαλισμό στον οποίο μας καλούσε να προστρέξουμε. Έναν χρόνο πριν η κατάρρευση του ελληνικού χρηματιστηρίου φανέρωσε κοινωνικές ματαιοδοξίες που είχαν καλλιεργηθεί και μαζί τις πλήγωνε.
Η πολιτική εξουσία είχε αφήσει την κοινωνία να ρισκάρει, δεν είχε πλαισιώσει την επιθυμία της και κυρίως δεν την είχε εκπαιδεύσει στη συλλογική και προσωπική διαχείριση του λελογισμένου κινδύνου. Η Ελλάδα της κατανάλωσης, που είχε πάρει τη θέση της Ελλάδας της αποταμίευσης, είχε μετατραπεί σε μια χώρα του εύκολου κέρδους και της τραυματικής αναίρεσής του. Αντιθέτως, το κράτος και η πολιτική εξουσία διαχειρίστηκαν με εντυπωσιακή επάρκεια τον τραγικό σεισμό του 1999, προσφέροντας την αρωγή ενός σύγχρονου κράτους στους πολίτες του. Η αίσθηση κοινής μοίρας, ανθεκτικότητας, διεθνούς αλληλεγγύης και επαγγελματισμού απάλυνε τον πόνο και έδωσε πνοή στη δημοκρατική εμπειρία σε μια οδυνηρή στιγμή. Υπάρχει, τέλος, το τραύμα των Ιμίων, που αναδεικνύει μια διττή συνθήκη και ένα πλέγμα εσωτερικών αντινομιών της ελληνικής κοινωνίας. Από τη μια το δικαίως πληγωμένο συναίσθημα εθνικής υπερηφάνειας, από την άλλη η βαθιά και πανίσχυρη τάση για τη συνέχιση μιας ειρηνικής ζωής που δεν θα διαταραχθεί από κάτι που η ίδια η κοινωνία θεωρεί παρωχημένο, τον πόλεμο. Στην άγουρη ακόμα τότε διακυβέρνηση Σημίτη αντανακλώνται και οι δύο αυτές όψεις».
«Η πρώτη μου "συνάντηση" με τον Κώστα Σημίτη ήταν το μακρινό 1983, όταν, φοιτήτρια Νομικής και μέλος του Δημοκρατικού Αγώνα, αναζητούσα πολύπλευρη βιβλιογραφική υποστήριξη στις επιστημονικές και πολιτικές ανησυχίες μου», σημειώνει από την πλευρά της η καθηγήτρια του Πανεπιστημίου Αιγαίου Λίλιαν Μήτρου και μία από τις πιο στενές συνεργάτιδές του, αφού κατά το διάστημα 1996-2004 υπήρξε σύμβουλος και διευθύντρια Οργάνωσης και Διοίκησης του πολιτικού γραφείου του πρωθυπουργού.
Για τον άνθρωπο πίσω από τον πολιτικό λέει: «Μπορεί να έγινε γνωστός για το "μπλοκάκι" και τα "σημειώματα" με τα ευανάγνωστα, αρμονικά, ζυγισμένα, σχεδόν καλλιγραφικά γράμματα, αλλά θέλω να σταθώ στη μεθοδικότητα που τον χαρακτήριζε όσον αφορά την επισήμανση των σημαντικών και το διαρκές ενδιαφέρον του για την υλοποίησή τους. Πάντως, αυτό που δεν ξεχνώ είναι ότι πάντοτε σεβόταν τον συνομιλητή του αλλά και την αντίθετη άποψη. Άκουγε με προσοχή τον κριτικό λόγο, κατέγραφε την αντίθεση, επιδίωκε μέσα από τη συζήτηση και την αντιπαράθεση επιχειρημάτων τη βέλτιστη λύση, έχοντας κατά νου πάντα μια πιο ολιστική θεώρηση του προβλήματος. Όποιος δεν στεκόταν σε κάποια από τα γνωστά σαρδάμ του, που κι εμείς οι συνεργάτες του τα μετρούσαμε μερικές φορές χαμογελώντας, μπορούσε να διαγνώσει αυτή την επιδίωξη στη δομή, τη διατύπωση, την εκφορά του λόγου του. Αναμφίβολα, ήταν ειλικρινής, ουσιαστικός και φιλικός στις συναναστροφές του, αλλά ποτέ διαχυτικός, πόσο μάλλον "θορυβώδης" στις εκδηλώσεις του στη δημόσια σφαίρα ή πομπώδης στις εκφράσεις που επέλεγε στον δημόσιο και ιδιωτικό λόγο του».
