Για χρόνια, η πίεση που ασκούσε ο Καναδάς για τα ανθρώπινα δικαιώματα στη Σαουδική Αραβία δεν προκαλούσε τίποτε περισσότερο από μια συνηθισμένη απόρριψη. Όμως αυτό άλλαξε την περασμένη εβδομάδα, όταν μια καναδική διαμαρτυρία μεταφράσθηκε στα αραβικά και πυροδότησε μια διπλωματική ρήξη.
Όταν το Ριάντ απάντησε σε μια έκκληση της Καναδής υπουργού Εξωτερικών Κρίστια Φρίλαντ για την απελευθέρωση ακτιβιστών της κοινωνίας των πολιτών με μια ξαφνική διακοπή των διπλωματικών και των εμπορικών σχέσεων, οι Καναδοί αξιωματούχοι προσπαθούσαν να καταλάβουν τι συνέβη.
Αυτό που δεν είχε προβλέψει η Οτάβα ήταν ότι, για τους Σαουδάραβες, είχε παραβιάσει μια κόκκινη γραμμή.
Στις 2 Αυγούστου η Φρίλαντ έγραψε στα αγγλικά και στα γαλλικά στο Twitter ζητώντας την απελευθέρωση δύο φυλακισμένων σαουδαράβων ακτιβιστών για τα ανθρώπινα δικαιώματα.
Την επομένη, το υπουργείο Εξωτερικών του Καναδά έστειλε ένα άλλο μήνυμα στο Twitter καλώντας τη Σαουδική Αραβία να «απελευθερώσει αμέσως» αυτούς και άλλους ακτιβιστές.
Το μήνυμα αυτό μεταφράσθηκε στα αραβικά από την καναδική πρεσβεία στο Ριάντ και δημοσιοποιήθηκε τις 5 Αυγούστου με αποτέλεσμα να μπορουν να το δουν τα περίπου 12.000 πρόσωπα που ακολουθούν τον λογαριασμό της καναδικής πρεσβείας στο Twitter.
Η αντίδραση από τη Σαουδική Αραβία ήταν ταχεία. Μερικές ώρες μετά τη δημοσιοποίηση του μηνύματος στα αραβικά, η σαουδαραβική κυβέρνηση ανακάλεσε τον πρεσβευτή της, απαγόρευσε στον απεσταλμένο του Καναδά να επιστρέψει στη Σαουδική Αραβία και εξέδωσε μια απαγόρευση για νέες εμπορικές συναλλαγές.
Δύο πηγές στον Κόλπο λένε πως αυτό που αναστάτωσε περισσότερο τους σαουδάραβες αξιωματούχους ήταν το «τουίτ» της πρεσβείας.
«Τα ζητήματα αντιμετωπίζονται μέσω των συνηθισμένων διαύλων, όμως το 'τουίτ' αποτελούσε παραβίαση των διπλωματικών κανόνων και του διπλωματικού πρωτοκόλου», είπε μία από τις πηγές ζητώντας να μην κατονομασθεί λόγω του ευαίσθητου χαρακτήρα του θέματος.
Οι πηγές δεν διευκρίνισαν πώς ακριβώς το μήνυμα παραβίασε τους διπλωματικούς κανόνες, όμως περιφερειακοί εμπειρογνώμονες είπαν πως αυτό που προκάλεσε τον θυμό των Σαουδαράβων αξιωματούχων ήταν το γεγονός ότι εστάλη προς ένα εγχώριο ακροατήριο.
«Τα σουδαραβικά αντίποινα πήραν κάποιον χρόνο ώστε να επιτραπεί η διεξαγωγή συνομιλιών πίσω από κλειστές πόρτες», δήλωσε ο Σαλμάν αλ-Ανσάρι, ιδρυτής της Saudi American Public Relation Affairs Committee που έχει την έδρα της στην Ουάσινγκτον.
«Νόμιζαν πως οι Καναδοί θα έκαναν πίσω, αλλά ξαφνικά έστειλαν το τουίτ στα αραβικά. Αυτό ήταν μια πολύ προκλητική ενέργεια από τους Καναδούς, να προσπαθήσουν να φέρουν σε δύσκολη θέση τους Σαουδάραβες ενώπιον του λαού τους. Οι Σαουδάραβες δεν τα παίρνουν αυτά καθόλου ελαφρά».
Ο σαουδάραβας υπουργός ΕΞωτερικών Αντέλ Τζουμπέιρ έθεσε το ζήτημα του αραβικού μηνύματος σε τηλεφωνική επικοινωνία που είχε την Τρίτη με την Φρίλαντ και διαμαρτυρήθηκε για ανάμιξη, δήλωσε πρόσωπο που γνωρίζει την υπόθεση και ζήτησε να μην κατονομασθεί.
