Η πρόοδος της επιστήμης στην αντιμετώπιση του καρκίνου, με έμφαση στην εξιχνίαση της κληρονομικής διάστασής του, ήταν στο επίκεντρο διάλεξης του καθηγητή Δρακούλη Γιαννουκάκου, διευθυντή ερευνών στο Εργαστήριο Μοριακής Διαγνωστικής ΙΠΡΕΤΕΑ, του Εθνικού Κέντρου Έρευνας Φυσικών Επιστημών «Δημόκριτος».
Από το 1886, όταν έγινε η πρώτη αναφορά στον κληρονομικό καρκίνο από τον Πιερ Πολ Μπροκά, μέχρι το 1987, όταν παρουσιάστηκε η πρώτη τεκμηριωμένη μελέτη σχετικά με μία περίπτωση κληρονομικού ρετινοβλαστώματος, οι γνώσεις μας για την κληρονομικότητα έχουν αυξηθεί σε εντυπωσιακό βαθμό, εξασφαλίζοντάς ολοένα περισσότερες δυνατότητες πρόβλεψης και θεραπείας της νόσου, επεσήμανε ο καθηγητής.
Σήμερα γνωρίζουμε ότι ο καρκίνος είναι μια γενετική ασθένεια, που αφορά αλλαγές ή μεταλλάξεις των γονιδίων των κυττάρων μας. Υπάρχουν τρία είδη:
- Ο σποραδικός καρκίνος- αφορά το 70% των περιπτώσεων και οφείλεται σε τυχαίους παράγοντες, εξωγενείς
- Ο οικογενής, δηλαδή συσσώρευση καρκίνων σε μια οικογένεια χωρίς προσδιορισμένο αίτιο, ενδεχομένως σχετιζόμενους με το κοινό περιβάλλον ή τη διατροφή- καλύπτει το 20% των περιπτώσεων και
- Ο κληρονομικός- καλύπτει το 10% των περιπτώσεων
Οι εν λόγω μεταλλάξεις είναι «πρόσφατες» (1.000- 2.000 χρόνων) και δεν συνδέονται με την αρχαία γενετική ποικιλομορφία του ανθρώπου. Όλοι τις υφιστάμεθα εν τω βίω μας, αλλά οι περισσότερες επιδιορθώνονται από τον ίδιο μας τον οργανισμό, εξήγησε. Δυστυχώς, όσο μεγαλώνουμε, μετά από κάποια ηλικία, η ικανότητα επιδιόρθωσης υστερεί και ενίοτε οδηγεί σε καρκινογένεση, συμπλήρωσε.
Τα περιστατικά καρκίνων δεν έχουν αυξηθεί αναλογικά κι ας υποστηρίζουν κάποιοι το αντίθετο. Αυτό που έχει αυξηθεί είναι ο πληθυσμός της Γης και το προσδόκιμο ζωής, και κατ’ επέκταση, μοιραία, όσο περισσότερο γερνούν οι άνθρωποι και εξασθενεί ο οργανισμός τους, τόσο περισσότερο καθίστανται ευάλωτοι απέναντι στη νόσο, σημείωσε ο καθηγητής.
Τα όργανα με τα μεγαλύτερα ποσοστά κληρονομικού καρκίνου είναι:
- οι ωοθήκες- το 20% των περιπτώσεων καρκίνου ωοθηκών είναι κληρονομικοί.
- ο μαστός και
- το παχύ έντερο.
Ο καρκίνος του πνεύμονα παρουσιάζει τα μικρότερα ποσοστά κληρονομικότητας, εφόσον, όπως αποδεικνύεται, οφείλεται σε περιβαλλοντικούς παράγοντες με κυρίαρχο το κάπνισμα. Ο καθηγητής σημείωσε ότι στις ηλικίες άνω των 60 ετών δεν θεωρείται ότι υπάρχει κληρονομικότητα. Ο κληρονομικός καρκίνος εμφανίζεται από τα 30 έως τα 50 έτη (στα 42 κατά μέσο όρο).