Ο οικονομολόγος και καθηγητής στο Τμήμα Στατιστικής και Ασφαλιστικής Επιστήμης του Πανεπιστημίου Πειραιά, Πλάτων Τήνιος, ήταν πολύ κοντά στο πρώην πρωθυπουργό και άνηκε στην ομάδα των «εξ απορρήτων» του. Σήμερα θυμάται: «Ο Κώστας Σημίτης οραματίστηκε, οργάνωσε και υλοποίησε μεγάλες αποφάσεις και ριζικές στροφές, κατοχυρώνοντας ξεχωριστή θέση στην Ιστορία. Είχα την τιμή και τη μεγάλη τύχη να τον γνωρίσω ως προϊστάμενο, όταν εγώ, νεαρός οικονομολόγος εισαγωγής, έκανα τα πρώτα μου επαγγελματικά βήματα. Από την πρώτη στιγμή, και παρά τους χαμηλούς τόνους, άκουγε με ενδιαφέρον και προσοχή, είχε περιέργεια για το καινούργιο, συνέθετε απόψεις δημιουργικά και επέβλεπε την υλοποίηση των αναθέσεων με συμπάθεια. Έτσι σχηματίζονταν ομάδες συνεργατών με πεποίθηση στη σημασία του έργου που αναλάμβαναν, συμπληρωματικούς ρόλους και εσωτερική συνοχή, θεμελιώνοντας διαχρονικούς προσωπικούς δεσμούς. Συγκολλητική ύλη ήταν η αίσθηση ότι υπηρετούσαμε αρχές, ότι ήμασταν τμήμα μιας ευρύτερης προσπάθειας που άξιζε τον κόπο, πέρα από υστεροβουλίες και προσωπικές στρατηγικές. Αν πέτυχε το εγχείρημα, το οφείλουμε στον ίδιο τον εμψυχωτή Κώστα Σημίτη με το μειλίχιο ύφος, το σαρδόνιο χιούμορ αλλά και την προσήλωση σε αξίες και μακροχρόνιους στόχους».
Η καθηγήτρια Φιλοσοφίας του Πανεπιστημίου Αθηνών, Βάσω Κιντή, αναφέρει: «Ο Κώστας Σημίτης ήταν ευρωπαϊστής και έκανε ευρωπαϊκή πολιτική όταν αυτό ήταν ελάχιστα δημοφιλές. Ήταν ήπιος και συγκρατημένος όταν επικρατούσε η δημαγωγία. Έδωσε με σθένος, και κέρδισε, μάχες που άξιζαν, ενώ είχαν γι’ αυτόν κόστος: η αντίσταση στη δικτατορία, οι ταυτότητες, ο ευρωπαϊκός προσανατολισμός της χώρας. Πίστευε στην ελευθερία και την ισότητα, ήταν δημοκράτης, καλλιεργημένος, αξιοπρεπής και σοβαρός».