Καναδοί αξιωματούχοι υποστηρίζουν πως δεν υπάρχει τίποτε αξιοσημείωτο στο «τουίτ» στα αραβικά, το οποίο απλώς επαναλαμβάνει τη δηλωμένη θέση της Οτάβα, κάτι που είναι συνηθισμένο να κάνουν αντιπροσωπείες στο εξωτερικό.
Ο Καναδάς είχε θέσει και προηγουμένως το ζήτημα των φυλακίσεων ακτιβιστών της κοινωνίας των πολιτών. Τον Μάιο, η πρεσβεία του Καναδά στο Ριάντ εξέφρασε με «τουίτ» της στα αγγλικά την ανησυχία της για τις συλλήψεις ακτιβιστών υπογραμμίζοντας πως έχει «κρίσιμη σημασία να γίνει σεβαστό το κράτος δικαίου», χωρίς να υπάρξει δημόσια απάντηση από τη Σαουδική Αραβία.
«Παράπλευρη ζημιά»
Η υπερβολική αντίδραση στο μήνυμα υπογραμμίζει το γεγονός ότι το βασίλειο υιοθετεί μια πολύ σκληρότερη στάση εναντίον αυτού που αντιλαμβάνεται ως δυτική επιρροή στις εσωτερικές υποθέσεις του σε θέματα όπως τα ανθρώπινα δικαιώματα, ενθαρρυμένο ίσως από την προθυμία της Ουάσινγκτον, υπό τον Ντόναλντ Τραμπ, να υποβαθμίσει ζητήματα δικαιωμάτων, όταν αφορούν τους συμμάχους της.
Το Ριάντ και η Ουάσινγκτον διατηρούν μια εξαιρετικά στενή σχέση -ήταν τεταμένη στη διάρκεια της κυβέρνησης του πρώην προέδρου των ΗΠΑ Μπαράκ Ομπάμα- καθώς τόσο ο Σαουδάραβας πρίγκιπας διάδοχος Μοχάμεντ μπιν Σαλμάν όσο και ο Τραμπ συμμερίζονται παρόμοιες ανηυχίες για το Ιράν. Αντίθετα οι Τραμπ και Τρουντό είχαν λογομαχήσει στη διάρκεια της συνόδου κορυφής της Ομάδας των Επτά (G7) τον Ιούνιο με ασυνήθιστα δημόσιο τρόπο.
Αυτή την εβδομάδα το Στέιτ Ντιπάρτμεντ κάλεσε τις δύο πλευρές να χρησιμοποιήσουν τη διπλωματία για να διευθετήσουν τη διένεξη.
«Ο Καναδάς είναι παράπλευρη ζημιά», λέει ο Τόμας Ζινό, επίκουρος καθηγητής και ειδικός για τη Μέση Ανατολή στο πανεπιστήμιο της Οτάβα.«Αυτό ουσιαστικά δεν είναι για τον Καναδά. Είναι ότι η Σαουδική Αραβία θέλει να στείλει ένα ευρύτερο μήνυμα προς τους γείτονές της, προς άλλες δημοκρατίες».
Αξιωματούχοι του καναδικού υπουργείου Εξωτερικών, της Φρίλαντ περιλαμβανομένης, οι οποίοι συγκεντρώθηκαν σήμερα σε ξενοδοχείο του Βανκούβερ για μια διάσκεψη, αιφνιδιάσθηκαν από τη σουδαραβική αντίδραση. Σύμφωνα με πηγές στην κυβέρνηση, ο Καναδάς δεν έχει ακόμη ξεκαθαρίσει ποια μέτρα μπορεί να πάρει για να «διορθώσει το μεγάλο λάθος του», όπως το αποκάλεσε ένας Σαουδάραβας αξιωματούχος.
Στη Σαουδική Αραβία, τα μέτρα κατά του Καναδά υποστηρίζονται από μια καμπάνια στα μέσα ενημέρωσης στην οποία επικρίνονται οι επιδόσεις του Καναδά στα ανθρώπινα δικαιώματα και εγκωμιάζεται η σταθερότητα του σουαδάραβα μονάρχη στην «προστασία της κυριαρχίας του βασιλείου».
Κανάλια της σουαδαραβικής τηλεόρασης μετέδωσαν ρεπορτάζ για τον αγώνα των ιθαγενών στον Καναδά τονίζοντας ότι υπήρξαν στην ιστορία τους θύματα διακριτικής μεταχείρισης. Άλλα ρεπορτάζ απαριθμούσαν «τις χειρότερες καναδικές φυλακές» και περιέγραφαν σκληρές συνθήκες εγκλεισμού.
Με πληροφορίες από ΑΠΕ- ΜΠΕ
σχόλια