Ο θάνατος περίπου 380 φαλαινών - πιλότων στις δυτικές ακτές της Τασμανίας επιβεβαιώθηκε την Τετάρτη, με τους διασώστες να δίνουν μάχη για 30 που είναι ακόμη ζωντανές.
Περισσότερες από 450 φάλαινες - πιλότοι εγκλωβίστηκαν σε αμμοσύρτες και παραλίες στο Macquarie Harbour με τις προσπάθειες διάσωσης να ξεκινούν το πρωί της Τρίτης. Περίπου 50 φάλαινες διασώθηκαν και οδηγήθηκαν στον ωκεανό.
Τα συνεργεία διάσωσης είχαν επικεντρωθεί σε 270 φάλαινες που είχαν εξοκείλει κοντά στην πόλη Strahan, αλλά την Τετάρτη το πρωί εντοπίστηκαν επιπλέον 200 φάλαινες περίπου 10 χιλιόμετρα μακριά, από ένα ελικόπτερο. Αργότερα, αξιωματούχοι επιβεβαίωσαν τον θάνατό τους.
Όπως μεταδίδει ο Guardian, ο αριθμός αυτός αποτελεί ίσως παγκόσμιο ρεκόρ και είναι σίγουρα ο μεγαλύτερος στην ιστορία της Αυστραλίας. Από την πλευρά του ο Nic Deka, περιφερειακός διευθυντής του Tasmania Parks and Wildlife Service, ανέφερε ότι δίνεται αγώνας για τη διάσωση 30 φαλαινών, ωστόσο η προσοχή πλέον στρέφεται και στα νεκρά θηλαστικά.
«Θα προσπαθήσουμε να σώσουμε όσο περισσότερα από τα υπόλοιπα ζώα μπορούμε», ανέφερε ο θαλάσσιος βιολόγος Kris Carlyon, ενώ δήλωσε πως με την εύρεση των 200 επιπλέον φαλαινών, σημειώθηκε νέο ρεκόρ στην ιστορία της Τασμανίας.
Σύμφωνα με τα αρχεία περίπου 294 φάλαινες - πιλότοι, εξόκειλαν στις βορειοδυτικές ακτές της Τασμανίας το 1935.
Περίπου 60 διασώστες, υπό την καθοδήγηση του Marine Conservation Program της κυβέρνησης της Τασμανίας, ανέλαβαν έργο την Τετάρτη και επικεντρώθηκαν στην περιοχή που ονομάζεται Fraser Flats. Περίπου 25 φάλαινες, με την βοήθεια πλωτών μέσων, αποκολλήθηκαν από τις αμμώδεις περιοχές και οδηγήθηκαν στα ανοιχτά την Τρίτη, δύο ωστόσο επέστρεψαν στο σημείο. Άλλες 25 διασώθηκαν την Τετάρτη.
Σύμφωνα με τον Nic Deka η νέα ομάδα των 200 φαλαινών εντοπίστηκε σε δύο όρμους σε απόσταση επτά έως δέκα χιλιομέτρων από την κύρια περιοχή διάσωσης. Το πιθανότερο σενάριο είναι ότι πέρασαν απαρατήρητες, την ίδια ώρα με τις υπόλοιπες, από την είσοδο του λιμανιού. Το λιμάνι έχει μήκος περίπου 35 χιλιόμετρα και πλάτος σχεδόν οκτώ.
«Από αέρος όλες φαίνονται νεκρές», ανέφερε ο Deca σημειώνοντας πως το νερό έχει πολύ σκούρο χρώμα και ίσως εξόκειλαν πριν ξεβραστούν στον κόλπο.
Παράλληλα υποστήριξε ότι ακόμα και αν είχαν εντοπιστεί τη Δευτέρα θα ήταν αδύνατο να είχαν σωθεί. Όταν βρέθηκαν οι πρώτες 270 φάλαινες, εκτιμήθηκε ότι περίπου 90 ότι ήταν ήδη νεκρές. «Θα είχαμε εστιάσει στα Fraser Flats καθώς εκεί ήταν εκείνες που είχαν τις περισσότερες πιθανότητες να επιβιώσουν».
Την Τρίτη, ο Deca ανέφερε στον αυστραλιανό Guardian ότι, όσον αφορά τα νεκρά ζώα, εξετάζονται δύο μέθοδοι: η ταφή τους ή η μεταφορά τους ανοιχτά όπου και θα παρασυρθούν από τα ρεύματα του ωκεανού. Παράλληλα σημείωσε πως αν οι νεκρές φάλαινες παραμείνουν στο λιμάνι θα προκύψει μία «σειρά θεμάτων».
Περίπου σαράντα κυβερνητικά στελέχη και είκοσι εθελοντές, κυρίως από τις ιχθυοκαλλιέργειες της περιοχής, συμμετέχουν στην προσπάθεια διάσωσης. Βουτούν στο νερό και περνούν ιμάντες κάτω από τις φάλαινες για να τις σηκώσουν από την άμμο. Δεκαεπτά ναυαγοσώστες με έξι φουσκωτά και ένα διασωστικό συμμετέχουν. Στις φάλαινες τοποθετούνται ειδικές ετικέτες ώστε να παρακολουθούνται.
Οι φάλαινες - πιλότοι θεωρούνται ιδιαίτερα κοινωνικά θηλαστικά και πρέπει να απομακρυνθούν αρκετά από την κύρια ομάδα ώστε να μην επιστέψουν. Ο Deca ανέφερε ότι ήταν απογοητευτικό το γεγονός ότι δύο φάλαινες που σώθηκαν την Τρίτη επέστρεψαν στο σημείο «αλλά η πλειονότητα των φαλαινών [που σώσαμε] είναι ακόμα έξω, στα βαθιά νερά και εξακολουθεί να κολυμπά».
Σύμφωνα με τον Carlyon δεν υπάρχει τίποτα που να αποδυκνείει πως το γεγονός αυτό προκλήθηκε από τον άνθρωπο. Αντίθετα, απολιθώματα, αποδεικνύουν πως κάτι τέτοιο έχει συμβεί και στο παρελθόν. «Μπορούμε να κάνουμε λίγα για την πρόληψή του», είπε. Παρόλο που σύμφωνα με τον Carlyon πρόκειται για ένα «φυσικό φαινόμενο» υπήρχε η πεποίθηση πως οι φάλαινες έπρεπε να βοηθηθούν.
Παράλληλα υποστήριξε πως η ευθανασία δεν εξετάστηκε. «Πιστεύουμε ότι μπορούμε [να σώσουμε] όσες είναι ακόμη ζωντανές».
Με πληροφορίες από Guardian
σχόλια