ΓIA 2,5 ΠΕΡΙΠΟΥ ΧΡΟΝΙΑ οι εταιρείες τεχνολογίας υπερδιογκώθηκαν ― το διάστημα δηλαδή που οι επιχειρήσεις αναγκάστηκαν λόγω covid να στείλουν τους εργαζόμενους στα σπίτια τους. Το ξέσπασμα της πανδημίας ευνόησε την ψηφιακή βιομηχανία, δημιουργώντας ελπίδες στον κλάδο ότι θα μπορέσει να διατηρήσει τον μεγαλύτερο όγκο των εργασιών του και στη μετα-πανδημική εποχή.
Κατά τη διάρκεια της πανδημίας, οι εργαζόμενοι ξόδεψαν χρήματα στην αγορά νέων ηλεκτρονικών συσκευών, κυρίως smartphones και υπολογιστές. Οι επιχειρήσεις επένδυσαν στην αγορά υπηρεσιών cloud και λογισμικού τηλεδιασκέψεων. Μία από τις ελάχιστες διεξόδους των ανθρώπων που είχαν εγκλωβιστεί στα σπίτια τους, ήταν οι διαδικτυακές αγορές, αναγκάζοντας και τις μικρές επιχειρήσεις να επενδύσουν στην διαφήμισή τους μέσω του διαδικτύου, προσπαθώντας να προσελκύσουν πιθανούς πελάτες.
Τα λοκντάουν όμως τώρα έχουν αρθεί. Οι άνθρωποι μπορούν να πηγαίνουν στα μαγαζιά για να αγοράσουν τα προϊόντα που θέλουν και η ψηφιακή διαφήμιση, η κύρια πηγή εσόδων ακόμα και μεγάλων εταιρειών όπως η Google έχει περιοριστεί σημαντικά. Ταυτόχρονα η μεγάλη ακρίβεια έχει περιορίσει σημαντικά το διαθέσιμο εισόδημα των πολιτών, ενώ το δυσμενές παγκόσμιο κλίμα και ειδικά ο κίνδυνος για μια παγκόσμια σύγκρουση, αποθαρρύνουν τους καταναλωτές να δαπανήσουν μεγάλα ποσά.
Υπό αυτές τις συνθήκες την προηγούμενη εβδομάδα, η Google ανακοίνωσε μια ραγδαία μείωση των κερδών της, ενώ η Meta (πρώην Facebook) ανακοίνωσε μια στασιμότητα στα διαφημιστικά της έσοδα. Η δε Microsoft προέβλεψε την οικονομική της επιβράδυνση μέχρι τουλάχιστον το τέλος του έτους.
Αναλυτικά οι απώλειες από την αρχή του χρόνου
Η επιβράδυνσή τους όμως είναι ήδη εδώ. Από την αρχή της χρονιάς η Microsoft έχει χάσει το 31,84% της χρηματιστηριακής κεφαλαιοποίησής της, η Alphabet (θυγατρική της Google) το 37,60%, ενώ η Meta έχει χάσει το 71,88%, με τις μεγάλες της επενδύσεις στο ψηφιακό metaverse να μην έχουν αποδώσει όπως αναμενόταν.
Το ίδιο όμως συμβαίνει με όλες σχεδόν τις διαδικτυακές εταιρείες. Η Amazon έχει χάσει από την αρχή του έτους το 43,20% της χρηματιστηριακής της κεφαλαιοποίησης, το Netflix το 52%, η Uber το 32,31%, το Spotify το 67,16%, ενώ το Zoom ένα 55% της αξίας του. Η Snap, θυγατρική του λιγότερο γνωστού στην Ελλάδα Snapchat, έχει χάσει περισσότερο από τα ¾ της κεφαλαιοποίησής της από την αρχή της χρονιάς, επανερχόμενη στην προ-πανδημική της αξία. Η DoorDash, μια μεγάλη αμερικανική πλατφόρμα παραγγελιών και παράδοσης φαγητού, έχει πέσει κατά 69% από την αρχή της χρονιάς, με έξοδα 263ών εκατομμυρίων δολαρίων.