Όσον αφορά τον καρκίνο του μαστού είναι αυτός που εμφανίζεται, συγκριτικά με άλλες μορφές, στις νεαρότερες ηλικίες (30-40 έτη) και προσβάλλει στη συντριπτική πλειοψηφία γυναίκες. Επειδή προσελκύει το μεγαλύτερο ενδιαφέρον του κοινού, των ερευνητών και, κατ’ επέκταση, την εντονότερη προσέλκυση χορηγικών και φαρμακευτικών κονδυλίων, έχει σημειωθεί τεράστια πρόοδος όσον αφορά τη διάγνωση και τη θεραπεία του. Ως αποτέλεσμα, πεθαίνουν εξ αυτού όλο και λιγότερες γυναίκες. Στην Ελλάδα καταγράφονται 6.000-8.000 κρούσματα καρκίνου του μαστού ετησίως.
Ο καθηγητής τόνισε τη σημασία της έγκαιρης ενημέρωσης του κοινού όπως και, αν είναι δυνατόν, να καταρτίζεται σε συνεργασία με τον θεράποντα ιατρό το γενεαλογικό δέντρο με το ιστορικό όλων των μελών της οικογένειας, έτσι ώστε να είναι σε θέση κάποιος να γνωρίζει τους κινδύνους που διατρέχει.
Σε περίπτωση που υπάρχει οικογενειακό ιστορικό καρκίνου, υπάρχει η δυνατότητα αν το επιθυμεί κάποιος να προβεί σε γονιδιακό έλεγχο, τα αποτελέσματα του οποίου θα μας βοηθήσουν να λάβει σημαντικές αποφάσεις. Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση της Αντζελίνας Τζολί που προχώρησε, ύστερα από ανάλογη εξέταση, σε αμφοτερόπλευρη προληπτική μαστεκτομή, αφαίρεση σαλπίγγων και ωοθηκών.
Υπάρχουν συγκεκριμένες οδηγίες που έχουν εκδώσει έγκριτες διεθνείς ογκολογικές ενώσεις για τις περιπτώσεις που συνιστάται ή επιβάλλεται ο γονιδιακός έλεγχος. Η κυριαρχούσα μέθοδος γονιδιακού ελέγχου σήμερα είναι με τη χρήση νέων τεχνολογιών ανάγνωσης DNA με τη δυνατότητα ταυτόχρονου ελέγχου πολλών γονιδίων. Σύμφωνα με τον κ. Γιαννουκάκο, ο γονιδιακός έλεγχος δεν συνιστάται πριν από τα 30 έτη.
Όσον αφορά τη σύνδεση του καρκίνου με το άγχος, ο Ευάγγελος Φιλόπουλος, πρόεδρος της Αντικαρκινικής Εταιρείας, που συμμετείχε στη συζήτηση που ακολούθησε της ομιλίας, είπε: «Καμία μελέτη δεν έχει αναδείξει αυτή τη συσχέτιση, πλην μίας δανέζικης που διενεργήθηκε πριν από τρία χρόνια, η οποία όμως ελέγχεται ως προς την ακρίβειά της, όσον αφορά δηλαδή το θέμα της μέτρησης του άγχους, που είναι μια κατάσταση καθαρά υποκειμενική και όχι επιστημονικά μετρήσιμη. Αυτό που ακούμε “πέθανε ο άνθρωπός μου κι έβγαλα καρκίνο” δεν ισχύει, εφόσον ο καρκίνος είναι μια διαδικασία που εξελίσσεται μέσα στην πάροδο πολλών χρόνων μέχρις ότου γίνει αντιληπτός».
Η ομιλία πραγματοποιήθηκε στο πλαίσιο του 7ου κύκλου διαλέξεων του Ινστιτούτου Δημόσιας Υγείας του Αμερικανικού Κολλεγίου Ελλάδος.