Η ενεργειακή κρίση που ξέσπασε ύστερα από τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία είναι πιθανό να επιταχύνει αντί να επιβραδύνει την παγκόσμια μετάβαση από τα ορυκτά καύσιμα προς «καθαρότερες» τεχνολογίες, όπως η αιολική και η ηλιακή ενέργεια και τα ηλεκτρικά οχήματα, ανέφερε ο Διεθνής Οργανισμός Ενέργειας (IEA).
Χώρες εμμένουν στην επιλογή ορυκτών καυσίμων, όπως ο άνθρακας, για να αντιμετωπίσουν τις ελλείψεις σε φυσικό αέριο - άλλο ένα απότοκο του πολέμου - αλλά αυτή η προτίμηση δεν θα είναι μακροπρόθεσμη, αναφέρει ο κορυφαίος ενεργειακός οργανισμός του κόσμου σε μία έκθεση 524 σελίδων, που προβλέπει τις παγκόσμιες ενεργειακές τάσεις έως το 2050.
Πολλές χώρες ανταποκρίθηκαν στην εκτίναξη των τιμών των ορυκτών καυσίμων φέτος με την υιοθέτηση ανεμογεννητριών, ηλιακών συλλεκτών, πυρηνικών σταθμών, καυσίμων υδρογόνου, ηλεκτρικών οχημάτων και ηλεκτρικών αντλιών θερμότητας. Στις Ηνωμένες Πολιτείες, το Κογκρέσο ενέκρινε πάνω από 370 δισεκατομμύρια δολάρια σε δαπάνες για τέτοιες τεχνολογίες στο πλαίσιο του πρόσφατου νόμου για τη μείωση του πληθωρισμού. Η Ιαπωνία επιδιώκει ένα νέο πρόγραμμα «πράσινου μετασχηματισμού» που θα συμβάλει στη χρηματοδότηση της πυρηνικής ενέργειας, του υδρογόνου και άλλων τεχνολογιών χαμηλών εκπομπών. Η Κίνα, η Ινδία και η Νότια Κορέα έχουν αυξήσει τους εθνικούς στόχους για τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και την πυρηνική ενέργεια.
Αλλά και πάλι, η στροφή προς πιο «καθαρές» πηγές ενέργειας δεν κινείται με τον απαραίτητο ρυθμό ώστε να αποφευχθούν τα επικίνδυνα επίπεδα υπερθέρμανσης του πλανήτη, προειδοποίησε ο IEA, σημειώνοντας, ωστόσο, πως η κατάσταση μπορεί να αναστραφεί εάν οι κυβερνήσεις προχωρήσουν σε τολμηρές επιλογές για τη μείωση των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα.
Με βάση τις τρέχουσες πολιτικές, η παγκόσμια χρήση άνθρακα αναμένεται να αρχίσει να μειώνεται τα επόμενα χρόνια, η ζήτηση φυσικού αερίου είναι, πιθανό, να φτάσει στο πικ της μέχρι το τέλος αυτής της δεκαετίας και η χρήση πετρελαίου προβλέπεται να εξισορροπηθεί μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του 2030.
Την ίδια ώρα, οι επενδύσεις στις «καθαρές» πηγές - κατά τα μοντέλα - θα αυξηθούν σε 1,3 τρισεκατομμύρια δολάρια φέτος και περισσότερα από 2 τρισ. ετησίως έως το 2030.
«Είναι αξιόλογο το ότι πολλοί απ΄αυτούς τους στόχους "καθαρής" ενέργειας δεν τίθενται σε ισχύ μόνο για λόγους κλιματικής αλλαγής» παρατήρησε ο Δρ. Fatih Birol, εκτελεστικός διευθυντής του Οργανισμού, συμπληρώνοντας πως σημαντικός λόγος είναι και η ενεργειακή ασφάλεια.
Σύμφωνα με τις τρέχουσες ενεργειακές πολιτικές, ο κόσμος βρίσκεται σε τροχιά επίτευξης της μέγιστης εκπομπής διοξειδίου του άνθρακα (CO2) έως το 2025 και θέρμανσης του πλανήτη κατά περίπου 2,5 βαθμούς Κελσίου έως το 2100, σε σύγκριση με τα προβιομηχανικά επίπεδα, εκτιμά ο ενεργειακός Οργανισμός.
Ωστόσο, πολλές κυβερνήσεις έχουν θέσει ως στόχο τον 1,5 βαθμό Κελσίου ώστε να αποφευχθούν ρίσκα, όπως η αδυναμία καλλιέργειας συγκεκριμένων ειδών ή κατάρρευση του οικοσυστήματος.