Ο Νικηφόρος Διαμαντούρος, εκτός από επιφανής ακαδημαϊκός, έχει υπάρξει Ευρωπαίος διαμεσολαβητής και ήταν ο πρώτος Έλληνας Συνήγορος του Πολίτη. «Ο θάνατος του Κωνσταντίνου Σημίτη σηματοδοτεί και επιπλέον εκφράζει ένα τέλος εποχής, της οποίας το ιστορικό αποτύπωμα, παρά τις όποιες μίζερες αντιδράσεις, που αναπόφευκτα θα υπάρξουν, θα φέρει ανεξίτηλα και εμφαντικά τη σφραγίδα του. Ως δημόσιο άνδρα τον διέκρινε το θάρρος, η ευθυκρισία, η βαθιά αίσθηση ευθύνης απέναντι στους συμπολίτες του, και η καντιανής προέλευσης κατηγορηματική επιταγή να συμβάλλει στα κοινά και να προάγει την περαιτέρω εμπέδωση του κράτους δικαίου στη χώρα, καθώς και να εμβαθύνει και να εμπλουτίσει τη φιλελεύθερη δημοκρατία, σύμφωνα με τις σοσιαλδημοκρατικές αρχές της μετριοπαθούς μεταρρυθμιστικής Αριστεράς, τις οποίες κληρονόμησε από την οικογένειά του, ανέπτυξε και εμπέδωσε στη Γερμανία και Αγγλία, κατά τη διάρκεια των σπουδών του, και στις οποίες παρέμεινε πιστός μέχρι τέλους. Ως ιδιώτη πολίτη το χαρακτήριζε η απλότητα, η σεμνότητα, οι χαμηλοί τόνοι, η συστηματική αποφυγή των κάθε είδους ακροτήτων, η ενσυναίσθηση, η ανθρωπιά, καθώς και ένα έντονο συναίσθημα ακριβοδικίας, που αποτέλεσε κρίσιμο αλλά και εμφαντικό συστατικό στοιχείο της ηγετικής πλευράς ενός κατά βάση συνεσταλμένου χαρακτήρα. Θεωρώ ότι, εν τέλει, η ιστορία θα τον δικαιώσει και θα του αναγνωρίσει ανεπιφύλακτα τη θέση που του αρμόζει δίπλα στους θεμελιωτές της φιλελεύθερης δημοκρατικής μας παράδοσης και της διασφάλισης της ευρωπαϊκής της πορείας, όπως, κυρίως, οι Χαρίλαος Τρικούπης, Ελευθέριος Βενιζέλος και Κωνσταντίνος Καραμανλής», είναι το δικό του σχόλιο για τον πρώην πρωθυπουργό με τον οποίο συνδέθηκε πολύ στενά στο παρελθόν. Τέλος, ο υπουργός Επικρατείας, Άκης Σκέρτσος, είπε: «Ο Κώστας Σημίτης μας έμαθε με το προσωπικό του παράδειγμα πώς είναι να εργάζεσαι για μια ισχυρή Ελλάδα σε μια ισχυρή Ευρώπη. Δεν κέρδισε όλες τις μάχες που έδωσε. Ωστόσο, πέτυχε τον μείζονα εθνικό στόχο της ένταξής μας στη Νομισματική Ένωση της Ευρώπης, που αποδείχτηκε σωτήρια στα χρόνια της μεγάλης κρίσης, όπως και της ένταξης της Κύπρου στην Ε.Ε.. Πατριώτης και Ευρωπαίος».
Το σίγουρο είναι ότι ο πρώην πρωθυπουργός ανήκει στις πιο σημαντικές και πολύπλευρες πολιτικές προσωπικότητες της νεότερης ιστορίας μας και ξεχώριζε επειδή στάθηκε με σθένος απέναντι στον λαϊκισμό και στη δημαγωγία. Ας τον θυμόμαστε μέσα από τα δικά του λόγια. Στην πολιτική του αυτοβιογραφία έγραψε: «Για να πετύχεις, λοιπόν, χρειάζεται να είσαι εξωστρεφής και να επιδεικνύεσαι. Με αυτή την έννοια, ήμουν εσωστρεφής. Δεν έκανα εκείνο που δεν μου ταίριαζε. Δυσφορούσα όταν με πίεζαν να ακολουθήσω τον κανόνα της επίδειξης. Και πολλές φορές φαινόμουν απόμακρος. Μ’ ενδιέφερε κυρίως να προσέχει ο κόσμος τις πολιτικές μου αναλύσεις και προτάσεις. Να πείθω με επιχειρήματα. Δεν επιδίωξα να "πουλήσω" την εικόνα ενός ηγέτη που οδηγεί σταθερά τις μάζες προς ένα καλύτερο αύριο».