Τα προβλήματα των startups
Ειδικά στην περίπτωση των startups, των νεοσύστατων δηλαδή επιχειρήσεων -που τώρα πια πολλές από αυτές έχουν μεγαλώσει πολύ για να συνεχίζουν να αυτοπροσδιορίζονται έτσι- παρά τα επιμέρους προβλήματα της κάθε επιχείρησης, όλες τελικά είναι αντιμέτωπες με τις ίδιες παγίδες. Κι αυτές είναι η μεγάλη εμπιστοσύνη στην αποτελεσματικότητα των δικτύων, η σχετικά εύκολη συμμετοχή νέων εταιρειών σε αυτά και η συχνή εξάρτηση από αλλότριες πλατφόρμες.
1. Ο κεντρικός στόχος όλων αυτών των εταιρειών ήταν κυρίως η αύξηση του αριθμού των χρηστών τους. Στόχος που βασίζεται στην αίσθηση ότι όταν η βάση χρηστών ξεπεράσει ένα συγκεκριμένο όριο, τότε τίθεται σε λειτουργία ένας αυτοτροφοδοτούμενος κύκλος ανάπτυξης. Αυτό εξηγεί γιατί τόσες startups ξοδεύουν εκατομμύρια για να αποκτούν όλο και περισσότερους πελάτες.
Παρά τα θετικά αποτελέσματα της δικτύωσης των startups, από κάποια στιγμή και μετά εμφανίστηκαν διαφορετικά προβλήματα από αυτά που αναμένονταν. Όταν η Uber θέλησε να μειώσει το χρόνο αναμονής των πελατών της -στο εξωτερικό- από δύο λεπτά σε ένα, διαπίστωσε ότι αυτό θα απαιτούσε το διπλάσιο αριθμό οδηγών για μια τελικά μηδαμινή αύξηση επιβατών. Το ίδιο συμβαίνει με την υπερπληθώρα επιλογών των χρηστών ψηφιακών εφαρμογών για την παραγγελία του φαγητού τους.
Ανάλογο πρόβλημα έχει το Netflix. Η εταιρεία έχει ξοδέψει μεγάλα ποσά για τη δημιουργία ταινιών με μικρή απήχηση, ενώ πολύ συχνά οι χρήστες αντιμετωπίζουν το υλικό της πλατφόρμας ως background― ένα απλό συνοδευτικό που παίζει στο περιθώριο άλλων δραστηριοτήτων τους. Αυτό υποτιμά την αξία του προϊόντος, καθιστώντας το εύκολο να αντικατασταθεί με κάτι που ο χρήστης μπορεί να βρει ακόμα και δωρεάν, από βίντεο μέχρι ραδιοφωνικές εκπομπές. Η δε Meta, χάνοντας στα τέλη του 2021 πάνω από 1 εκατομμύριο χρήστες φοβήθηκε ότι αυτή η διαδικασία μπορεί να πυροδοτούσε μια αλυσιδωτή αντίδραση.
2. Η δεύτερη κατάρα είναι αυτό ακριβώς που στην αρχή αντιμετωπίστηκε ως ευλογία: η εύκολη είσοδος νέων εταιρειών στην αγορά νέων λογισμικών. Η τεχνολογική πρόοδος επέτρεψε σε αντιγραφείς να φτιάξουν φτηνότερα προϊόντα και από τα έσοδά τους να θηρεύσουν νέους χρήστες μέσω γενναιόδωρων εκπτώσεων, χωρίς απαραίτητα να δεσμεύονται από πατέντες.
3. Το τρίτο πρόβλημα είναι αυτό της εξάρτησης από ξένες πλατφόρμες. Η Uber και η DoorDash πληρώνουν για να διαφημίζονται στα καταστήματα της iPhone και στο Android της Alphabet. Το Spotify πληρώνει 15% προμήθεια για τις συνδρομές που αγοράζονται μέσω iPhone -ποσοστό για το οποίο έχει καταθέσει καταγγελία εναντίον της Apple. Το Netflix αποφεύγει να πληρώνει προμήθεια στους υπολογιστές, μεταφέροντας τους χρήστες για την εγγραφή τους, στο πρόγραμμα περιήγησής τους στο διαδίκτυο, όχι όμως και στις κινητές συσκευές.
Φυσικά δεν κινδυνεύουν στον ίδιο βαθμό όλες οι εταιρείες τεχνολογίας. Ακόμα κι όταν κάποιες από αυτές φαίνεται να χάνουν προσωρινά, αυτό μπορεί να είναι απλά γιατί έχουν ήδη προηγουμένως κερδίσει πολύ παραπάνω από τις εκτιμήσεις τους. Τελικά αυτή ήταν η πραγματική επίπτωση της πανδημίας στον συγκεκριμένο κλάδο.