Ένας «φουντωτός» κάβουρας που ανακαλύφθηκε ανοιχτά των ακτών της Δυτικής Αυστραλίας, «βαφτίστηκε» από το πλοίο που μετέφερε τον Δαρβίνο στα θαλασσινά ταξίδια του στον κόσμο.
Το νέο είδος, Lamarckdromia beagle, ανήκει στην οικογένεια των Dromiidae που είναι ευρέως γνωστά ως καβούρια σφουγγάρια.
Τα καρκινοειδή αυτής της οικογένειας χρησιμοποιούν τα θαλάσσια σφουγγάρια, αλλά και τα ασκίδια για προστασία. Κόβουν τα πλάσματα αυτά με τις δαγκάνες τους και τα φορούν σαν καπέλα.
Σύμφωνα με τον δρα. Άντριου Χόσι, επιμελητή στο μουσείο της Δυτικής Αυστραλίας, τα συγκεκριμένα καβούρια έχουν προσαρμόσει έτσι τα πίσω τους πόδια ώστε να μπορούν να κουβαλούν τα προστατευτικά τους «καπέλα».
«Το σφουγγάρι ή το ασκίδιο συνεχίζει να μεγαλώνει και τελικά διαπλάθεται στο σχήμα της πλάτης του καβουριού. Δε θα προσκολληθεί ποτέ... σχηματίζει απλώς ένα ωραίο καπέλο που "κάθεται" σχετικά άνετα πάνω στο καβούρι» εξηγεί ο ίδιος.
Σχεδόν με τρόπο ανάλογο που τα καβούρια ερημίτες χρησιμοποιούν τα κοχύλια για την προστασία τους, έτσι και τα σφουγγάρια βοηθούν τα καβούρια Dromiidae να καμουφλάρονται, ξεγελώντας τους θηρευτές τους - χταπόδια και άλλα καρκινοειδή.
Πολλές φορές τα σφουγγάρια που κουβαλούν στη ράχη τους ξεπερνούν τα ίδια σε μέγεθος και επίσης τους παράσχουν ένα χημικό παράγοντα αποτροπής: «Κάποια από αυτά τα χημικά που παράγουν τα σφουγγάρια είναι πολύ βλαβερά. Δεν υπάρχουν πολλοί ενεργοί θηρευτές που θα ενδιαφέρονταν να μασουλήσουν το σφουγγάρι για να φτάσουν στο καβούρι» σημειώνει.
Το νέο αυτό είδος ανακάλυψε ξεβρασμένο σε μια παραλία της Δυτικής Αυστραλίας μια οικογένεια Δανών που το έστειλε στο μουσείο για αναγνώριση.
Ο Χόσι, εξειδικευμένος στα καρκινοειδή και τα θαλάσσια σκουλήκια και ο Κόλιν ΜακΛέι, θαλάσσιος βιολόγος στο πανεπιστήμιο του Καντέρμπουρι της Νέας Ζηλανδίας, χαρακτήρισαν το συγκεκριμένο καβούρι ως νέο είδος, ένα από τα τρία καβούρια σφουγγάρια του γένους Lamarckdromia.
Το όνομα του νέου αυτού είδους τιμά το HMS Beagle, του οποίου το δεύτερο ταξίδια μεταξύ 1831 και 1836, οδήγησε τον Δαρβίνο στη θεωρία της φυσικής επιλογής. «Επίσης, επειδή είναι καφετί, είναι σαν χρωματισμός μπιγκλ», λέει ο Χόσι.
«Η ανακάλυψη νέων ειδών στη Δυτική Αυστραλία δεν είναι κάτι ασυνήθιστο. Ο αριθμός των πραγμάτων που δεν ξέρουμε πως υπάρχουν στα αυστραλιανά νερά, παραμένει τεράστιος» σημειώνει.
Με πληροφορίες από Guardian