«Εάν θέλουμε να επιτύχουμε αυτούς τους πιο φιλόδοξους κλιματικούς στόχους, θα πρέπει να έχουμε περίπου 4 τρισ. δολάρια σε επενδύσεις σε "καθαρή" ενέργεια έως το 2030» είπε ο Δρ. Birol.
Φέτος, οι εκπομπές CO2 αναμένεται να φτάσουν σε επίπεδα ρεκόρ, μερικώς λόγω της στροφής ευρωπαϊκών κρατών στον άνθρακα, ελλείψει ρωσικού αερίου. Ο άνθρακας, να σημειωθεί, είναι το πιο ρυπογόνο απ' όλα τα ορυκτά καύσιμα. Ωστόσο, η προβλεπόμενη αύξηση είναι πολύ μικρότερη από ό,τι φοβούνταν ορισμένοι αναλυτές όταν ξέσπασε ο πόλεμος στην Ουκρανία.
Η αύξηση των εκπομπών θα ήταν τριπλάσια αν δεν υπήρχε η ταχεία ανάπτυξη ανεμογεννητριών, ηλιακών συλλεκτών και ηλεκτρικών οχημάτων παγκοσμίως, δήλωσε ο Οργανισμός. Η άνοδος των τιμών της ενέργειας και η αδύναμη οικονομική ανάπτυξη στην Ευρώπη και την Κίνα συνέβαλαν, επίσης, στη συγκράτηση των εκπομπών.
Και η πρόσφατη δημοφιλία του άνθρακα μπορεί να αποδειχθεί φευγαλέα. Ευρωπαϊκά κράτη σχεδιάζουν, επί του παρόντος, να εγκαταστήσουν περίπου 50 γιγαβάτ ανανεώσιμης ενέργειας το επόμενο έτος, κάτι που θα ήταν περισσότερο από αρκετό για να αντικαταστήσει τη φετινή αύξηση της παραγωγής άνθρακα. Και σε παγκόσμιο επίπεδο, ο Οργανισμός δεν αναμένει ότι οι επενδύσεις σε νέες μονάδες άνθρακα θα αυξηθούν πέρα από αυτό που ήδη αναμενόταν.
Όμως, παρόλο που η τρέχουσα ενεργειακή κρίση αναμένεται να αποτελέσει ευλογία για τις «καθαρότερες» τεχνολογίες, μακροπρόθεσμα, είναι οδυνηρό το τωρινό της αποτέλεσμα.
Κυβερνήσεις δαπανούν εκατοντάδες εκατομμύρια για την προστασία των καταναλωτών και ενώ ο φετινός χειμώνας μπορεί να μην είναι όσο δύσκολο προβλεπόταν, καθώς οι ενεργειακές αποθήκες είναι γεμάτες, ωστόσο ο επόμενος «θα μπορούσε να είναι ακόμα πιο δύσκολος», όπως αναφέρεται στην έκθεση.
Η κατάσταση φαίνεται ακόμα πιο άσχημη σε αναπτυσσόμενες χώρες όπως το Πακιστάν και το Μπαγκλαντές, οι οποίες αντιμετωπίζουν ενεργειακές ελλείψεις καθώς οι παραδόσεις υγροποιημένου φυσικού αερίου εκτρέπονται προς την Ευρώπη. Σχεδόν 75 εκατομμύρια άνθρωποι σε όλο τον κόσμο που απέκτησαν πρόσφατα πρόσβαση στην ηλεκτρική ενέργεια είναι πιθανό να τη χάσουν φέτος. Αν συμβεί αυτό, θα είναι η πρώτη φορά εδώ και μια δεκαετία που ο αριθμός των ανθρώπων παγκοσμίως που δεν έχουν πρόσβαση σε σύγχρονη ενέργεια θα αυξηθεί.
Υπάρχει, ακόμα, η πιθανότητα η εκτίναξη των τιμών της ενέργειας να προκαλέσει κοινωνική αναταραχή και αντιδράσεις κατά των πολιτικών για το κλίμα και την «καθαρή» ενέργεια σε ορισμένες χώρες. Αν και η έκθεση κατέληξε στο συμπέρασμα ότι οι πολιτικές για την κλιματική αλλαγή δεν είναι κυρίως υπεύθυνες για την εκτίναξη των τιμών -αντίθετα, σημειώνει ότι οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας έχουν πράγματι αμβλύνει τον αντίκτυπο των ενεργειακών σοκ σε πολλές περιοχές- υπάρχει πάντα ο κίνδυνος οι κυβερνήσεις να αισθανθούν πιεσμένες να αλλάξουν πορεία, δήλωσε ο Dr. Birol.
Με πληροφορίες από New York Times